Η χειρότερη επίθεση καρχαριών στην ιστορία. Η επίθεση στο USS Indianapolis και η φρίκη που ακολούθησε
Τον Ιούλιο του 1945, ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος στην Ευρώπη
είχε ήδη τελειώσει. Ωστόσο, οι ΗΠΑ ετοιμάζονταν να δώσουν ένα τελευταίο «μάθημα»
στην Ιαπωνία, η οποία είχε πληγώσει τόσο πολύ την κραταιά αμερικανική δύναμη.
Γι’ αυτό το λόγω το αμερικανικό πλοίο USS Indianapolis άφησε το νησί Μάρε έξω
από το Βαγιέχο της Καλιφόρνιας μεταφέροντας ένα φορτίο που ο στρατός ήλπιζε ότι
θα μπορούσε να τερματίσει τον πόλεμο με την Ιαπωνία. Στα έγκατα του πλοίου
κρυβόταν ένα μυστικό όπλο: όλα τα απαραίτητα υλικά για την πρώτη ατομική βόμβα,
την Little Boy,
αυτή που στις 6 Αυγούστου 1945 θα ισοπέδωνε τη Χιροσίμα.
Ελάχιστοι από τους 1.196 ναύτες που βρίσκονταν στο πλοίο
γνώριζαν την πραγματική τους αποστολή. Αφού παρέδωσε το φορτίο του στο νησί
Τινιάν, το USS
Indianapolis απέπλευσε στις 28 Ιουλίου από το Γκουάμ, χωρίς συνοδεία, για να
συναντήσει το θωρηκτό USS Idaho στον κόλπο Λέιτε στις Φιλιππίνες και να
προετοιμαστεί για την εισβολή στην Ιαπωνία.
Η επόμενη μέρα ήταν ήσυχη και το USS Indianapolis ταξίδευε με περίπου 17
κόμβους μέσα σε μια ελαφρώς τρικυμιώδη θάλασσα στον φαινομενικά ατελείωτο
Ειρηνικό. Καθώς ο ήλιος έδυε, οι ναυτικοί έπαιζαν χαρτιά και διάβαζαν βιβλία,
ενώ μερικοί μιλούσαν με τον ιερέα του πλοίου, τον πατέρα Τόμας Κόνγουεϊ.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα όμως τα πράγματα άλλαξαν. Μια
ιαπωνική τορπίλη χτύπησε το πλοίο στη δεξιά πλευρά εκτοξεύοντας σχεδόν 20 μέτρα
της πλώρης του πλοίου έξω από το νερό. Παράλληλα, μια δεξαμενή που περιείχε 13
τόνους αεροπορικών καυσίμων πήρε φωτιά δημιουργώντας μια φλόγα που εκτοξεύτηκε
αρκετές εκατοντάδες μέτρα στον ουρανό. Πριν περάσουν μερικά δευτερόλεπτα, μια
άλλη τορπίλη από το ίδιο υποβρύχιο έπεσε κοντά στο μέσο του πλοίου χτυπώντας
δεξαμενές καυσίμων και πυριτιδαποθήκες με αποτέλεσμα να δημιουργήσει μια
αλυσιδωτή αντίδραση εκρήξεων που ουσιαστικά έκοψε το USS Indianapolis στα δύο. Το πλοίο
συνέχισε να έχει κίνηση 17 κόμβων και μέσα σε αυτό άρχισαν να εισβάλουν τεράστιες
ποσότητες νερού. Χρειάστηκαν μόλις 12 λεπτά για να βυθιστεί και να χαθεί για
πάντα στα βάθη του ωκεανού.
Από τους 1.196 άντρες που επέβαιναν σε αυτό περίπου 300 βυθίστηκαν μαζί με το πλοίο, ωστόσο τουλάχιστον 900 κατάφεραν να πέσουν στη θάλασσα ζωντανοί έχοντας γλιτώσει τη βύθιση. Εκεί όμως τους περίμενε ένας άλλος, χειρότερος εχθρός…
Τα σαγόνια του
καρχαρία…
Ο ήλιος είχε σχεδόν αρχίσει να ανατέλλει στις 30 Ιουλίου, όταν
οι επιζώντες βρίσκονταν στο νερό. Ήταν δύσκολο να βρεις σωσίβιες λέμβους και πολλές
φορές οι ζωντανοί έψαχναν για τους νεκρούς που επέπλεαν στο νερό ώστε να πάρουν
τα σωσίβια τους. Για να έχουν καλύτερες
πιθανότητες επιβίωσης, οι επιζώντες άρχισαν
να σχηματίζουν ομάδες στην ανοιχτή θάλασσα, κάποιες μικρές, άλλες με πάνω από
300 άτομα. Η αποστολή τους ήταν άκρως μυστική και γι’ αυτό δεν έστειλαν κάποιο
σήμα SOS όταν το πλοίο βυθιζόταν. Οι επιζώντες τώρα φοβούνταν τη
δίψα, την έκθεση στον ήλιο, αλλά και τους καρχαρίες που ήξεραν ότι υπάρχουν
στον ωκεανό.
