Με την χαρακτηριστική εμφάνιση και φωνή αλλά και με το ταλέντο του ο Φλωρεντής ξεχώριζε κι ας μην πρωταγωνιστούσε. Με την εμφάνιση της ιδιωτικής τηλεόρασης τα φώτα έσβησαν και στράφηκε στη μουσική
Δεν ήταν
πρωταγωνιστής (πλην ελαχίστων εξαιρέσεων), δεν ήταν σταρ, δεν τον κυνηγούσαν τα
κορίτσια. Ήταν όμως μια από τις χαρακτηριστικότερες μορφές της εποχής της βιντεοκασέτας.
Ο Άκης Φλωρεντής συμμετείχε σε δεκάδες ταινίες, σίριαλ και παραστάσεις και με
την χαρακτηριστική του εμφάνιση, φωνή αλλά και το ταλέντο του δεν περνούσε ποτέ
απαρατήρητος. Με την εμφάνιση της ιδιωτικής τηλεόρασης και τον «θάνατο» της βιντεοκασέτας
τα φώτα έφυγαν σταδιακά από πάνω του. Συμμετείχε σε ελάχιστες σειρές και στράφηκε
στο άλλο ταλέντο του για να βάζει τα προς το ζην, τη μουσική και το τραγούδι.
Το τέλος ήρθε πολύ νωρίς…
Ο
Φλωρεντίν που έγινε Φλωρεντής
Ο Άκης
Φλωρεντής γεννήθηκε στην Αθήνα στις 6 Ιανουαρίου 1955. Το όνομα με το οποίο
έγινε γνωστός δεν είναι το πραγματικό του. Είχε εβραϊκή καταγωγή και ονομαζόταν
Μπαρούχ Φλωρεντίν. «Άλλαξα το όνομα μου αλλά το κάνουν πολλοί λάθος. Είναι Φλωρεντής
και όχι Φλωρέντης. Ακόμα και Φλωρεντίου με έχουν πει».
Σε
συνέντευξη που είχε δώσει στην ιστοσελίδα Retromaniax.gr, τον Απρίλιο του 2009, θα πει για το
πώς μπήκε στον κόσμο του κινηματογράφου: «Να σας πω πώς ξεκίνησα γενικά. Εγώ
είχα πολύ αγάπη για τη μουσική. Η αγάπη αυτή παραμένει και τελικά φαίνεται πως
εδραιώθηκε περισσότερο. Στα πάρτυ που κάναμε, μαζί με τα ακορντεόν και τις
κιθάρες, κάναμε και κάποιες μιμήσεις για να γελάσουμε. Εκεί έβλεπα ότι μου
άρεσε να δίνω τη χαρά, το γέλιο και τη σάτυρα. Αργότερα ανεβάσαμε και ένα
θεατρικό. Είχα δύο καλλιτεχνικές «ερωμένες». Η μία ήταν το θέατρο και η άλλη
ήταν η μουσική. Κάποια στιγμή ασχολήθηκα με το θέατρο που είναι και πιο
ολοκληρωμένη μορφή τέχνης. Όταν τελείωσα το Εθνικό Θέατρο, έπρεπε από κάπου να
ξεκινήσω μια καριέρα. Τότε γνώρισα τον Ντίνο Ηλιόπουλο. Υπήρξε και δάσκαλός μου
στο θέατρο. Αυτός με γνώρισε σε κάποιους ανθρώπους. Δυστυχώς όμως πέτυχα την
περίοδο της παρακμής του ελληνικού κινηματογράφου. Έτσι, βρέθηκα σε έναν
κινηματογράφο τότε, που ήταν εμπορικός αλλά παρηκμασμένος. Έτσι, δε μπορούσα να
κάνω σημαντικά πράγματα, αν και κάποιοι είπαν ότι ξεχώρισα. Κάπως έτσι ξεκίνησα».
