Έχοντας βιώσει το δράμα της ανεργίας, ένας 50χρονος οικοδόμος δεν σταμάτησε να δουλεύει για τη νέα του εταιρία ακόμα και όταν το θερμόμετρο έδειχνε 40 βαθμούς
Οι θερμοκρασίες που ξεπερνούν τους 40 βαθμούς κελσίου μοιάζει να είναι πλέον καθημερινότητα όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και σε πολλές περιοχές της Ευρώπης. Ο καύσωνας φαίνεται ότι θα γίνει πλέον αναπόσπαστο μέρος της καλοκαιρινής μας ζωής και γι’ αυτό θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν πολλές από τις συνήθειές μας.
Ως τότε όμως, η νέα αυτή κατάσταση αναμένεται να θέσει σε
νέους κινδύνους την υγεία των ανθρώπων που εκτίθενται σε αυτές τις ανυπόφορες
συνθήκες. Η ιστορία του Ντέιβιντ Αζεβέδο, την οποία παρουσιάζει ο Guardian το
αποδεικνύει.
Για την Αν-Μαρί Αζεβέδο, η 13η Ιουλίου 2022 ξεκίνησε σαν μια
συνηθισμένη μέρα. Ο αδερφός της Ντέιβιντ έμενε μαζί της και προσπαθούσε να
σταθεί ξανά στα πόδια του μετά από μια περίοδο ανεργίας. Ήταν την τρίτη μέρα στη
νέα του δουλειά σε μια οικοδομή και του ζητήθηκε να δουλέψει επιπλέον ώρες. Αποφασισμένος
να κάνει καλή εντύπωση, ο Ντέιβιντ δέχθηκε αμέσως.
Η Γαλλία βρισκόταν εν μέσω ενός έντονου κύματος καύσωνα και αυτός
δούλευε όλη μέρα έξω και γι’ αυτό το προηγούμενο βράδυ ήταν εξαντλημένος και
εμφανώς καταπονημένος από τη ζέστη.
Στις 11.50 η Αν-Μαρί έλαβε κλήση από έναν άγνωστο αριθμό.
Ήταν κάποιος από το εργοτάξιο που έλεγε ότι ο Ντέιβιντ δεν ήταν καλά και έπρεπε
να έρθει να τον πάρει. Η Αν-Μαρί μπήκε αμέσως στο αυτοκίνητό της και οδήγησε τα
10 λεπτά μέχρι το σημείο.
Ο Ντέιβιντ ήταν ξαπλωμένος στο πεζοδρόμιο, κάτω από ένα
μικρό δέντρο που του έριχνε ένα κομμάτι σκιάς τόσο μικρό που μέρος του σώματός
του ήταν ακόμα κάτω από το καυτό φως του ήλιου. Είχε σπασμούς και έβγαζε σάλια
από το στόμα. Κανείς δεν ήταν μαζί του και δεν υπήρχε κοντά του κάποιος γιατρός.
Η Αν-Μαρί άρχισε να φωνάζει και κάποιος της είπε ότι ένα ασθενοφόρο ήταν καθ'
οδόν. «Δεν καταλάβαινα τι συνέβαινε», λέει. «Δεν καταλάβαινα γιατί ο αδερφός
μου ήταν έτσι, γιατί με είχαν καλέσει, γιατί δεν είχαν καλέσει πρώτα τις
υπηρεσίες έκτακτης ανάγκης».
Η Αν-Μαρί δεν είχε ιδέα τι είχε συμβεί με τον αδερφό της,
αλλά ανέλαβε δράση. Εργάζεται ως γραμματέας σε ιατρείο και είχε κάποιες γνώσεις
πρώτων βοηθειών. Έβγαλε αμέσως τις μπότες και τις κάλτσες του. Έψαξε για νερό,
το οποίο λέει ότι δεν ήταν άμεσα διαθέσιμο. Κάποιος της έδωσε ένα μπουκάλι με
μια μικρή ποσότητα στο κάτω μέρος και εκείνη το χρησιμοποίησε για να βρέξει το
στόμα του αδερφού της. Χρειάστηκε ακόμα μισή ώρα μέχρι να φτάσει το ασθενοφόρο.
Ένα από τα πρώτα πράγματα που έκαναν οι νοσοκόμοι ήταν να ελέγξουν τη
θερμοκρασία του σώματος του Ντέιβιντ. Ήταν 42 οC. Ήταν στη δίνη της
θερμοπληξίας.
