Το φρικτό έγκλημα του Έρικ Σμιθ που συγκλόνισε τις ΗΠΑ. Σκότωσε και κακοποίησε έναν 4χρονο που έτυχε να συναντήσει στον δρόμο
Απάνθρωπα πλάσματα δημιουργούνται ακόμα και στα πιο ανθρώπινα μέρη. Το καλοκαίρι του 1993 το μικρό χωριό της Σαβόνα, στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης, συγκλονίστηκε από ένα φρικτό έγκλημα. O μόλις 4 ετών Ντέρικ Ρόμπι βρέθηκε δολοφονημένος και κακοποιημένος δίπλα από το πάρκο όπου συνήθιζε να παίζει. Τα όσα αποκαλύφθηκαν στη συνέχεια θα προκαλούσαν παγκόσμιο σοκ.
Το πρωινό
της 3ης Αυγούστου 1993 ο Ντέρικ είπε στη μητέρα του ότι θέλει να
πάει στο πάρκο για να παίξει. «Είχαμε τότε το μωρό και εκείνο το πρωί ήταν πολύ
ανήσυχο και είπα στον Ντέρικ ότι δεν μπορώ να τον πάω. Το πάρκο ήταν μόλις ένα
τετράγωνο μακριά και με έπεισε να πάει μόνος του. Ήταν μια μικρή διαδρομή που
την έκανε σχεδόν καθημερινά και δεν χρειαζόταν να περάσει κάποιο δρόμο.
Σκέφτηκα ότι δεν θα υπάρξει πρόβλημα και του έδωσα την άδεια. Του ετοίμασα το
κολατσιό του και του είπα να προσέχει..» θυμάται η μητέρα του, Ντορίν.
Μια μπόρα
ξέσπασε ξαφνικά και η Ντορίν Ρόμπι άρχισε να ανησυχεί γιατί ο Ντέρικ δεν είχε
επιστρέψει. «Πήγα στο πάρκο και δεν ήταν εκεί. Ρώτησα πότε έφυγε και μου είπαν
ότι δεν είχε πάει ποτέ. Τότε κατάλαβα πως κάτι πολύ άσχημο είχε συμβεί»
τονίζει.
Η αστυνομία ξεκίνησε άμεσα έρευνες και μέσα σε λίγες ώρες η φρίκη αποκαλύφθηκε. Το σώμα του Ντέρικ (φωτό) βρέθηκε σε μικρή απόσταση από το πάρκο μέσα σε μια δασώδη περιοχή. Τον είχαν χτυπήσει επανειλημμένα με μια τεράστια πέτρα στο κεφάλι και στο στήθος. Ο δράστης δεν είχε μείνει σε αυτό. Μέσα στο τσαντάκι του κολατσιού υπήρχε μια μπανάνα, ένα τοστ κι ένα αναψυκτικό Kool Aid. Αφού έλιωσε και πέταξε την μπανάνα και το τοστ πήρε το αναψυκτικό και το έριξε στα σημεία που είχε χτυπήσει τον 4χρονο με την πέτρα. Στη συνέχεια κακοποίησε σεξουαλικά το άψυχο σώμα του παιδιού με ένα κλαδί. Πριν φύγει τοποθέτησε ένα παπούτσι αριστερά κι ένα δεξιά από το πτώμα, στο ύψος των χεριών.
Η
ομολογία
Η τοπική
αστυνομία ξεκίνησε ανακρίσεις σε μια προσπάθεια να εντοπίσει μάρτυρες. Λίγες μέρες
μετά τη δολοφονία στο τμήμα πήγε ο 13χρονος Έρικ Σμίθ. Τόνισε πως ήθελε να
βοηθήσει να βρεθεί ο δολοφόνος και υποστήριξε ότι είχε δει τον Ντέρικ στον
δρόμο καθώς πήγαινε προς το πάρκο. Έδωσε λεπτομέρειες για το τι φορούσε και για
το τσαντάκι με το κολατσιό. Οι αρχές κατάλαβαν ότι ο 13χρονος ήξερε περισσότερα
απ’ όσα έλεγε για την υπόθεση. Τον πήγαν στο σημείο που έλεγε ότι είδε τον
Ντέρικ και διαπίστωσαν ότι η περιγραφή του είχε κενά. Μετά από πιέσεις ο Έρικ Σμιθ
ομολόγησε αυτό που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί. Είχε δολοφονήσει και
κακοποιήσει τον 4χρονο.
