Η εικόνα της μούμιας εξέπληξε τους αρχαιολόγους. Η ταυτότητα της αποκαλύφθηκε μέσα στον τάφο του Τουταγχαμών. Η ιστορία της είναι μοναδική για τα δεδομένα της εποχής
Το 1898 ο
αιγυπτιολόγος Βικτώρ Λορέ μπήκε σε έναν πλευρικό θάλαμο του τάφου του Φαραώ
Αμένοφις Γ’ και βρέθηκε μπροστά σε ένα εκπληκτικό θέαμα. Τρία μουμιοποιημένα
σώματα, το ένα δίπλα στο άλλο, βρίσκονταν ξαπλωμένα μέσα στον θάλαμο. Ήταν
σχεδόν γυμνά καθώς τυμβωρύχοι είχαν πάρει ό,τι πολύτιμό είχαν πάνω τους. Ήταν
οι μούμιες ενός αγοριού, μια νεαρής κοπέλας και μιας μεγαλύτερης γυναίκας. Η τρίτη
εντυπωσίασε τους πάντες τόσο για τα μακριά μαύρα της μαλλιά, όσο και για το
πόσο καλά είχε διατηρηθεί το πρόσωπο της. Την ονόμασα η «Πρεσβυτέρα» (λόγω της μεγαλύτερης
ηλικίας της σε σχέση με τις άλλες δύο μούμιες) ενώ κάποιοι την αποκαλούσαν η «όμορφη
μούμια».
Ο τάφος
του Τουταγχαμών έλυσε το μυστήριο
Για δεκαετίες
η ταυτότητα της «Πρεσβυτέρας» ήταν άγνωστη αν και αρκετοί αρχαιολόγοι πίστευαν
ότι γνώριζαν ποια είναι. Η λύση του μυστηρίου βρέθηκε μέσα στον τάφο του φαραώ
Τουταγχαμών.
Οι
αρχαιολόγοι εντόπισαν μια κρύπτη με τέσσερα φέρετρα μινιατούρες στα οποία ήταν
γραμμένο ένα συγκεκριμένο όνομα. Σε ένα από αυτά βρέθηκε μια τούφα μαλλιών. Οι
επιστήμονες, που υποψιάζονταν ποια ήταν η «Πρεσβυτέρα» ανέλυσαν την τούφα με
δείγμα από τα μαλλιά της «όμορφης μούμιας». Το μυστήριο λύθηκε.
Η «Πρσεβυτέρα»
ήταν η βασίλισσα Τίη, γιαγιά του Τουταγχαμών και σύζυγος του παππού του φαραώ
Αμένοφις Γ’ (18η δυναστεία 1390–1352 π.Χ.). Η Τίη είχε πεθάνει σε
ηλικία 40 έως 50 ετών και είχε ύψος 1.45. Από τις αναλύσεις που έγιναν στο DNA της εικάζουν ότι είχε καταγωγή από τις
νότιες περιοχές της Νουβίας (σημερινή νότια Αίγυπτος και νότιο Σουδάν). Θεωρείται
δεδομένο ότι είχε ταφεί σε διαφορετικό σημείο και μεταφέρθηκε στην Κοιλάδα των
Βασιλέων όταν πλέον πρωτεύουσα του βασιλείου έγινε η Θήβα. Η σαρκοφάγος της είχε
διαλυθεί από τυμβωρύχους που είχαν κλέψει ό,τι πολύτιμο. Χαρακτηριστικό είναι
ότι είχαν αφαιρέσει και το αντικείμενο που κρατούσε στο αριστερό της χέρι. Το δεξί
της χέρι ήταν κολλημένο στον κορμό της και έλειπε το μεγάλο δάχτυλο.
Τα δόντια της
ήταν σε πολύ καλή κατάσταση και η έρευνα έδειξε ότι η Τίη είχε υποβληθεί σε
επέμβαση αφαίρεσης των τριών από τους τέσσερις φρονιμήτες της.
Μια ξεχωριστή βασιλική σύζυγος
Η ιστορία της
βασίλισσας Τίης είναι πολύ ξεχωριστή. Ο πατέρας της Γιούγια ήταν πλούσιος αλλά
δεν ανήκε σε βασιλική οικογένεια. Οι αρχαιολόγοι εικάζουν ότι δεν ήταν Αιγύπτιος.
Αντίθετα η μητέρα της Θούγια είχε «αριστοκρατικό αίμα» και ασχολούταν πολύ με
θρησκευτικές σέχτες. Πιθανότατα ο φαραώ Άι, αυτός που διαδέχθηκε τον
Τουταγχαμών, ήταν αδελφός της Τίης.