Αυτή είναι η πιο σοβαρή ασθένεια που σχετίζεται με τη ζέστη:
σημαίνει ότι το σώμα δεν μπορεί να ελέγξει τη θερμοκρασία του. Καθώς η
θερμοκρασία αυξάνεται γρήγορα, ο μηχανισμός εφίδρωσης αποτυγχάνει και το σώμα
δεν μπορεί να κρυώσει. Εάν η φροντίδα του ασθενούς καθυστερήσει, η κατάσταση
είναι θανατηφόρα.
Ο Ντέιβιντ μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο, όπου επί ώρες οι
γιατροί προσπαθούσαν να τον σώσουν. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, πέθανε. Στο
πιστοποιητικό θανάτου του, η αιτία θανάτου αναγράφεται: «Καρδιακή ανακοπή που
προκαλείται από σοβαρή υπερθερμία». Ο Ντέιβιντ πέθανε λόγω της ζέστης.
Παλεύοντας για μια
νέα ζωή
Την Αν-Μαρί συνάντησε η δημοσιογράφος του Guardian στο
σπίτι της γυναίκας στο Κλερμόντ-Φεράντ, μια μικρή πόλη στην κεντρική Γαλλία που
βρίσκεται στην ηφαιστειακή περιοχή Σαιν ντε Πουί. Έχουν περάσει δύο χρόνια από
τον θάνατο του και η Αν-Μαρί εξακολουθεί να προσπαθεί να το αποδεχτεί.
Η Αν-Μαρί λέει ότι αυτή και ο Ντέιβιντ με τον μεσαίο αδερφό τους,
τον Έρικ, ήταν πάντα πολύ δεμένοι, ενώ περιγράφει έναν άνθρωπο που ήταν πολύ
δοτικός.
«Όταν ήμασταν έφηβοι μερικές φορές έπαιρνε φαγητό από το σπίτι
μας για να το δώσει κρυφά σε φίλους των οποίων οι οικογένειες δυσκολεύονταν
περισσότερο από τις δικές μας, ή χάριζε τα ρούχα ή τα παπούτσια του. Ήταν
κάποιος που αγαπούσε τους ανθρώπους», λέει η Αν-Μαρί. «Ποτέ δεν τσακώθηκε με
κανέναν, δεν ήταν ποτέ κακός, έλεγε γεια σε όποιον συναντούσε».
Στις 28 Μαΐου 2022, ο Ντέιβιντ έκλεισε τα 50 και αποφάσισε
ότι ήρθε η ώρα να αλλάξει τη ζωή του. Ζούσε στο Μπριούντ και είχε μείνει
άνεργος τα τελευταία χρόνια, έπινε πάρα πολύ και πάλευε να κόψει τις κακές
συνήθειες. Τηλεφώνησε στην Αν-Μαρί και της είπε: «Είμαι κουρασμένος από τη ζωή και
θέλω να ξεκινήσω από την αρχή». Το ποτό του Ντέιβιντ ήταν ένα θέμα ταμπού - αρνούνταν
ότι είχε πρόβλημα - και η Αν-Μαρί ανακουφίστηκε όταν τον άκουσε να μιλά για το
μέλλον. «Συνειδητοποίησε ότι, στα 50, είχε ακόμα χρόνο να κάνει πολλά
πράγματα», θυμάται. «Εννοείται ότι θα τον στήριζα».
Τα αδέρφια έφτιαξαν ένα σχέδιο. Ο Ντέιβιντ – που πάντα
δούλευε στις κατασκευές – θα έβρισκε δουλειά στο Κλερμόν-Φεράν, μένοντας με την
Αν-Μαρί μέχρι να μαζέψει αρκετά χρήματα για να νοικιάσει ένα δικό του μέρος. Η
ίδια ζει σε ένα απλό διαμέρισμα δύο υπνοδωματίων με τη μικρότερη κόρη της,
Έμμα, η οποία ήταν 16 ετών τότε. Συμφώνησαν ότι ο Ντέιβιντ θα έπαιρνε το
δωμάτιο της Έμμα και η μητέρα και η κόρη θα μοιράζονταν το ίδιο δωμάτιο.
