Βίασαν 16 κορίτσια και 32 χρόνια μετά δεν έχει αποδοθεί δικαιοσύνη


Το 1992 μια ομάδα πλούσιων νεαρών βίασε συνολικά 16 κορίτσια στην πόλη Ατζμέρ της Ινδίας. Έως σήμερα η υπόθεση δεν έχει τελεσιδικήσει παρότι υπάρχουν φωτογραφίες και βίντεο

«Το 1992 ήμουν 18 ετών. Ένας άντρας, τον οποίο γνώριζα, μου είπε να πάμε να δούμε βιντεοκασέτες. Με πήγε σε μια αποθήκη. Εκεί βρίσκονταν 6-7 άντρες. Με έδεσαν, με βίασαν και έβγαλαν φωτογραφίες. Στο τέλος μου έδωσαν 200 ρουπίες (περίπου δύο ευρώ) και μου είπαν να πάω να αγοράσω ένα κραγιόν. Δεν πήρα τα λεφτά. Η καρδιά μου είναι γεμάτη με πόνο. Ακόμα και σήμερα κλαίω όταν σκέφτομαι το περιστατικό που κατέστρεψε τη ζωή μου» λέει η Σούσμα.

Οι άντρες που τη βίασαν ανήκαν σε ισχυρές οικογένειες της πόλης Ατζμέρ στη δυτική Ινδία. Η Σούσμα έπρεπε να περιμένει 32 ολόκληρα χρόνια για να αποδοθεί τελικά δικαιοσύνη. Οι βιαστές της καταδικάστηκαν τον Αύγουστο του 2024 σε ισόβια.

«Σήμερα είμαι 50 ετών και επιτέλους νιώθω ότι αποδόθηκε δικαιοσύνη. Όμως αυτό δεν μπορεί να φέρει πίσω όλα όσα έχασα. Για χρόνια δεχόμουν επιθέσεις για ό,τι μου συνέβη. Οι γάμοι μου καταστράφηκαν όταν οι σύζυγοι μου έμαθαν το παρελθόν μου», τονίζει η Σούσμα.

Είναι ένα από τα 16 κορίτσια (όλες μαθήτριες ή φοιτήτριες) που βιάστηκαν και εκβιάστηκαν από ένα γκρουπ πλούσιων ανδρών. Οι βιασμοί έγιναν μέσα στο 1992 και η υπόθεση προκάλεσε οργή σε ολόκληρη την Ινδία.

Οι καταδικασθέντες δεν έχουν ομολογήσει και οι δικηγόροι τους τονίζουν ότι θα καταθέσουν έφεση επί της καταδικαστικής απόφασης.

Για την υπόθεση είχαν κατηγορηθεί συνολικά 17 άτομα. Οι οκτώ καταδικάστηκαν σε ισόβια το 1998 αλλά στη συνέχεια η ποινή τους μειώθηκε σε δεκαετή κάθειρξη. Τέσσερα άτομα καταδικάστηκαν αρχικά αλλά αθωώθηκαν σε δεύτερο βαθμό. Πλέον απομένουν οι πέντε στους οποίους επιβλήθηκαν ισόβια. «Είναι μια ακόμα περίπτωση που δείχνει ότι το πρόβλημα εκτείνεται πέραν του νομικού μας συστήματος. Η πατριαρχική μας κοινωνία είναι προβληματική. Πρέπει να αλλάξουμε τον τρόπο που σκεφτόμαστε αλλά πόσος χρόνος θα χρειαστεί για να γίνει κάτι τέτοιο;» τονίζει η δικηγόρος Ρεμπέκα Τζον.

Οι κατηγορούμενοι χρησιμοποίησαν τη δύναμη και τον πλούτο τους για να διαστρεβλώσουν τα γεγονότα, να απειλήσουν και να αναγκάσουν τα θύματα τους να σιωπήσουν. Με τις φωτογραφίες και τα βίντεο που τραβούσαν κατά τη διάρκεια των βιασμών εκβίαζαν τα κορίτσια ώστε να μην τους καταγγείλουν.

