Οι επιστήμονες κατάφεραν να φτιάξουν το πρόσωπο μιας γυναίκας που θεωρήθηκε από τους υπόλοιπους βαμπίρ
Πριν από περίπου 400 χρόνια μια νεαρή γυναίκα σε ένα χωριό της
βόρειας Πολωνίας μπήκε στο στόχαστρο. Οι συγχωριανοί της είδαν σε αυτή το
πρόσωπο του διαβόλου ή έναν αιμοδιψή βρικόλακα και όταν τελικά η γυναίκα πέθανε
έπρεπε να λάβουν τα μέτρα τους.
Σύμφωνα με την τοπική αντίληψη που επικρατούσε τον 17ο αιώνα,
το κορίτσι έπρεπε να θαφτεί με ένα δρεπάνι περασμένο στον λαιμό της, ένα
λουκέτο στο αριστερό μεγάλο δάχτυλο του ποδιού της και διάφορα κομμάτια ξύλου
γύρω της. Με αυτόν τον τρόπο θα διασφαλιζόταν ότι δεν θα μπορούσε να σηκωθεί
από τον τάφο της και να τους στοιχειώσει ξανά.
Έτσι, ακριβώς ανακαλύφθηκαν τα λείψανά της το 2022 από τους αρχαιολόγους
στον ίδιο τάφο όπου «έμενε» τους τελευταίους τέσσερις αιώνες. Η γυναίκα ήταν
θαμμένη στο ίδιο χώρο μαζί με άλλους που φαίνεται ότι είχαν θεωρηθεί βρικόλακες
ή δαίμονες και για τους οποίους είχε χρησιμοποιηθεί παρόμοιο τελετουργικό.
Σήμερα, οι ερευνητές αποφάσισαν να δώσουν πρόσωπο σε αυτή τη
γυναίκα, στην οποία έδωσαν το όνομα Ζόσια, που έφυγε τόσο νωρίς και πιθανότατα
τόσο άδικα από τη ζωή.
Δίνοντας ζωή στους νεκρούς
Χρησιμοποιώντας ως βάση τη δομή του κρανίου της και
πληροφορίες από δείγμα DNA
που εξήχθη από τον σκελετό της, ο Σουηδός ερευνητής και ιατροδικαστής Όσκαρ Νίλσον
αναδημιούργησε το πρόσωπό της δίνοντας μια εικόνα για το πώς μπορεί να έμοιαζε.
Η εντυπωσιακή τρισδιάστατη ανακατασκευή του προσώπου της, ρίχνει φως στον
άνθρωπο που βρέθηκε στον φρικτό τάφο.
Ο αρχαιολόγος Ντάριους Πολίνσκι, ο οποίος ηγήθηκε της ομάδας που ανακάλυψε τα λείψανα της Ζόσια, είπε ότι ήταν μια «συναρπαστική» στιγμή όταν είδε την ανακατασκευή για πρώτη φορά.
«Πρόσθεσε τόσο πολύ συναίσθημα, τόσο πολύ συναίσθημα», είπε
ο Πολίνσκι, καθηγητής μεσαιωνικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κοπέρνικος στο
Τορούν της Πολωνίας.
Το ταξίδι της ερευνητικής ομάδας για την αποκάλυψη της
ταυτότητας της Ζόσια παρουσιάζεται στο νέο ντοκιμαντέρ «Field of Vampires», το οποίο
δημιουργήθηκε από την Caravan Media
και προβλήθηκε στις 30 Οκτωβρίου ως επεισόδιο της σειράς «Secrets of the Dead» του PBS.
Ο Νίλσον ανακατασκεύασε το πρόσωπο της Ζόσια ξεκινώντας με ένα
τρισδιάστατο εκτυπωμένο μοντέλο του κρανίου της. Εκεί τοποθέτησε βήμα βήμα πηλό
ώστε να ανασυνθέσει το πρόσωπο. Η ανάλυση της δομής των οστών, του φύλου, της
ηλικίας, της εθνικότητας και του βάρους της βοήθησε να αναπαραχθούν τα ακριβή
χαρακτηριστικά της.
Όπως λέει ο Νίλσον, ήταν συγκινητικό να βλέπει μπροστά του τη
νεαρή γυναίκα όπως πιθανότατα ήταν στην πραγματική της ζωή.
«Έχω συνηθίσει να ανακατασκευάζω πρόσωπα, αλλά σε αυτή την περίπτωση ανυπομονούσα να της ξαναδώσω λίγη ανθρώπινη αξιοπρέπεια», είπε στο ντοκιμαντέρ. «Της άξιζε κάτι καλύτερο».
«Είναι συγκινητικό να παρακολουθείς ένα πρόσωπο που
επιστρέφει από τους νεκρούς», είπε ο Νίλσον στο Reuters. «Ειδικά όταν ξέρεις
την ιστορία αυτού του νεαρού κοριτσιού».