Τον Ιούνιο του 2022 ο καύσωνας σάρωνε όλη την Ευρώπη. Η
Γαλλία ήταν μια από τις χώρες που επλήγησαν περισσότερο, με θερμοκρασίες 40-43
βαθμούς Κελσίου που καταγράφηκαν σε ορισμένα μέρη. Η ζέστη υποχώρησε για λίγο,
επιστρέφοντας στους μέσους όρους του καλοκαιριού καθώς ο Ντέιβιντ έλαβε τα καλά
νέα: είχε βρει δουλειά στο Κλερμόν-Φεράν, δουλεύοντας για τον κατασκευαστικό
γίγαντα Eiffage. Η σύμβαση
εργασίας του ήταν για λίγο καιρό, αλλά το πρακτορείο που του είχε βρει τη
δουλειά είπε ότι αν όλα πήγαιναν καλά θα μπορούσε να παραταθεί μέχρι το 2025. Ο
Ντέιβιντ ήταν αποφασισμένος να κάνει καλή εντύπωση.
Μαζί με τη δουλειά όμως επέστρεψε και ο καύσωνας ακόμα πιο
έντονος και οι αρχές της Γαλλίας στις 9 Ιουλίου 2022 εξέδωσαν κόκκινο συναγερμό
για την περιοχή όπου ζούσαν η Αν-Μαρί και ο Ντέιβιντ. Η πρώτη μέρα εργασίας του
Ντέιβιντ ήταν στις 11 Ιουλίου.
Το κόστος του καύσωνα
Καθώς η κλιματική αλλαγή αλλάζει ριζικά τον κόσμο στον οποίο
ζούμε, η υπερβολική ζέστη στην Ευρώπη γίνεται ετήσιο φαινόμενο. Σύμφωνα με το Copernicus, το πρόγραμμα
παρατήρησης της Γης της ΕΕ, το 2022 ήταν –ως τότε- το πιο ζεστό καλοκαίρι της
Ευρώπης. (Από τότε τα πρωτεία τα πήρε το καλοκαίρι του 2023, ενώ αναμένεται να
συμβεί το ίδιο το 2024) Οι έντονες περίοδοι ζέστης τα τελευταία καλοκαίρια
προκάλεσαν πυρκαγιές σε χώρες από την Ελλάδα έως τη Γαλλία, οδήγησαν σε ξήρανση
ολόκληρων ποταμών σε όλη την ήπειρο και δημιούργησαν προβλήματα με την παροχή
νερού.
Οι καύσωνες έχουν επίσης καταστροφικές επιπτώσεις στην
ανθρώπινη υγεία, προκαλώντας συνήθως σημαντική αύξηση στους θανάτους. Όμως ο
καθορισμός των θανάτων που προκαλούνται στην πραγματικότητα από τη ζέστη δεν
είναι μια απλή διαδικασία. Η αντίδραση του ανθρώπινου σώματος στη θερμότητα
είναι πολύπλοκη: δεν υπάρχει καθορισμένη θερμοκρασία στην οποία η θερμότητα
είναι επικίνδυνη για την ανθρώπινη ζωή. κανένα συγκεκριμένο όριο στον χρόνο που
μπορεί να περάσει με ασφάλεια έξω. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ένα άτομο
μπορεί να καταρρεύσει και να πεθάνει από τη ζέστη, ενώ ένα άλλο που εργάζεται
δίπλα του μπορεί να μην έχει τόσο σοβαρό πρόβλημα.
Αυτοί που κινδυνεύουν περισσότερο από τις υψηλές
θερμοκρασίες είναι οι ηλικιωμένοι, τα μικρά παιδιά, οι έγκυες γυναίκες, τα
άτομα με προβλήματα υγείας και οι εργαζόμενοι σε εξωτερικούς χώρους. Ο Ντέιβιντ
δούλευε στην οικοδομή για την κατασκευή μιας αποθήκης και ήταν όλη μέρα έξω.
Εκείνη την πρώτη μέρα, ο Ντέιβιντ γύρισε σπίτι εξουθενωμένος. Δεν είχε όρεξη
και δεν έφαγε καν. Έκανε ένα ντους και πήγε κατευθείαν στο κρεβάτι.