Οι τελευταίοι δεν άργησαν να κάνουν την εμφάνισή τους. Τους είχε
ελκύσει ο δυνατός θόρυβος και βέβαια το αίμα των νεκρών και των τραυματιών που
είχε αρχίσει να πλημμυρίζει τη θάλασσα.
Αρχικά, οι καρχαρίες άρχισαν να τρώνε τους νεκρούς που
επέπλεαν στη θάλασσα. Ωστόσο, η ταραχή και οι σπασμωδικές κινήσεις των επιζώντων,
για να τους διώξουν, το μόνο που κατάφερναν
ήταν να προσελκύουν όλο και περισσότερους καρχαρίες, οι οποίοι μπορούσαν να
αισθανθούν τις κινήσεις μέσω ενός βιολογικού χαρακτηριστικού τους. Πρόκειται
για τη λεγόμενη «πλευρική γραμμή»: υποδοχείς κατά μήκος του σώματός τους ανιχνεύουν
τις όποιες αλλαγές στην πίεση του νερού που προκαλείται και από την κίνηση ακόμα
και αν βρίσκονται εκατοντάδες μέτρα μακριά.
Σύντομα, οι καρχαρίες άρχισαν να στρέφουν την προσοχή τους στους
ζωντανούς, ειδικά τους τραυματίες που αιμορραγούσαν. Όσοι ναυτικοί δεν ήταν
τραυματισμένοι προσπάθησαν να φύγουν μακριά από οποιονδήποτε είχε ανοιχτή πληγή
και όταν κάποιος πέθαινε έσπρωχναν το σώμα του μακριά ελπίζοντας ότι οι καρχαρίες
θα αρκεστούν στο πτώμα και δεν θα επιτεθούν σε κάποιο ζωντανό.
Πολλοί επιζώντες παρέλυσαν από τον φόβο τους και δεν
μπορούσαν καν να φάνε ή να πιουν κάτι από τα πενιχρά εφόδια που είχαν σώσει από
το πλοίο τους. Όταν μια ομάδα επιζώντων έκανε το λάθος να ανοίξει μια κονσέρβα
με κρέας, το άρωμα τράβηξε αμέσως ένα σμήνος καρχαριών γύρω τους και πριν
προλάβουν να το δοκιμάσουν πέταξαν μακριά τις κονσέρβες. Απαλλάχθηκαν μάλιστα
από κάθε κονσέρβα κρέατος, ώστε να μην διακινδυνεύσουν να τους προσελκύσουν
ξανά.
Οι καρχαρίες τρέφονταν για μέρες από τους άνδρες και δεν
φαινόταν πουθενά κανένα σημάδι διάσωσής τους. Το Πολεμικό Ναυτικό είχε
καταφέρει να υποκλέψει ένα μήνυμα από το ιαπωνικό υποβρύχιο που τορπίλισε το πλοίο
στο οποίο περιέγραφε πώς βύθισε ένα αμερικανικό θωρηκτό κατά μήκος της
διαδρομής που ακολουθούσε το USS
Indianapolis. Ωστόσο, το μήνυμα αγνοήθηκε ως τέχνασμα των Ιαπώνων, για να
παρασύρουν αμερικανικά σκάφη διάσωσης σε ενέδρα.
Στο μεταξύ, οι επιζώντες του USS Indianapolis
άρχισαν να καταλαβαίνουν ότι είχαν καλύτερες πιθανότητες να σωθούν αν
σχημάτιζαν μια ομάδα και ειδικά αν βρίσκονταν πιο κοντά στο κέντρο της ομάδας. Όσοι
άντρες έμεναν στην περίμετρο του κύκλου που είχαν σχηματίσει ή περιπλανιούνταν
μόνοι τους στα νερά ήταν οι πιο ευάλωτοι στους καρχαρίες.
Καθώς περνούσαν οι μέρες, πολλοί επιζώντες άρχισαν να
υποκύπτουν στη ζέστη και τη δίψα ή υπέφεραν από παραισθήσεις και οδηγήθηκαν να
πιουν θαλασσινό νερό κάτι που ουσιαστικά συνιστά καταδίκη σε θάνατο. Εκείνοι
που επέλεξαν να πιουν το νερό της θάλασσας σύντομα οδηγούνταν στην τρέλα
βγάζοντας αφρούς από το στόμα καθώς οι γλώσσες και τα χείλη τους πρήζονταν από
το αλάτι και το ιώδιο. Άρχιζαν να φωνάζουν και να χτυπιούνται από τον πόνο σε
τέτοιο βαθμό που προσέλκυαν ακόμα περισσότερους καρχαρίες, ενώ τραβούσαν στο
νερό και άλλους ναύτες που βρίσκονταν γύρω τους καθώς πέθαιναν.
