Ο Τζέραρντ Γουόκερ ήταν ένα μαύρο παιδί σε μια σέχτα που πίστευε στην ανωτερότητα της λευκής φυλής. Ο κόσμος θα τελείωνε όταν ήταν οκτώ ετών όμως αυτό δεν συνέβη
«Ποτέ δεν είχα σκεφτεί τι θα γίνω όταν μεγαλώσω» λέει ο Τζέραντ Γουόκερ. Μεγάλωσε πεπεισμένος ότι ο κόσμος θα τελείωνε το 1972, όταν θα ήταν οκτώ ετών. Σύμφωνα με την προφητεία, φωτιά και θειάφι θα έπεφτε από τους ουρανούς, οι άνθρωποι θα έτρεχαν στους δρόμους πανικόβλητοι, θα καίγονταν και τα πρόσωπά τους θα έλιωναν. Αλλά ως μέλη της Παγκόσμιας Εκκλησίας του Θεού (WCG), ο Γουόκερ και η οικογένειά του θα σώζονταν και θα μεταφέρονταν μαγικά σε ένα ιερό μέρος, πιθανώς την Πέτρα, στην Ιορδανία. «Τα κακά νέα ήταν ότι δεν θα υπήρχε μέλλον, αλλά τα καλά νέα ήταν: Δεν χρειάζεται να ανησυχείς για αυτό. Όλα είναι σχεδιασμένα για εσάς» λέει ο Γουόκερ.
Χωρίς να το έχει
συνειδητοποιήσει ήταν μέλος μιας σέχτας που πίστευε μάλιστα στην ανωτερότητα της
λευκής φυλής. «Πιστεύαμε ότι επιλεγήκαμε για τη σωτηρία, αλλά μας επέλεξαν για
την καταστροφή» τονίζει.
Από την αρχή
είχε καταλάβει ότι η οικογένεια του ήταν διαφορετική.
«Δεν γιορτάσαμε τα Χριστούγεννα ή το
Halloween. Δεν γιορτάζαμε τα γενέθλιά μας. Οι περισσότεροι άνθρωποι που
γνωρίζαμε πήγαιναν στην εκκλησία τις Κυριακές, εμείς τα Σάββατα. Δεν έπρεπε να
συναναστραφούμε με ανθρώπους που δεν ανήκαν στην εκκλησία μας. Προσπαθήσαμε να
το κρατήσουμε κρυφό όσο το δυνατόν περισσότερο, αλλά τελικά αποκαλύφθηκε. Στο
σχολείο, όταν άλλα παιδιά έφτιαχναν χριστουγεννιάτικα στολίδια στην τάξη, εγώ
και ο δίδυμος αδερφός μου Τζέιμς καθόμασταν ξεχωριστά και κάναμε κάτι άλλο. Λέγαμε:
Είναι ενάντια στη θρησκεία μας. Ηταν η φράση που χρησιμοποιούσαμε όλη την ώρα.
Τα περισσότερα παιδιά υπέθεσαν ότι είμαστε Εβραίοι. Ήταν πιο εύκολο από το να
πρέπει να εξηγήσουμε» λέει και συνεχίζει:
«Μισούσα να
μη γιορτάζω αυτά τα πράγματα. Η αγαπημένη μου μέρα του χρόνου ήταν η επόμενη
των Χριστουγέννων. Γιατί αυτή ήταν η πιο μακρινή μέρα από τα επόμενα
Χριστούγεννα». Το Halloween ήταν επίσης οδυνηρό γιατί φαινόταν διασκεδαστικό.
Όταν έρχονταν τα παιδιά για trick or treat ο πατέρας μου κουνούσε την Αγία Γραφή
του και έλεγε: Αυτή είναι μια παγανιστική γιορτή και ο Θεός θα σας τιμωρήσει
γι' αυτό». Το επόμενο πρωί, όπως ήταν η παράδοση για τους ανθρώπους που δεν
έδιναν καραμέλες, το σπίτι μας θα γεμάτο με σκουπίδια και τσόφλια αυγών που μας
είχαν πετάξει».
Υπήρχε ένας
άλλος λόγος που τα παιδικά χρόνια του Γουόκερ ήταν διαφορετικά: και οι δύο
γονείς του ήταν τυφλοί. Ο πατέρας του έπεσε από μια σκάλα όταν ήταν 12 ετών και
εμφάνισε θρόμβο αίματος στον εγκέφαλό του, ο οποίος του στέρησε την όρασή του.