«Τον ρώτησα: «Υπάρχει κάποιο υπόστεγο στον χώρο;» θυμάται η
Αν-Μαρί. «Είπε ότι δεν υπήρχε καθόλου σκιά, μόνο μια μικρή καλύβα για να φάει
το μεσημεριανό γεύμα». Το επόμενο πρωί, φαινόταν καλύτερα, και πήγε στη δουλειά
κανονικά. Η Αν-Μαρί δεν το σκέφτηκε πολύ. Είχε περάσει καιρός από την τελευταία
φορά που ο Ντέιβιντ είχε δουλέψει, οπότε δεν ήταν έκπληξη που ήταν κουρασμένος
– και επιπλέον, κι αυτή ένιωθε τις επιπτώσεις της ζέστης. Όλοι τις ένιωθαν.
Το δεύτερο βράδυ, ο Ντέιβιντ ήταν εμφανώς αδιάθετος. Είπε στην
Αν-Μαρί ότι του ζήτησαν να δουλέψει υπερωρίες την επόμενη μέρα – ξεκινώντας
νωρίς και τελειώνοντας αργά. Η Αν-Μαρί ξαφνιάστηκε. Κάθε μέρα, οι ειδήσεις
έδειχναν προειδοποιήσεις ώστε ο κόσμος να αποφύγει να βρίσκεται έξω. «Του είπα:
«Είναι απίστευτο να κάνεις υπερωρίες σε αυτές τις θερμοκρασίες. Αλλά είπε ότι
ήταν νέος εργάτης και δεν τολμούσε να πει όχι γιατί ήθελε να κρατήσει τη
δουλειά».
Όταν κάποιος παθαίνει θερμοπληξία, η καρδιά του χτυπά
γρήγορα, προσπαθώντας να περάσει αίμα στο δέρμα για να το κρυώσει. Η καρδιά δεν
μπορεί πάντα να τα βγάλει πέρα και στην ίδια στιγμή τα άλλα ζωτικά όργανα
στερούνται οξυγόνου. Μέσα στο όχημα, ο Ντέιβιντ έπαθε ανακοπή καρδιάς.
Μεταφέρθηκε στην εντατική του νοσοκομείου, όπου υποβλήθηκε σε τεστ για Covid,
καθώς και για αλκοόλ και ναρκωτικά στο σύστημά του: όλα τα τεστ βγήκαν
αρνητικά. Για αρκετές ώρες, οι γιατροί προσπαθούσαν και απέτυχαν να μειώσουν τη
θερμοκρασία του σώματός του. Η γρήγορη επέμβαση μετά από θερμοπληξία είναι
ζωτικής σημασίας.
Η πλευρά της εταιρίας
Η Eiffage, η κατασκευαστική εταιρεία που διαχειρίζεται το
εργοτάξιο, αμφισβητεί την αφήγηση της Αν-Μαρί για την ημέρα που πέθανε ο Ντέιβιντ
και λέει ότι ο διευθυντής του εργοταξίου φρόντισε αμέσως τον Ντέιβιντ,
τοποθετώντας τον σε πλάγια θέση και επικοινωνώντας αμέσως με τις υπηρεσίες
έκτακτης ανάγκης.
«Τηρήθηκαν όλα τα προληπτικά μέτρα που απαιτούνται για την
αποφυγή κινδύνων που σχετίζονται με τη υψηλή θερμοκρασία, ιδίως η παροχή νερού
στο εργοτάξιο και η εγκατάσταση ενός ψυγείου με μια γεννήτρια όσο το δυνατόν
πιο κοντά στον χώρο εργασίας», ανέφερε ένας εκπρόσωπος της εταιρίας.
Η Αν-Μαρί λέει ότι αργότερα ανακάλυψε ότι ο Ντέιβιντ αρχικά
αισθάνθηκε αδιαθεσία και λιποθύμησε στις 10.30 π.μ., πάνω από μία ώρα προτού
την καλέσει κάποιος και σχεδόν δύο ώρες πριν φτάσει το ασθενοφόρο.
Στο νοσοκομείο, υπέστη μια δεύτερη καρδιακή ανακοπή. Συνήλθε
για λίγο και μετά χειροτέρεψε ξανά. Ο γιατρός είπε στην Αν-Μαρί είπε ότι τα
όργανα του Ντέιβιντ κατέρρεαν το ένα μετά το άλλο. Είπε ότι θα συνεχίσουν να
προσπαθούν, αλλά την προειδοποίησε ότι μπορεί να μην επιζήσει και ότι θα έπρεπε
να ενημερώσει την υπόλοιπη οικογένειά της.