«Οι ταινίες γυρίζονταν βιαστικά. Προσπαθούσαμε όσο μπορούσαμε»
Για το πώς
γυρίζονταν οι ταινίες τη δεκαετία του 1980 ο Άκης Φλωρεντής θα πει: «Οι ταινίες
γίνονταν γρήγορα και βιαστικά, αλλά αυτό δεν οφειλόταν σε μας. Μια μέτρια
παραγωγή γυριζόταν κατά μέσο όρο σε πέντε μέρες.
Πολλοί
συνάδελφοι κάναμε ότι μπορούσαμε για να τις κάνουμε όσο καλύτερες γινόταν. Εγώ
προσωπικά, πολλές φορές άλλαζα διάφορες λέξεις. Π.χ. αν έλεγε το κείμενο «άντε
ρε μ….. », το έκανα «άντε ρε μπαμπάκα». Και οι σκηνοθέτες και οι συνάδελφοι,
προσπαθούσαμε όσο μπορούσαμε. Μακάρι να παραμένουν δημοφιλείς οι ταινίες αυτές.
Χαίρομαι όταν ακούω κάτι τέτοιο. Για να μένουν ακόμα στο χρόνο, σημαίνει ότι
τελικά κάτι είχαν. Και ο Ντίνος Ηλιόπουλος μου είχε πει ότι όταν γύριζαν
ταινίες, πολλοί τους λέγανε ότι αυτά είναι σαχλαμάρες και δε θα αντέξουν στο
χρόνο. Και τελικά έπρεπε να περάσουν τα χρόνια για να παραδεχτούν ότι οι
ηθοποιοί αυτής της γενιάς ήταν μεγάλοι. Τότε που τα παίζανε, τους
κατηγορούσανε. Μακάρι κάτι τέτοιο να έχει γίνει και με τις βιντεοταινίες».
Αναφερόμενος
στα γυρίσματα ο ηθοποιός θα πει: «Τα κάναμε σε διάφορα σπίτια, σε συγκεκριμένα
ξενοδοχεία και συγκεκριμένες βίλλες που νοικιάζονταν με τη μέρα από τους
ιδιοκτήτες τους. Θυμάμαι ότι μια τέτοια βίλλα ανήκε σε ένα μεγιστάνα Άραβα.
Εκείνος απουσίαζε τον περισσότερο καιρό και αυτός που είχε ορίσει να την
προσέχει, τη νοίκιαζε σε παραγωγούς, γυρνάγανε ταινίες και έβγαζε ένα γερό
χαρτζιλίκι, εν αγνοία του Άραβα. Κάθε φορά που γυρίζαμε έργο εκεί, είχαμε την
αγωνία μήπως γυρίσει ξαφνικά ο ιδιοκτήτης και μας βρει μέσα στο σπίτι του».
Ο ιδιοκτήτης και το γκονγκ
Μιλώντας για
αστεία περιστατικά θα θυμηθεί δύο συγκεκριμένα: «Θα σας πω δύο από το θέατρο.
Μια ηθοποιός ήταν ιδιαίτερα ανοιχτοχέρα. Για τη μετακίνησή της από και προς το
θέατρο, χρησιμοποιούσε πάντα ταξί. Μεγάλη πολυτέλεια για την εποχή εκείνη. Όμως
δεν ήταν εξίσου ανοιχτοχέρα και στις οικονομικές υποχρεώσεις της. Έτσι, μια
μέρα, επειδή είχε καθυστερήσει κάμποσα ενοίκια, ήρθε στο θέατρο ο ιδιοκτήτης
του διαμερίσματος στο οποίο έμενε και την έψαχνε όντας έξαλλος. Εν ώρα
παράστασης, ανέβηκε στη σκηνή και άρχισε να της φωνάζει «δώσε μου τα νοίκια
μου». Αυτή τα έχασε και ήρθε σε δύσκολη θέση, αλλά το κοινό νόμιζε ότι ήταν
μέρος της παράστασης και ξέσπασε σε χειροκροτήματα. Και ένα δεύτερο : Μαθητές
ακόμα, στο Εθνικό Θέατρο, κάναμε τους κομπάρσους για να αποκτήσουμε λίγη
εμπειρία. Κάποια στιγμή σε μια παράσταση στο Ηρώδειο, έπρεπε να πούμε όλοι μαζί
«αλληλούια-αλληλούια». Για να δοθεί το σήμα να ξεκινήσουμε, κάποιος πίσω από τη
σκηνή βάραγε ένα γκόνγκ και μόλις το ακούγαμε, ξεκινάγαμε. Στην πρεμιέρα όλα
πήγαν καλά. Όμως τα λάθη γίνονται συνήθως αργότερα. Έτσι, στη δεύτερη παράσταση,
αυτός που ήταν να χτυπήσει το γκόνγκ είχε ξεχαστεί. Καθόταν σε μια γωνία και
έτρωγε ένα μήλο. Όταν πήρε χαμπάρι ότι όλος ο θίασος περίμενε αυτόν για να
συνεχίσει, αιφνιδιάστηκε. Βγάζει το μισοδαγκωμένο μήλο, σημαδεύει από μακριά
που ήταν και πετυχαίνει το γκόνγκ. Βγαίνει ένας ασθενέστατος ήχος και εμείς
ξεκινάμε να λέμε «αλληλούια-αλληλούια» και ταυτόχρονα ξεραθήκαμε στα γέλια.