Ο 13χρονος
έκανε βόλτα με το ποδήλατο όταν είδε τον Ντέρικ κοντά στο πάρκο. Τον παρέσυρε
στη δασώδη περιοχή κι εκεί τον στραγγάλισε μέχρι που έχασε τις αισθήσεις του.
Στη συνέχεια τον χτύπησε στο κεφάλι και στο σώμα με πέτρες. Πρώτα με μια μικρή
και στη συνέχεια με μια πολύ μεγαλύτερη. Ακολούθησε η κακοποίηση του σώματος
του παιδιού…
Γιατί;
Από την
πρώτη στιγμή της σοκαριστικής ομολογίας το μεγάλο ερώτημα ήταν γιατί ο 13χρονος
Έρικ έκανε αυτό το αδιανόητο έγκλημα. «Δεν ξέρω. Απλά είδα αυτό το ξανθό παιδί
και ήθελα να το πληγώσω» θα πει αρχικά. Σταδιακά θα αποκαλυφθεί πως το φρικτό
έγκλημα του Έρικ ήταν το αποτέλεσμα της απογοήτευσης και της οργής που
συσσωρευόταν για χρόνια.
Από πολύ
μικρή ηλικία ο Έρικ ήταν θύμα άγριου bulling τόσο λόγω ενός προβλήματος που είχε στην
ακοή του, όσο και λόγω της εμφάνισης του. Το παιδί με τα κόκκινα μαλλιά, τις φακίδες
και τα μεγάλα γυαλιά ήταν μόνιμος στόχος. Παράλληλα παρουσίαζε εκρήξεις θυμού ενώ
και το οικογενειακό του περιβάλλον ήταν κακό. Όπως αποδείχθηκε αργότερα ο
πατριός του Έρικ κακοποιούσε σεξουαλικά την αδελφή του.
Όπως θα
τονίσουν ψυχολόγοι που τον αξιολόγησαν ο Έρικ έφτασε σταδιακά στο έγκλημα έχοντας
δείξει σημάδια ότι υπάρχει πρόβλημα. Ενήλικος πλέον, σε μια από τις ακροάσεις
του για αναστολή, ο Έρικ θα αποκαλύψει ακριβώς αυτό που σκεφτόταν: «Αντί να
είμαι εγώ αυτός που πονάει, πονούσα κάποιον άλλο. Την ώρα του εγκλήματος ένιωθα
όμορφα» θα πει και σε ερώτηση αν θεωρεί ότι θα το έκανε ξανά αν δεν είχε
συλληφθεί, θα παραδεχθεί: «Ναι, θεωρώ πως ναι».
Ελεύθερος
Ο Έρικ Σμιθ
δικάστηκε σαν ενήλικος και τον Νοέμβριο του 1994 του επιβλήθηκε η ανώτερη ποινή
για φόνο β’ βαθμού. Ενώ βρισκόταν στη φυλακή έδωσε συνέντευξη και διάβασε μια
απολογητική επιστολή απευθυνόμενος στην οικογένεια του Ρόμπι. Από τον Αύγουστο
του 2002 ξεκίνησε να καταθέτει αιτήματα αναστολής της ποινής. Απορρίφθηκαν
δέκα φορές. Τελικά τον Οκτώβριο του 2021 του δόθηκε αναστολή και αποφυλακίστηκε
μετά από 27 χρόνια. Αποφυλακίστηκε την 1η Φεβρουαρίου 2022 και ζει με
τη δικηγόρο μνηστή του, την οποία γνώρισε μέσω αλληλογραφίας στη φυλακή. Έχει
αλλάξει το όνομα του.