Σύντομα στο νοσοκομείο έφτασαν στο νοσοκομείο η μητέρα τους μαζί
με τις κόρες της Αν Μαρί. Γύρω στις 11 μ.μ., ο γιατρός είπε ότι η κατάσταση του
Ντέιβιντ σταθεροποιήθηκε και ότι οι ίδιες θα έπρεπε να πάνε σπίτι και να
κοιμηθούν λίγο. Είχαν φτάσει μέχρι το πάρκινγκ του νοσοκομείο, όταν χτύπησε το
τηλέφωνο της Αν-Μαρί. Ήταν ο γιατρός που τους ζήτησε να επιστρέψουν αμέσως. Η ίδια
και η μια της κόρη, η Μοργκάν, έτρεξαν να μάθουν τι συμβαίνει, ενώ η άλλη κόρη,
η Έμμα, έμεινε με τη γιαγιά της και μητέρα του Ντέιβιντ έξω.
Η Έμμα δεν ξέχασε ποτέ αυτές τις στιγμές. «Η γιαγιά μου
ούρλιαζε στο πάρκινγκ. Ήταν σε μια κατάσταση που δεν θα ευχόμουν σε κανέναν»,
λέει. «Ο πόνος την συνέτριψε καθώς συνειδητοποίησε ότι θα έχανε τον γιο της».
Μέσα, οι γιατροί είπαν στην Αν-Μαρί ότι ο Ντέιβιντ πέθαινε
και ότι ήρθε η ώρα να πει η οικογένεια το τελευταίο αντίο. Οι γιατροί
προειδοποίησαν ότι μπορεί να μην τον αναγνωρίσουν επειδή το πρόσωπό του ήταν πάρα
πολύ πρησμένο. Μπήκαν ο καθένας στο δωμάτιο για να τον αποχαιρετήσουν. Γύρω στα
μεσάνυχτα, ο Ντέιβιντ ήταν επίσημα νεκρός.
Ο θάνατος όπως αυτός του Ντέιβιντ, που συνέβη ως άμεσο
αποτέλεσμα της έκθεσης στη ζέστη δεν είναι τόσο συνηθισμένος. Πιο συχνά, οι άνθρωποι
πεθαίνουν από τη ζέστη επειδή επιβαρύνουν το σώμα τους και προκαλούν ένα άλλο,
υφιστάμενο πρόβλημα υγείας μα έρθει στην επιφάνεια. Αυτό σημαίνει ότι
χρειάζεται χρόνος για να κατανοήσουμε τον αριθμό των νεκρών ενός καύσωνα.
Ανάγκη για αλλαγή
πολιτικής
«Σε αντίθεση με άλλες καταστροφές, που συμβαίνουν σε πραγματικό
χρόνο, γνωρίζουμε πραγματικά τις πραγματικές επιπτώσεις της ακραίας ζέστης μόνο
εβδομάδες ή μήνες μετά το ίδιο το συμβάν – προέρχεται από την ανάλυση των
αρχείων θανάτου, για παράδειγμα», λέει η Τζούλι Αριγκί, αναπληρώτρια
διευθύντρια του Ερυθρού Σταυρού και του τμήματός του που αφορά την Κλιματική
Αλλαγή. «Αυτό αποτελεί μια πρόκληση για το πώς θα υπολογίσουμε τον κίνδυνο. Έτσι,
καταλήγουμε να μιλάμε για στατιστικά σε επίπεδο πληθυσμού, με τα οποία είναι
πιο δύσκολο να συνειδητοποιήσεις πρακτικά τι συμβαίνει».
Ωστόσο, αυτά τα στατιστικά στοιχεία είναι ανησυχητικά: σε
όλη την Ευρώπη, άνθρωποι πεθαίνουν σε μεγάλους αριθμούς από τη ζέστη κάθε
καλοκαίρι. Μια μελέτη σχετικά με τα δεδομένα θνησιμότητας σε 16 ευρωπαϊκές
χώρες υπολόγισε ότι 70.000 άνθρωποι πέθαναν λόγω ζέστης το καλοκαίρι του 2022.
Η Ιταλία επλήγη περισσότερο, με περισσότερους από 18.000 θανάτους να
σχετίζονται με τη ζέστη.