Έγινε ο χαμός».
«Αυτό που
έκανα το αγαπούσα πάρα πολύ»
Ο Άκης
Φλωρεντής δεν ήταν πρωταγωνιστής αλλά ξεχώριζε και είχε φανατικό κοινό. Σε σχετική
ερώτηση θα τονίσει: «Χωρίς να ξέρω, θα σας πω τι πιστεύω. Αυτό που έκανα το
αγαπούσα πάρα πολύ. Το έκανα με πάρα πολύ εντιμότητα, παρότι ορισμένες φορές τα
σενάρια δεν ήταν τόσο καλά. Στις ταινίες της εποχής, μπορεί να έβλεπες ένα
καταπληκτικό σενάριο να καταστρεφόταν. Ή ένα μέτριο σενάριο, να γίνεται
ενδιαφέρον χάρη στον παραγωγό ή το σκηνοθέτη. Εγώ ευτυχώς είχα την ευκολία να
αυτοσχεδιάζω. Πολλές φορές μας αφήνανε να κόβουμε και να ράβουμε πράγματα στο
ρόλο. Αυτό ορισμένοι συνάδελφοι δεν το κάνανε. Ακολουθούσαν τυφλά το σενάριο,
λες και παίζαμε Σαίξπηρ. Που ακόμα και Σαίξπηρ να παίξεις, ίσως χρειαστεί να
αυτοσχεδιάσεις λίγο. Υπήρχε όμως η νοοτροπία της σχολής : «ευλογημένο το
κείμενο». Αυτό ήταν λάθος. Το ίδιο ισχύει και στη μουσική, στο πώς ερμηνεύουμε
ένα τραγούδι. Ζωντανοί άνθρωποι είμαστε. Έτσι, αναγκαστικά σέβεσαι το κείμενο,
αλλά μέχρι ενός βαθμού. Εγώ λοιπόν, έβαζα δικά μου πράγματα. Αυτό πιστεύω ότι
ήταν που κρατούσε τους ρόλους ζωντανούς».
Έχοντας συμμετάσχει σε περίπου 60 ταινίες ξεχώριζε το «Γρανίτα από Μελάνι», γιατί όπως έχει πει ήταν η πρώτη του επιτυχία. Ο Φλωρεντής ήταν πρωταγωνιστής στην ταινία «Το Κομπιούτερ του Θανάτου». Ένα φιλμ του 1987 το οποίο εξελίχθηκε σε καλτ φαινόμενο. «Τη θυμάμαι πολύ αμυδρά. Το πιστεύετε ότι δεν την έχω δει ποτέ ολόκληρη ; Ακούγεται περίεργο αλλά είναι αλήθεια. Υποτίθεται ότι όταν γυρίζαμε μια ταινία, ο παραγωγός μας έδινε 1-2 αντίγραφα σε βίντεο, για το αρχείο μας. Αλλά πολλές φορές το παραμελούσε εντελώς. Σου έλεγε «έλα άλλη φορά», «το ξέχασα» κ.λ.π. Και τύγχανε να γυρίζουμε ταινίες που δεν τις έχουμε δει ούτε εμείς οι ίδιοι. Όταν ξεκίνησα, νόμιζα ότι ο ηθοποιός είναι το Α και το Ω. Όμως διαπίστωσα, ότι ο παραγωγός, τον ηθοποιό τον χρησιμοποιεί και τον έχει σαν αντικείμενο, σαν εργαλείο. Σε δεύτερη μοίρα. Ακόμα και στον Ντίνο Ηλιόπουλο είχε συμβεί» θα πει αναφερόμενος στη συγκεκριμένη ταινία.
