Ο Ρόι Ρέιμοντ είχε μια εκπληκτική ιδέα αλλά από εκεί και πέρα όλα πήγαν στραβά. Χρεοκοπημένος, χωρισμένος και βυθισμένος στην κατάθλιψη έγραψε το τέλος στα 46 του
Ο Ρόι
Ρέιμοντ εργαζόταν στον χώρο του marketing αλλά το μεγάλο του όνειρο ήταν να στήσει τη δική του
επιχείρηση. Για χρόνια αναζητούσε μια πρωτότυπη ιδέα. Η αναζήτηση τελείωσε όταν,
στις αρχές της δεκαετίας του ’70 αποφάσισε να επισκεφθεί ένα κατάστημα με
γυναικεία εσώρουχα για να πάρει ένα δώρο για τη σύζυγο του Γκέι. Αυτό που
συνάντησε τον απογοήτευσε και τον ενθουσίασε παράλληλα.
«Όταν πήγα
να αγοράσω εσώρουχα βρέθηκα αντιμέτωπος με ρόμπες και άσχημα νάιλον νυχτικά. Παράλληλα
από την πρώτη στιγμή ένιωθα ότι για την πωλήτρια ήμουν ένας ανεπιθύμητος
εισβολέας. Το κατάστημα ήταν απολύτως άβολο για έναν άντρα. Περιφερόμουν στους διαδρόμους
για αρκετή ώρα νιώθοντας περίεργα και η πωλήτρια δεν με βοηθούσε καθώς είχε εστιάσει
αποκλειστικά στις γυναίκες που βρίσκονταν στο κατάστημα. Έφυγα χωρίς να αγοράσω
τίποτα» θα πει ο Ρέιμοντ.
Σκέφτηκε πως
η αγορά έχει ανάγκη από ένα κατάστημα γυναικείων εσωρούχων με περιβάλλον και
ατμόσφαιρα που θα έκανε τους άντρες να νιώθουν άνετα. Ξεκίνησε λοιπόν να μελετά
την αγορά εσωρούχων και διαπίστωσε ότι κυριαρχούσαν συμβατικές εταιρίες και για να
βρεις κάτι πιο εκλεπτυσμένο και σέξι έπρεπε να επισκεφθείς συγκεκριμένα
καταστήματα.
Αποφάσισε
λοιπόν να υλοποιήσει την ιδέα του. Δανείστηκε 40.000 δολάρια από τους γονείς
του και άλλα τόσα από τράπεζα. Στις 12 Ιουνίου 1977 ίδρυσε μια εταιρία που θα
εξελισσόταν σε κυρίαρχο του χώρου. Ήταν η Victoria’s Secret. Το όνομα αναφέρεται στη βασίλισσα της
Αγγλίας, Βικτώρια και την εποχή που σημάδεψε (Βικτωριανή) ενώ το μυστικό (secret) ήταν αυτό που φορούσε κάτω τα ρούχα
της.
Το πρώτο
κατάστημα της εταιρίας βρισκόταν μέσα σε εμπειρικό κέντρο στο Πάλο Άλτο στην
Καλιφόρνια. Τον πρώτο χρόνο λειτουργίας τα κέρδη έφτασαν τα 500.000 δολάρια,
ποσό με το οποίο έγινε επέκταση στα κεντρικά γραφεία και τις αποθήκες, άνοιξαν
ακόμα τέσσερα καταστήματα και δημιουργήθηκε υπηρεσία ταχυδρομικής αποστολής
προϊόντων. Μέχρι το 1982 το 55% των πωλήσεων γινόταν ταχυδρομικώς μέσω των
καταλόγων που έστελνε η «Victoria’s Secret» σε πελάτες της.
Αν και η
εταιρία είχε ακόμα ένα μικρό μερίδιο στην αγορά των εσωρούχων τράβηξε την
προσοχή του επενδυτή Λέσλι Γουέξνερ. Αφού επισκέφθηκε ένα κατάστημα θεώρησε την ιδέα μοναδική. Προσέγγισε τον Ρέιμοντ και του πρότεινε
να αγοράσει την «Victoria’s Secret». «Στην αρχή ο Ρόι με αντιμετώπισε σαν να συνάντησε τον
διάβολο» θα πει ο Γουέξνερ.
Έξι μήνες
μετά την πρώτη επαφή ο Ρέιμοντ επικοινώνησε με τον Γουέξνερ. Η επέκταση της επιχείρησης
δεν είχε αποδώσει όπως θα περίμενε και θεωρούσε ότι η «Victoria’s Secret» είχε φτάσει στο ταβάνι της. Μόλις
πέντε χρόνια μετά την ίδρυση της, η εταιρία πουλήθηκε στον Λέσλι Γουέξνερ. Στην
πλειονότητα τους οι πηγές τονίζουν ότι ο Ρέιμοντ πήρε 1εκατ. δολάρια αλλά υπάρχουν
και αναφορές για 4εκατ. Όταν αγόρασε τη «Victoria’s Secret» ο Γουέξνερ η εταιρία είχε γραφεία,
αποθήκες, πέντε καταστήματα και έναν κατάλογο προϊόντων 42 σελίδων.
Ο Ρέιμοντ παρέμεινε στη θέση του προέδρου για έναν χρόνο μετά την πώληση ενώ παράλληλα δούλευε το νέου τοu project. Ήταν το «My Child’s Destiny», ένα πολυτελές κατάστημα παιχνιδιών στο Σαν Φρανσίσκο. Ο Ρέιμοντ ήλπιζε ότι θα προσελκύσει πλούσια πελατεία και εστίασε σε αυτό το κοινό. Τελικά αυτό αποδείχθηκε στρατηγικό λάθος και το 1986 η εταιρία χρεοκόπησε. Η οικονομική καταστροφή ήταν τέτοια που η οικογένεια Ρέιμοντ έχασε τα δύο της σπίτια και τα αυτοκίνητα της.
Το 1990 ο
Ρόι και η Γκέι Ρέιμοντ χώρισαν. Στα 43 του πλέον ο ιδρυτής της «Victoria’s Secret» έβλεπε την εταιρία να ανθεί και να
κυριαρχεί στον χώρο των εσωρούχων ενώ αυτός προσπαθούσε να ορθοποδήσει μέσω
διαφορών projects. Άνοιξε ένα βιβλιοπωλείο για παιδιά, μια εταιρία επισκευής
υπολογιστών και μια βιοτεχνία με περούκες για εκείνους που έχουν χάσει τα
μαλλιά του από θεραπείες για τον καρκίνο. Τίποτα δεν δούλεψε.
Στις 26 Αυγούστου
1993 μάρτυρες ανέφεραν ότι είδαν τον Ρόι Ρέιμοντ να περπατά στην Golden Gate Bridge στο Σαν Φρανσίσκο. Αντιμέτωπος πλέον
με την κατάθλιψη ο Ρόι Ρέιμοντ έβαλε τέλος στη ζωή του πηδώντας από την γέφυρα.
Ήταν μόλις 46 ετών.