Ο αυξημένος κίνδυνος για τους ηλικιωμένους οφείλεται στην
καρδιαγγειακή καταπόνηση που προκαλείται από ακραίες θερμοκρασίες. Αλλά εκείνοι
που δεν έχουν άλλη επιλογή από το να είναι έξω – άστεγοι, αγρότες ή οικοδόμοι –
κινδυνεύουν επίσης περισσότερο από το γενικό πληθυσμό. Οι περισσότεροι εργάτες είναι σχεδόν αδύνατο να ακολουθήσουν τις συμβουλές
δημόσιας υγείας για παραμονή σε εσωτερικούς χώρους, αποφυγή του μεσημεριανού
ήλιου και αποφυγή της σωματικής άσκησης.
«Οι ασθένειες που σχετίζονται με τη ζέστη μπορούν να
αποτραπούν σε πολύ μεγάλο βαθμό. Το μόνο που χρειάζεται είναι να μην εκτεθεί
κάποιος υπερβολικά σε αυτή και να μπορέσει να αναρρώσει, όταν το κάνει», λέει η
Κόρα Ρούλοφς, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης Lowell, η οποία μελετά
την ασφάλεια των εργαζομένων. «Αλλά οι εργαζόμενοι αυτοί είναι αναγκασμένοι να δουλεύουν
μέσα στη ζέστη. Πρέπει να δουλέψουν αλλιώς χάνουν το μεροκάματο. Αυτό μας δείχνει
μια ευρύτερη δυναμική: η δύναμη και τα χρήματα καθορίζουν πόσο ευάλωτοι είμαστε
στην κλιματική αλλαγή».
Μια εβδομάδα μετά το θάνατο του Ντέιβιντ, ο Χοσέ Αντόνιο
Γκονζάλες, ένας οδοκαθαριστής στη Μαδρίτη, πέθανε από θερμοπληξία αφού
κατέρρευσε στη δουλειά. Ήταν 60 ετών και όπως ο Ντέιβιντ δούλευε με σύμβαση
περιορισμένου χρόνου και ήταν αποφασισμένος να δείξει ότι αξίζει τη δουλειά. Ο
γιος του είπε στην ισπανική εφημερίδα El País: «Είμαι πεπεισμένος ότι δεν
σταμάτησε να καθαρίζει αυτόν τον δρόμο μέχρι που λιποθύμησε. Σκέφτηκε ότι η
σύμβασή του δεν επρόκειτο να ανανεωθεί αν σταματούσε και έδωσε τα πάντα για να
αποδείξει ότι το αξίζει».
Δεν είναι τυχαίο ότι η γαλλική ασφαλιστική εταιρεία Δημόσιας
Υγείας έγραψε στην έκθεση της για τον θάνατο του Ντέιβιντ ότι ο διευθυντής του
Eiffage είπε στους ερευνητές: «Έτρεχε παντού. Ήθελε να αποδείξει ότι ήταν
πολύτιμος για να τον κρατήσουν».
Στην έρευνά της για τον θάνατο από θερμοπληξία στις ΗΠΑ, η Ρούλοφς
ανακάλυψε ότι είναι σύνηθες οι εργαζόμενοι να πεθαίνουν τις πρώτες μέρες στη
δουλειά, όχι μόνο λόγω της φυσιολογικής αντίδρασης στην έκθεσή τους στη
θερμότητα, αλλά λόγω κοινωνικών παραγόντων.
«Οι υπόλοιποι δεν ξέρουν ούτε το όνομά τους, αισθάνονται ότι
δεν μπορούν να πάνε και να πουν σε έναν διευθυντή: «Δεν αισθάνομαι καλά». Δεν
ξέρουν πού είναι το νερό, πού είναι η σκιά, πότε είναι αποδεκτό να κάνουν ένα
διάλειμμα», λέει.
Αυτό που συμβαίνει με τους εργαζόμενους σε εξωτερικούς
χώρους είναι άκρως ανησυχητικό για όλους. Το 2014, η Ρούλοφς έγραψε μια εργασία
για το American Journal of Public Health στην οποία προειδοποίησε ότι οι
απειλές που αντιμετωπίζουν οι εργαζόμενοι είναι απλώς το πρώτο προειδοποιητικό
σημάδι καθώς οι προειδοποιήσεις για τους κινδύνους που φέρνει ο καύσωνας στην
υγεία σύντομα θα αφορούν και τον γενικό πληθυσμό καθώς οι ακραίες θερμοκρασίες
γίνονται ο κανόνας.