Η μητέρα του, όταν ήταν ακόμα μωρό, τυφλώθηκε στο ένα μάτι. Για να τις θεραπεύσουν
το γλαύκωμα χρησιμοποίησαν ένα… φάρμακο που περιείχε ούρα αγελάδας και στάχτη
από τσιγάρο. Στη συνέχεια, όταν ήταν εννέα, χτυπήθηκε στο άλλο μάτι από ένα
κομμάτι ξύλο και έχασε την όρασή της εντελώς.
Και οι δύο
έζησαν όσο το δυνατόν πιο ενεργή ζωή. Συχνά βασίζονταν στα έξι παιδιά τους για
να είναι τα μάτια τους. Ο πατέρας του Γουόκερ εργάστηκε ως σύμβουλος για άτομα
με προβλήματα όρασης. Η μητέρα του έμενε στο σπίτι για να αναθρέψει τα έξι
παιδιά. Η οικογένεια ήταν φτωχή –εν
μέρει λόγω του ότι έδινε το 30% των κερδών της στην σέχτα.
Ο Γουόκερ
τονίζει πως το γεγονός ότι οι γονείς του ήταν τυφλοί έπαιξε μεγάλο ρόλο στο να
είναι τόσο πιστοί στη σέχτα. Πίστευαν ότι ως εκλεκτοί μια μέρα θα θεραπευτούν
και θα μπορέσουν να δουν τα παιδιά τους.
Η WCG ιδρύθηκε από τον Χέρμπερτ Άρμστρονγκ (φωτό), έναν ευαγγελιστή από την Αϊόβα. Συγκέντρωσε το ποίμνιο του μέσω ραδιοφωνικών εκπομπών, του περιοδικού του Plain Truth και αργότερα μέσω της τηλεόρασης. Στην ακμή της η εκκλησία είχε περισσότερα από 100.000 μέλη.
Ο Γουόκερ
και η οικογένειά του σπάνια έβλεπαν τον Άρμστρονγκ αλλά άκουγαν μόνιμα το κήρυγμα
του. Κάθε Σάββατο πήγαιναν στην εκκλησία όπου το κήρυγμα διαρκούσε δυόμισι
ώρες. Ήταν μια ομιλία γεμάτη τρομακτικές εικόνες και καταστροφή. «Δεν ήθελα
ποτέ να πάω στην εκκλησία. Έτρεμα για ώρες μετά το κήρυγμα» θυμάται. «Σε μια
σέχτα το συνδετικό υλικό είναι ο φόβος» τονίζει.
Ο Άρμστρονγκ
πέραν της «προφητείας» του για το τέλος του κόσμου δίδασκε και την ανωτερότητα της
λευκής φυλής. «Έλεγε ότι οι μαύροι ήταν μια κατώτερη φυλή από τους λευκούς και
ανέφερε τη βιβλική γραφή για να το αποδείξει. Τόνιζε ότι οι λευκοί άνθρωποι
έγιναν κατ' εικόνα του Θεού, ότι οι μαύροι τοποθετήθηκαν στη Γη για να γίνουν
υπηρέτες τους και ότι ο παράδεισος θα ήταν διαχωρισμένος παρόλο που ακόμα και
εμείς οι μαύροι επρόκειτο να σωθούμε. Δεν θα ήμασταν όμως με λευκούς ανθρώπους.
Θα μας έστελναν στην Αφρική ή σε κάποιο άλλο μέρος» αναφέρει ο Γουόκερ
Ακόμα και
εντός της σέχτας ίσχυε ο διαχωρισμός. Τα μέλη του ήταν περισσότερο από 90%
λευκά, αλλά στην εκκλησία του Γουόκερ ήταν όλοι μαύροι. Ακόμη και σε μαζικές
συγκεντρώσεις της WCG, η εκκλησία των μαύρων θα κρατούνταν χωριστά από τους
λευκούς. Ο διαφυλετικός γάμος ήταν απαγορευμένος.