Η Ζόσια ήταν μεταξύ 18 και 20 ετών όταν πέθανε. Πιθανότατα
είχε μια κάποια πάθηση που μπορεί να της δημιουργούσε σοβαρούς χρόνιους
πονοκεφάλους και λιποθυμίες, σύμφωνα με την ανάλυση της σπονδυλικής της στήλης,
είπε ο Πολίνσκι.
Επιπλέον, το στέρνο της φαίνεται να είχε παραμορφωθεί
οδηγώντας πιθανώς στην ανάπτυξη ενός ορατού όγκου στο στήθος (αιμαγγείωμα) που πιθανότατα
προκαλούσε πόνο. Ωστόσο, η διαταραχή και οι παθήσεις της δεν ήταν η αιτία του
θανάτου της. Προς το παρόν οι επιστήμονες δεν έχουν καταλήξει στην αιτία που
την οδήγησε στον θάνατο καθώς περιμένουν τα αποτελέσματα από τις λεπτομερείς
ιατρικές αναλύσεις.
«Δεν δολοφονήθηκε τελετουργικά ούτε είχε καταδικαστεί σε
κάποια δίκη για μαγεία. Αυτά τα άτομα αντιμετωπίζονταν με διαφορετικό τρόπο και
συνήθως τα έριχναν σε προσωρινούς τάφους. Είναι πιθανό στη ζωή της η γυναίκα να
βίωσε μια τραγωδία και να τραυματίστηκε. Από την άλλη πλευρά, η εμφάνισή της ή
η συμπεριφορά της μπορεί να έκανε τους υπόλοιπους να την φοβούνται»,
διευκρινίζει ο Πολίνσκι.
Οι ερευνητές πιστεύουν ότι η Ζόσια προερχόταν από μια
πλούσια οικογένεια της υψηλής τάξης καθώς το ρούχο της ήταν μεταξωτό και τα
μαλλιά της ήταν τυλιγμένα σε ένα εύθραυστο ύφασμα κεντημένο με μεταλλικές
κλωστές από ασήμι και χρυσό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που μας έδωσαν οι αναλύσεις από το DNA και τα χημικά ισότοπα στα
λείψανά της, η γυναίκα προερχόταν από τη νότια Σκανδιναβία, ίσως τη Σουηδία.
Κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα, η Πολωνία και η Σουηδία είχαν εμπλακεί σε μια
σειρά από πολέμους, οπότε η Ζόσια θα μπορούσε να είναι μια ξένη για την
κοινότητά της. Η Ευρώπη του 17ου αιώνα βρισκόταν επίσης στο μέσο μιας περιόδου
γνωστής ως Μικρή Εποχή των Παγετώνων», όταν μια παρατεταμένη περίοδος ψύξης σε
ορισμένα μέρη οδήγησε σε καταστροφή των καλλιεργειών και σε λιμό.
Κατά τον 17ο αιώνα, οι δεισιδαιμονίες ήταν έντονες.
Οποιοσδήποτε συμπεριφερόταν διαφορετικά, είχε αναπηρία, γεννιόταν εκτός γάμου ή
ήταν αλλοδαπός θα μπορούσε να κατηγορηθεί για μαγεία ή υπερφυσικές ικανότητες.
Φόβος για τους νεκρούς
Το λουκέτο και το δρεπάνι που ήταν θαμμένα μαζί με τη Ζόσια ήταν
κατασκευασμένα από σίδηρο. Το μέταλλο αυτό θεωρούνταν ότι προσφέρει προστασία
από το υπερφυσικό, αν και σύμφωνα με τον Πολίνσκι τα αντικείμενα αυτά
συνήθως δεν τοποθετούνταν στο σώμα ταυτόχρονα.
«Αρχικά θάφτηκε σε ένα φέρετρο σε φυσική θέση, με το κεφάλι
προς τα δυτικά και πάνω σε ένα μαξιλάρι και το λουκέτο στο δάχτυλο του ποδιού
της», είπε.
Ωστόσο, είπε, φάνηκε ότι η προστατευτική δύναμη του λουκέτου
δεν ήταν αρκετή για όσους φοβούνταν ότι το πτώμα της Ζόσια μπορεί να ξυπνήσει
ξανά. «Ίσως λόγω κάποιας ατυχίας ή του θανάτου κάποιου άλλου, αποφάσισαν να
ανοίξουν τον τάφο», πρότεινε ο Πολίνσκι.
Όποιος το έκανε φαίνεται ότι έσπασε ή έστριψε τη σπονδυλική
της στήλη. Σε αυτό το σημείο, ο Πολίνσκι υποψιάζεται ότι εγκατέλειψαν τις
προσπάθειες να μετακινήσουν ή να βγάλουν το σώμα από τον τάφο. Έτσι,
τοποθέτησαν το δρεπάνι στον λαιμό της σαν επιπλέον μέτρο «προστασίας», για να
αποτρέψει το πτώμα από το να αναστηθεί από τους νεκρούς.
Το άνοιγμα των τάφων με αυτόν τον τρόπο ήταν σχετικά
συνηθισμένο κατά τον 17ο αιώνα στην περιοχή, επειδή οι άνθρωποι συχνά απέδιδαν
την κακοτυχία τους στην υπερφυσική δραστηριότητα των νεκρών, είπε ο Πολίνσκι.