Η διασφάλιση της προστασίας των εργαζομένων είναι ένα μεγάλο
στοίχημα των πολιτικών σχετικά με το κλίμα. Η Ισπανία εισήγαγε μια σειρά από
νέα μέτρα προστασίας μετά την κατακραυγή που ακολούθησε τον θάνατο του Γκονζάλες,
συμπεριλαμβανομένης της απαίτησης από τους εργοδότες να αξιολογούν τον κίνδυνο
για τη θερμότητα, απαγορεύοντας ορισμένες εργασίες σε συνθήκες υψηλών θερμοκρασιών
και καθιστώντας υποχρεωτική την αναπροσαρμογή της εργασίας κατά τη διάρκεια
ενός καύσωνα, με μέτρα όπως μείωση ή τροποποίηση των ωρών εργασίας. Όμως δεν
έχουν λάβει όλες οι χώρες τέτοια μέτρα: στη Γαλλία υπάρχει η πρόβλεψη
αποζημίωσης για όσους εργαζόμενους πλήττονται από καταιγίδες ή άλλες δυσμενείς
συνθήκες, αλλά δεν καλύπτει επί του παρόντος τους καύσωνες.
«Υπάρχουν βασικές πρακτικές που μπορούν να ακολουθηθούν:
αλλαγή του ωραρίου εργασίας, συχνά διαλείμματα, πρόσβαση στο νερό και εκπαίδευση,
ώστε όλοι να μπορούν να εντοπίσουν στους συναδέλφους τους σημάδια θερμικού
στρες, όπως σύγχυση, και να παρέχουν άμεσες πρώτες βοήθειες», λέει η Αριγκί.
«Αλλά αυτός είναι ένας τομέας που χρειάζεται οπωσδήποτε περισσότερη μελέτη.
Είναι μια πρόκληση που θα γίνεται όλο πιο έντονη όσο αυξάνονται οι
θερμοκρασίες».
Καμία ευθύνη του
εργοδότη
Όταν πέθανε ο Ντέιβιντ, η Αν-Μαρί δεν ήξερε ότι η περίπτωση
του αδερφού της δεν ήταν ένα μεμονωμένο περιστατικό: η Santé Publique France, η
υπηρεσία δημόσιας υγείας, θα δημοσίευσε αργότερα στοιχεία που εκτιμούσαν ότι
περισσότεροι από 2.800 άνθρωποι πέθαναν στη Γαλλία στους καύσωνες του
καλοκαιριού του 2022, με σημαντικό ποσοστό να καταγράφεται στην περιοχή γύρω
από το Κλερμόν-Φεράντ, όπου ζούσαν.
Το σοκ της οικογένειας και η θλίψη των πρώτων ημερών έδωσαν
σύντομα τη θέση τους στον θυμό. Η Sovitrat, το πρακτορείο που είχε βρει τη
δουλειά στον Ντέιβιντ, έστειλε στην οικογένεια λουλούδια, αλλά η Eiffage, η
κατασκευαστική εταιρεία στην οποία εργαζόταν, δεν έστειλε τίποτα. (Όταν
ρωτήθηκε γιατί, ένας εκπρόσωπος είπε: «Οι ομάδες μας δεν γνώριζαν τις επιθυμίες
της οικογένειας, εν όψει της κηδείας που οργανώθηκε πολύ γρήγορα»).
Μια εβδομάδα μετά το θάνατο του Ντέιβιντ, η Αν-Μαρί έλαβε
έγγραφα από την Eiffage. Σε αυτό, η εταιρεία αρνήθηκε οποιαδήποτε σχέση μεταξύ
του θανάτου του Ντέιβιντ και της εργασίας του στο εργοτάξιο. Αργότερα, σε ένα
email στο Sovitrat, η Eiffage επανέλαβε το ίδιο γράφοντας ότι η κατάρρευση και
ο επακόλουθος θάνατος του Ντέιβιντ ήταν «απλώς η εκδήλωση ενός προβλήματος
υγείας εντελώς ανεξάρτητου από την εργασία».