«Χρησιμοποιούσαν τις κάμερες ακόμα και για να βρουν θύματα. Σε μια περίπτωση κάλεσαν έναν νεαρό σε ένα πάρτι. Τον μέθυσαν και τον έβγαλαν φωτογραφίες. Με αυτές τον εκβίασαν και τον ανάγκασαν να φέρει φίλες του σε ένα συγκεκριμένο μέρος» αναφέρει η δικηγόρος της πολιτικής αγωγής Βιρέντρα Σινγκ Ραθόρε.

Έχοντας δεσμούς με πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες οι κατηγορούμενοι ουσιαστικά έδρασαν για ένα διάστημα εκτός νόμου. Όταν η υπόθεση αποκαλύφθηκε επιχείρησαν να «κουκουλώσουν» το θέμα. «Υπήρχαν αστυνομικοί που γνώριζαν τι γινόταν και φυσικά αυτοί που εργάζονταν σε φωτογραφεία και εμφάνιζαν τα φιλμ. Όταν οι φωτογραφίες και τα βίντεο αποκαλύφθηκαν τότε τα δεδομένα άλλαξαν. Υπήρχαν πλέον αποδείξεις αλλά ακόμα κι έτσι οι αρχές δεν κινητοποιήθηκαν» αποκαλύπτει ο δημοσιογράφος Σαντός Γκούπτα και προσθέτει: «Έγραψα κάποια ρεπορτάζ αλλά κανείς δεν φάνηκε να ενδιαφέρεται. Τότε η εφημερίδα μου πήρε μια παράτολμη απόφαση. Δημοσίευσε τη φωτογραφία ενός θύματος. Ήταν γυμνή από τη μέση και πάνω, πιεσμένη ανάμεσα σε δύο άντρες που έπιαναν τα στήθη της. Θαμπώσαμε το πρόσωπο της κοπέλας αλλά όχι των ανδρών. Ο ένας χαμογελούσε…».

Η φωτογραφία προκάλεσε οργή και πραγματοποιήθηκαν ογκώδεις διαδηλώσεις διαμαρτυρίας. Η κυβέρνηση αναγκάστηκε να δράσει και οι αρχές να ασκήσουν κατηγορίες.

Χρειάστηκαν όμως 32 ολόκληρα χρόνια για να εκδοθεί απόφαση για όλους τους κατηγορουμένους. Κάποιοι από αυτούς είχαν καταφέρει να διαφύγουν και κάποιοι άλλοι απέφευγαν να καθίσουν στο εδώλιο εκμεταλλευόμενοι τους νόμους της Ινδίας.

«Κάθε φορά που συλλάμβαναν έναν κατηγορούμενο τότε η δίκη ξεκινούσε πάλι από την αρχή. Η υπεράσπιση καλούσε πάλι τα θύματα και τους μάρτυρες για να καταθέσουν. Ο νόμος δίνει μάλιστα το δικαίωμα στον κατηγορούμενο να παρακολουθήσει τις καταθέσεις. Ανάγκασαν τα θύματα να ζήσουν τον βιασμό τους ξανά και ξανά. Πολλές φορές ρωτούσαν κλαίγοντας τον δικαστή γιατί κλήθηκαν ξανά. Γυναίκες πλέον πάνω 40 να μιλούν ξανά για τους βιασμούς. Παράλληλα όσο ο καιρός περνούσε οι μάρτυρες εξαφανίζονταν. Κάποιοι δεν ήθελαν πλέον να έχουν καμία σχέση με την υπόθεση», τονίζει η Ραθόρε.

Ακόμα και σήμερα ένας από τους κατηγορουμένους δεν έχει συλληφθεί. Αν τελικά τον πιάσουν τα θύματα θα πρέπει να καταθέσουν εκ νέου.

Η Σούσμα λέει ότι θα το κάνει γιατί είναι η αλήθεια. «Ποτέ όλα αυτά τα χρόνια δεν άλλαξα την ιστορία μου. Ήμουν νέα και αθώα όταν αυτοί οι άνθρωποι μου έκαναν αυτό το πράγμα. Μου έκλεψαν τα πάντα. Δεν έχω τίποτα να χάσω πλέον» τονίζει.