«Η ειρωνεία
είναι ότι, παρόλο που επρόκειτο για μια εκκλησία διαχωρισμού της λευκής
υπεροχής, οι μαύροι που επιλέχθηκαν ένιωθαν ξεχωριστοί. Παρόλο που
αποδεχόμασταν την κατωτερότητά μας έναντι των λευκών, επειδή πιστεύαμε ότι ήταν
βιβλικά προκαθορισμένη αισθανόμασταν ανώτεροι από τους άλλους μαύρους» τονίζει.
Ο Άρμστρονγκ
είχε ορίσει την Πρωτοχρονιά του 1972 ως την ημέρα που θα καταστραφεί ο κόσμος.
Η οικογένεια συγκέντρωνε κονσέρβες και τρόφιμα σε περίπτωση που καθυστερούσε η
μεταφορά τους στο ασφαλές μέρος. Όταν η μέρα έφτασε δεν συνέβη απολύτως τίποτα.
Ο Άρμστρονγκ
έστειλε ένα ενημερωτικό δελτίο στην εκκλησία υποστηρίζοντας: «Ποτέ δεν είπα ότι
σίγουρα θα ήταν το 1972. Ο λόγος για τον οποίο δεν συνέβη είναι επειδή δεν
έχουμε ολοκληρώσει ακόμα τη δουλειά μας στη Γη. Ο Θεός με κράτησε εδώ γιατί
θέλει να διαδώσω το λόγο του για να προσπαθήσω να σώσω περισσότερους ανθρώπους
πριν επιστρέψει. Μπορώ να διαδώσω περισσότερα μόνο αν έχω περισσότερα χρήματα. Παρακαλώ στείλτε τις επιταγές σας στο…».
«Ακριβώς αυτό
κάναμε» αναφέρει ο Γουόκερ.
Για τα
επόμενα χρόνια, ο Άρμστρονγκ συνέχισε να μετατοπίζει την προθεσμία της
καταστροφής, εκμεταλλευόμενος κάθε παγκόσμια σύγκρουση και καταστροφή ως
επιβεβαίωση ότι το τέλος ήταν κοντά. Συνεχίζαμε να περιμένουμε να επιβεβαιωθεί.
Ως παιδί ήμουν απογοητευμένος, αλλά και ανακουφισμένος που έκανε λάθος».
Το κομβικό
σημείο για τους περισσότερους ήρθε το 1979 όταν η εκπομπή «60 Minutes» αποκάλυψε τον πλούσιο τρόπο ζωής
του Άρμστρονγκ, τις οικονομικές του ατασθαλίες και έναν αγώνα εξουσίας μεταξύ
του Άρμστρονγκ και του γιου του, Γκάρνερ Τεντ, τον οποίο είχε αφορίσει
(αργότερα ίδρυσε ο Γκάρνερ Τεντ τη δική του εκκλησία). «Καταλάβαμε ότι αυτή δεν
ήταν μια νόμιμη εκκλησία, ότι δεν ήταν ο Μεσσίας, ότι ήταν απατεώνας και
ήμασταν όλοι απατεώνες. Σταμάτησα να πηγαίνω στην εκκλησία και λίγο μετά
σταμάτησε και η υπόλοιπη οικογένεια» τονίζει.
Ο
μεγαλύτερος αδελφός του ο Τίμι είχε ήδη φύγει πριν χρόνια. Ζούσε μια παραβατική
ζωή πουλώντας ναρκωτικά. Ο Γουόκερ τον ακολούθησε. Στα 16 του παράτησε τελείως
το σχολείο. «Ήθελα να αφοσιωθώ πλήρως στην παραβατικότητα μου», λέει. Άρχισε να
καταναλώνει πολύ αλκοόλ και μαριχουάνα και αργότερα κοκαΐνη. «Έκανε ό,τι
δουλειά μπορούσα για να αγοράσω ναρκωτικά. Ήμουν μπερδεμένος και είχα κατάθλιψη.
Είχα μεγαλώσει πεπεισμένος ότι σύντομα θα πεθάνω και μετά θα ξαναγεννηθώ. Ξαφνικά
όμως έμαθα ότι είμαι σαν όλους τους άλλους και πρέπει να συνεχίσω τη ζωή μου.
Δεν ήξερα τι να κάνω» τονίζει.