Για την Αν-Μαρί, αυτό φαινόταν σαν αποποίηση ευθυνών. Όταν
πέθανε ο αδερφός της, η θερμοκρασία του σώματός του ήταν 42 οC. Δεν είχε ποτέ
καρδιακά προβλήματα ή άλλα προβλήματα υγείας και το πιστοποιητικό θανάτου του
ανέφερε ότι η καρδιακή του ανακοπή προκλήθηκε από θερμοπληξία. Αν δεν δούλευε,
ο Ντέιβιντ δεν θα είχε περάσει τρεις ολόκληρες μέρες έξω στον ήλιο, ασκώντας
σωματική άσκηση. Η Αν-Μαρί σκέφτηκε την έλλειψη νερού, τις υπερωρίες, την
κατάσταση στην οποία τον είχε βρει με σπασμούς και με το μισό του σώμα να
βρίσκεται ακόμα κάτω από τον καυτό ήλιο. Ανησυχούσε ότι αν η εταιρεία δεν
αναλάμβανε την ευθύνη, αυτό θα μπορούσε να συμβεί σε κάποιον άλλο. «Δεν αντέχω
την αδικία», λέει. «Δεν αντέχω όταν τα πράγματα δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψη».
Εκείνο τον Αύγουστο, η γαλλική ασφαλιστική εταιρεία δημόσιας
υγείας L'Assurance Maladie διεξήγαγε μια διοικητική έρευνα, παίρνοντας
συνεντεύξεις από τους υπεύθυνους στο εργοτάξιο και την Αν-Μαρί. Η έκθεση
κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο θάνατος του Ντέιβιντ θα έπρεπε να θεωρηθεί ως
ατύχημα στο χώρο εργασίας – όχι ως μια εντελώς άσχετη ασθένεια. Η Eiffage δεν
αποδέχτηκε το εύρημα. Τον Μάρτιο του 2023, ο δικηγόρος της Αν-Μαρί υπέβαλε ενώπιον
του Γάλλου εισαγγελέα μήνυση για ανθρωποκτονία εναντίον πολλών μερών, ενώ τον
Ιανουάριο του 2024 υπέβαλε μια ακόμα καταγγελία. Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει καμία
εξέλιξη. Η Eiffage λέει ότι ακόμη περιμένουν τη θέση του ασφαλιστή σχετικά με
«ποιο τυχαίο γεγονός ήταν η αιτία της δυσφορίας του κ. Αζεβέδο» και ότι θα
συμμορφωθούν εάν ο εισαγγελέας αποφασίσει να ξεκινήσει έρευνα.
Η Αν-Μαρί τονίζει ότι δεν νοιάζεται για την αποζημίωση.
«Θα ήθελα απλώς οι άνθρωποι που εργάζονται για αυτούς να
εργάζονται σε ανθρώπινες συνθήκες. Θα πρέπει να έχουν νερό, θα πρέπει να έχουν
μειωμένες ώρες εργασίας, όταν έχει υπερβολική ζέστη, θα πρέπει να τους φροντίζουν
γρήγορα αν δεν είναι καλά».
Περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, η οικογένεια λαχταρά
πληροφορίες: τι συνέβη εκείνη την κρίσιμη μιάμιση ώρα που ο Ντέιβιντ κατέρρευσε;
«Δεν καταλαβαίνω γιατί μια εταιρεία, όταν ένας υπάλληλος δεν αισθάνεται καλά,
δεν καλεί για ιατρική βοήθεια, δεν του δίνει τις πρώτες βοήθειες», λέει.
Εξακολουθούν να μην έχουν απαντήσεις και μερικές φορές μοιάζει ότι δεν θα τις λάβουν
ποτέ.
Σε όλο τον κόσμο, οι ακραίοι καύσωνες συμβαίνουν όλο πιο
συχνά και με ολοένα και υψηλότερες θερμοκρασίες. Αν η κατάσταση εξελιχθεί με
τον ίδιο ρυθμό, η παγκόσμια θερμοκρασία μέχρι τη δεκαετία του 2040 θα φτάσει
τους 2 βαθμούς Κελσίου πάνω από τους μέσους όρους της προβιομηχανικής εποχής.
Μια πρόσφατη μελέτη στο Lancet προέβλεψε ότι αν συμβεί αυτό, οι θάνατοι που
σχετίζονται με τη ζέστη θα τετραπλασιαστούν. Αυτό θα σήμαινε ότι θα βρεθούμε
πλέον σε μια αχαρτογράφητη περιοχή και είναι σίγουρο ότι κανείς δεν μπορεί να
προσαρμοστεί αρκετά γρήγορα σε αυτές τις ταχέως μεταβαλλόμενες θερμοκρασίες
ώστε να αποτρέπονται θάνατοι σε μαζική κλίμακα. Ο χρόνος που πρέπει να δράσουμε
έχει ήδη φτάσει.