Οι τάφοι Revenant (Φάντασμα,
Αναστημένοι), όπως είναι γνωστοί, βρίσκονται σε όλη την Ευρώπη και
χρονολογούνται από πολλές διαφορετικές χρονικές περιόδους.
«Οι νεκροί κατηγορούνταν για πολλά και διαφορετικά γεγονότα.
Οι άνθρωποι πίστευαν συχνά ότι ο νεκρός ευθυνόταν για την πυροδότηση ασθενειών
ή περιστατικων θανάτου», είπε ο Πολίνσκι.
Όλοι οι πολιτισμοί πιστεύουν ότι οι νεκροί μπορεί να
επιστρέψουν για να ταλαιπωρήσουν τους ζωντανούς, αναφέρει ο Μάρτιν Ράντι,
ομότιμος καθηγητής Ιστορίας της Κεντρικής Ευρώπης στο Πανεπιστήμιο του
Λονδίνου. Ο Ράντι δεν συμμετείχε στο ερευνητικό έργο ή στο ντοκιμαντέρ.
«Γενικά, οι νεκροί που θεωρούνταν υπεύθυνοι ήταν άνθρωποι
που έζησαν βίαιες ζωές ή πέθαναν βίαια ή δεν είχαν ταφεί με τις κατάλληλες
τελετές κηδείας», είπε.
«Όλες οι κοινωνίες μιλούσαν για φαντάσματα και χρησιμοποιούσαν
μια σειρά από στρατηγικές για να σταματήσουν τους νεκρούς απο το να επιστρέφουν στη
ζωή. Το δρεπάνι ήταν μια από αυτές. Το να παλουκώνεις την καρδιά του νεκρού ήταν
μια άλλη, όπως και το να βάζεις αγκάθια γύρω από το λαιμό του»,
πρόσθεσε.
Σύμφωνα με τον Ράντι, η Ζόσια φαίνεται να εντάσσεται στην
κατηγορία των «revenant»,
αλλά δεν ήταν τεχνικά βαμπίρ, καθώς αυτά περιγράφηκαν για πρώτη φορά στη
δεκαετία του 1720 από αξιωματούχους της μοναρχίας των Αψβούργων.
«Ήταν ξεκάθαρο ότι, σύμφωνα με τον δημοφιλή τοπικό μύθο, το
βαμπίρ είχε τρία χαρακτηριστικά - ήταν φάντασμα-αναστημένος, τρεφόταν με τους
ζωντανούς και μπορούσε να μεταδώσει στους άλλους τις ιδιότητές του. Αυτός ο
αυστριακός ορισμός για τους νεκροζώντανους διαμόρφωσε τον λογοτεχνικό μύθο των
βαμπίρ».
Τελετουργικές ταφές
Οι αρχαιολόγοι ανέσκαψαν για πρώτη φορά την τοποθεσία στο Πιέν
κοντά στο Ντεμπρόβα Τσέλμινσκ στη βόρεια Πολωνία το 2005 και ο Πολίνσκι
αναφέρει ότι το χωράφι χρησιμοποιήθηκε
ως νεκροταφείο για περίπου τέσσερις γενιές τον 17ο αιώνα.
Δεν υπάρχουν γραπτά αρχεία για το μέρος, ούτε εμφανίζεται σε
χάρτες. Οι γεωφυσικές έρευνες δείχνουν ότι υπάρχουν πολλοί περισσότεροι τάφοι
στην τοποθεσία πέρα από τους δεκάδες που έχουν ήδη ανασκαφεί.
Ένα χρόνο μετά την ανακάλυψη του τάφου της Ζόσια, η ίδια
ομάδα εντόπισε τα λείψανα ενός παιδιού, τα οποία ήταν θαμμένα με ασυνήθιστο
τρόπο. Ο σκελετός ήταν τοποθετημένα μπρούμυτα, το πάνω μέρος του κορμού έλειπε
και κάτω από τα πόδια εντοπίστηκε ένα λουκέτο παρόμοιο με αυτό που βρέθηκε στο
σώμα της Ζόσια. Σε ένα άλλο σημείο βρέθηκε ο σκελετός μιας εγκύου γυναίκας με
τα υπολείμματα ενός εμβρύου να υπάρχουν ακόμα στη μήτρα της.
Η ομάδα του Πολίνσκι τώρα επανεξετάζει τους τάφους που είχαν
ανασκαφεί προηγουμένως, ώστε να ανακαλύψει αν έχουν χρησιμοποιηθεί και σε άλλους
πρακτικές… καταπολέμησης των βαμπίρ και αναμένεται να εξετάσει πώς και αν
συνδέονται μεταξύ τους τα άτομα που θάφτηκαν εκεί μελετώντας δείγματα DNA. Ο Πολίνσκι
είπε ότι τα ευρήματα θα δημοσιευθούν σε επιστημονικό περιοδικό το επόμενο έτος.