Η δολοφονία που τον αφύπνισε
Όλα άλλαξαν
ένα βράδυ που επισκέφθηκε τον φίλο του τον Γκρεγκ για να βρει ναρκωτικά. «Καθώς
ήμουν έτοιμος να ανέβω στο διαμέρισμα μια φιγούρα βγήκε από τις σκιές. Ένας άντρας
έβγαλε όπλο και μου το κόλλησε στο κεφάλι. Μου ζήτησε τα λεφτά μου αλλά εγώ
είχα πάει να πάρω τσάμπα ναρκωτικά γιατί δεν είχα λεφτά. Έφυγα και αργότερα
έμαθα ότι είχαν πυροβολήσει τον Γκρεγκ έξω από το σπίτι. Αναμφίβολα ήταν ο ίδιος
άντρας με το όπλο. Ήμουν 22 ετών και σκεφτόμουν πως γλίτωσα. Έμενα στον 16ο
όροφο και σκέφτηκα να ανοίξω το παράθυρο και να πέσω. Τελικά το άνοιξα και πέταξα
έξω την κοκαΐνη που είχα. Αποφάσισα ότι κάτι πρέπει να κάνω με τη ζωή μου».
Ήταν ένα
μακρύ και δύσκολο ταξίδι αλλά ο Γουόκερ έπρεπε να το κάνει. «Δούλευα καθαριστής
σε νοσοκομείο. Έβλεπα τους φοιτητές να κατεβαίνουν μια στάση πριν από εμένα στο
Πανεπιστήμιο του Ιλινόι. Μια μέρα κατέβηκα κι εγώ εκεί. Μπήκα στη βιβλιοθήκη,
πήρα ένα βιβλίο κι άρχισα να διαβάζω. Περίμενα να έρθει κάποιος να χτυπήσει τον
ώμο μου και να μου πει: Τι κάνεις εδώ μέσα; Δεν συνέβη.
Συνέχισα να
πηγαίνω και έκανα αίτηση για εγγραφή. Δεν είχα όμως τελειώσει καν το Γυμνάσιο. Πήγα
στο δημόσιο Κολέγιο. Παρακολούθησα τυχαία ένα μάθημα δημιουργικής γραφής. Ο
δάσκαλός μου, ο Έντουαρντ Χόουμγουντ μου είπε ότι έχω ταλέντο και πρέπει να πάω
στο εργαστήριο συγγραφέων στο
Πανεπιστήμιο της Αϊόβα. Πήγαμε μαζί. Συνειδητοποίησα όμως ότι δεν μπορούσα να
πληρώσω τα δίδακτρα. Ο δάσκαλος μου είπε: Απλά να ανησυχείς για τα μαθήματα. Θα
πληρώσω εγώ για να πάρεις το πτυχίο σου». Έμεινα έκπληκτος» λέει και προσθέτει:
«Ένα λευκός ηλικιωμένος είχε καταστρέψει τη ζωή μου κι ένας άλλος λευκός ηλικιωμένος
την έβαλε πάλι στο σωστό δρόμο».
Ο Γουόκερ
έγραψε το πρώτο του βιβλίο το «Street Shadows» για τη ζωή των κακοποιών. Οι κριτικές
ήταν πολύ καλές. «Πολύς κόσμος με ρωτούσε για τα παιδικά μου χρόνια αλλά
απέφευγα το θέμα. Τελικά το 2016 κυκλοφόρησα τα απομνημονεύματα μου, το «The World In Flames». Ήταν μια επώδυνη διαδικασία. Δεν
μου άρεσε να επιστρέφω σε εκείνη την εποχή. Δεν ήθελα να το ζω και πάλι. Πλέον
όταν σκέφτομαι την εποχή στην σέχτα δεν πονάει αλλά εξοργίζομαι. Για το γεγονός
ότι δεν πήγαινα στο σχολείο, για τους γονείς μου, για τον αδελφό μου τον Τιμ
που πέθανε στα 47 του από τους εθισμούς. Σκέφτομαι τη διαφορετική-καλύτερη ζωή που
θα μπορούσε να έχει η οικογένεια μου αν δεν ήμασταν… εκλεκτοί».
Παντρεμένος
με δύο γιούς πλέον ο Γουόκερ λέει ότι ο χρόνος λειτουργεί ευεργετικά: «Όσο πιο
πολύ απομακρύνομαι από αυτό τόσο καλύτερα είμαι».