«Η μουσική με στήριξε»
Με τον
θάνατο της βιντεοκασέτας ο Άκης Φλωρεντής στράφηκε στη μουσική και το τραγούδι
(έχει γράψει μουσική για πολλές ταινίες.
Έπαιζε
κιθάρα, πιάνο και ακορντεόν και τραγουδούσε. «Πάντα με στήριζε η μουσική και με
στηρίζει ακόμα. Ακόμα και όταν γύριζα ταινίες, το έκανα το πρωί, γιατί το βράδυ
είχα θέατρο ή μουσική σε κάποιο κέντρο. Παίζω πιάνο, κιθάρα και ακορντεόν.
Μιλάω δύο ξένες γλώσσες (αγγλικά και γαλλικά), αλλά ξέρω να λέω τραγούδια σε
δώδεκα διαφορετικές γλώσσες. Ιταλικά, Ισπανικά, Κορεάτικα, διάφορα. Επειδή
δούλευα σε κρουαζιερόπλοια και σε τουριστικά μαγαζιά, ήμουν αναγκασμένος.
Έπαιζα πιάνο στο ξενοδοχείο ΤΙΤΑΝΙΑ στον όγδοο όροφο και ήμουνα μερικά χρόνια
και στο PRESIDENT. Τα τελευταία χρόνια είμαι εδώ, στο ΝΕΟ ΡΗΓΑ. Καμιά φορά
προτιμούσα και κάνα μικρό μπαράκι. Σε αντίθεση με το θέατρο που εμπλέκονται
πολλοί άνθρωποι, όταν παίζεις μουσική –μόνος ή με μια μικρή ορχήστρα-
«κυβερνάς» καλύτερα την κατάσταση. Αλλιώς θα γινόταν όπως στις ταινίες, που σου
έφευγε από τα χέρια η κατάσταση γιατί εμπλέκονταν πολλοί άνθρωποι» θα πει.
Το τέλος
Μετά το 2000
ο Άκης Φλωρεντής εξαφανίστηκε τηλεοπτικά και κινηματογραφικά. Η τελευταία του
τηλεοπτική εμφάνιση έγινε το 2014 στην εκπομπή της ΕΡΤ «Τα Στέκια». Συμμετείχε
στο αφιέρωμα για τις Ντίσκο και την εποχή που ο νέος κόσμος διασκέδαζε εκεί. «Στις
ταινίες αναγκαστικά θα υπήρχε και μια ντισκοτέκ όπου πηγαίναμε και ό,τι δεν προλαβαίναμε
να κάνουμε στην ιδιωτική μας ζωή διότι δουλεύαμε, το κάναμε εκεί. Βγάζαμε την
ενέργεια μας στις ντισκοτέκ μέσα στο γύρισμα».
Τον Ιανουάριου
του 2015 πήγε στο νοσοκομείο με σοβαρό πρόβλημα. Μετά από 10 μέρες νοσηλείας
πέθανε στις 8 Φεβρουαρίου 2015 σε ηλικία 60 ετών Κηδεύτηκε στο Εβραϊκό
Νεκροταφείο της Νίκαιας την επόμενη μέρα. Ήταν παντρεμένος και είχε έναν γιο.
Στη
συνέντευξη του στο Retromaniax.gr του
ζητήθηκε θα περιγράψει τον εαυτό του με μια λέξη. Έντιμος, απάντησε.