Τον δεύτερο
χρόνο της βασιλείας του ο Αμενόφις Γ’ παντρεύτηκε την Τίη που πήρε τον τίτλο της
«Μεγάλης βασιλικής συζύγου». Το ζευγάρι απέκτησε τουλάχιστον επτά παιδιά. Ένα
από αυτά ήταν και ο φαραώ Ακενατόν (Αμενόφις Δ’) του οποίου σύζυγος ήταν η Νεφερτίτι.
Ο Αμενόφις Γ’
έχτισε στη Νουβία ναούς για την Τίη την οποία στην περιοχή λάτρευαν σαν θεά. Της
έφτιαξε επίσης μια τεχνητή λίμνη ενώ στο κολοσσιαίο άγαλμα που βρίσκεται σήμερα
στο Εθνικό Μουσείο της Αιγύπτου είναι πρωτοφανές το γεγονός ότι το ύψος της Τίης
είναι το ίδιο με τους φαραώ συζύγου της.
«Καμία
προηγούμενη βασίλισσα δεν ήταν ποτέ τόσο σημαντική στη ζωή του συζύγου της»
Οι
αρχαιολόγοι συμφωνούν ότι η Τίη είχε σεβασμό και δύναμη που σπάνια συναντάς σε
βασιλική σύζυγο. «Το πρωτοφανές με την Τίη δεν είναι από πού ήρθε αλλά αυτό που
έγινε. Καμία προηγούμενη βασίλισσα δεν ήταν ποτέ τόσο σημαντική στη ζωή του
συζύγου της. Η Tίη εμφανιζόταν συχνά δίπλα στον Αμενόφις σε αγάλματα, ανάγλυφα
τάφων και ναών και στήλες ενώ το όνομά της συνδυάζεται με το δικό του σε πολλά
μικρά αντικείμενα, όπως αγγεία και κοσμήματα, για να μην αναφέρουμε τους
μεγάλους αναμνηστικούς σκαραβαίους, όπου το όνομά της ακολουθεί τακτικά το δικό
του.
Στοιχεία
στην εικόνα της όπως η προσθήκη στα μαλλιά των κεράτων αγελάδων και των δίσκων
του ήλιου, χαρακτηριστικά της θεάς Αθώρ και η αναπαράστασή της με τη μορφή
σφίγγας (μια εικόνα που χρησιμοποιούνταν μόνο για τον φαραώ) τονίζουν τον ρόλο
της ως θεϊκό και επίγειο σύντροφο του βασιλιά.
Ο Αμενόφις τής έχτισε έναν ναό αφιερωμένο σε αυτή στη Σεντέινγκα στο βόρειο Σουδάν όπου την λάτρευαν
σαν μια μορφή της Αθώρ» αναφέρουν οι Αμερικάνοι αρχαιολόγοι Ντέιβιντ Ο’Κόντο και Έρικ Κλάιν.
Η Τίη είχε μεγάλη
δύναμη και σημαντική επιρροή τόσο κατά τη βασιλεία του συζύγου της όσο και του
γιού της (Ακενατόν). Ήταν σύμβουλος τους και συνδιαλεγόταν απευθείας με ηγέτες
ξένων βασιλείων. Ο ρόλος της ήταν εξαιρετικά σημαντικός και η Τίη είναι η πρώτη
βασιλική σύζυγος της οποίας το όνομα αναφέρεται σε επίσημους νόμους. Σε επιστολή
του βασιλιά Τουσράτα του Μιτάμνι (βασίλειο που βρισκόταν στη Μέση Ανατολή) τόσο
προς τον Ακενατόν, όσο και προς την Τίη γίνεται φανερό πόσο σεβαστή και ισχυρή
ήταν η βασιλική σύζυγος και στη συνέχεια βασιλομήτωρ.
Επίλογος
Η Τίη έζησε περίπου
12 χρόνια μετά τον θάνατο του συζύγου της. Τελευταία αναφορά σε αυτή γίνεται σε
μια γραφή του 1338 π.Χ. Πιθανότατα πέθανε λίγο μετά, τον 12ο χρόνο της
βασιλείας του Ακενατόν.
Οι
αρχαιολόγοι τοποθετούν την γέννηση της το 1398 π.Χ. Πιθανότατα παντρεύτηκε τον
Αμενόφις σε ηλικία 11 ή 12 ετών και έμεινε χήρα στα 48 ή 49.
Η Τίη
εντυπωσίασε αρχικά τους αρχαιολόγους λόγω του πόσο καλά είχε διατηρηθεί η
μούμια της. Τελικά ήταν η ζωή της και η δύναμη που απέκτησε που την κάνει να
ξεχωρίζει από τις υπόλοιπες συζύγους των φαραώ.