Οι άντρες βρίσκονταν ήδη τέσσερις μέρες στο νερό, όταν λίγο μετά
τις 11:00 το πρωί, ένα αεροπλάνο του Πολεμικού Ναυτικού πέταξε τυχαία από πάνω τους,
εντόπισε τους επιζώντες και ζήτησε βοήθεια μέσω ασυρμάτου. Μέσα σε λίγες ώρες,
ένα άλλο επανδρωμένο υδροπλάνο έφτασε στο σημείο και έριξε λέμβους και
προμήθειες επιβίωσης. Ωστόσο, μια λέμβος καταστράφηκε από την πτώση, ενώ άλλες έπεσαν μακριά από τους ναύτες. Όταν ο επικεφαλής υπολοχαγός του αεροπλάνου, Άντριαν Μαρκς,
είδε ότι οι άνδρες δέχονταν επίθεση από καρχαρίες, αψήφησε τις εντολές, και αφού έκανε ψηφοφορία μεταξύ των στρατιωτών του, αποφάσισαν να προσγειωθούν στα νερά και άρχισαν να βοηθούν τους τραυματίες και όσους διέτρεχαν τον μεγαλύτερο
κίνδυνο. Επειδή στο αεροπλάνο δεν χωρούσαν πολλοί άνθρωποι, εδεσε επίσης από το φτερό του κάποιους άντρες με σκοινί από αλεξίπτωτο. Το αεροπλάνο ωστόσο καταστράφηκε και δεν μπορούσε να πετάξει κι έτσι παρέμεινε εκεί τα υπόλοιπα πλοία διάσωσης. Ωστόσο ακόμα κι έτσι, ο Μαρκς κατάφερε να σώσει 56 ναύτες.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, το USS Doyle έφτασε στο σημείο και βοήθησε να ανασυρθούν και οι τελευταίοι επιζώντες από το νερό. Από το αρχικό πλήρωμα 1.196 ατόμων του USS Indianapolis, ανασύρθηκαν ζωντανοί μόνο 318. Αν και είναι αδύνατο να υπολογιστεί πόσοι πέθαναν από τραύματα, από τις κακουχίες και πόσοι από τις επιθέσεις των καρχαριών, οι εκτιμήσεις για τον αριθμό όσων πέθαναν από επιθέσεις καρχαρία κυμαίνονται από μερικές δεκάδες έως σχεδόν 150. Σε κάθε περίπτωση πάντως η δοκιμασία που πέρασαν οι επιζώντες του USS Indianapolis παραμένει η χειρότερη θαλάσσια καταστροφή στην ναυτική ιστορία των ΗΠΑ καθώς και η χειρότερη επίθεση καρχαριών.
Η ζωή μετά
«Ήταν μια πολύ άσχημη εμπειρία. Δεν υπήρχε τίποτα καλό σε
αυτή. Κάθε φορά που κοιτούσες γύρω σου, κάποιος είχε χαθεί. Οι καρχαρίες ήταν εκεί. Ήταν μια τραγική σκηνή. Οι καρχαρίες πήραν μαζί τους αρκετά νέα παιδιά. Δεν θέλω να το
συζητάω», ανέφερε πρόσφατα ο 96χρονος πλέον Χάρολντ Μπρέι, ένας από τους επιζώντες
του USS Indianapolis και ο τελευταίος που παραμένει εν ζωή.
«Δεν ξέρω πώς ήμουν τόσο τυχερός. Απλώς χτύπησα στο πλάι και κολύμπησα μακριά από το πλοίο και φώναξα για τα υπόλοιπα παιδιά. Είχα το χέρι μου πάνω σε μια λέμβο και ανέβηκα σε αυτή. Ήμασταν δεκαοκτώ παιδιά στη λέμβο μου και πολλοί τσακώνονταν μεταξύ τους για το χώρο. Αποφάσισα ότι δεν θα πάω εκεί, θα κρατηθώ από κάποιον που κρέμεται στη λέμβο. Έτσι, αυτό έκανα», αναφέρει.
Όπως λέει «δεν πληγώθηκα καθόλου. Εκτός από τις αναμνήσεις. Πολλά
παιδιά που βοήθησα στο νερό χάθηκαν. Απλώς είναι πάντα εκεί, τα παιδιά που δεν
τα κατάφεραν».
Ο Μπρέι λέει ότι εξακολουθεί να σκέφτεται την εμπειρία
σχεδόν κάθε μέρα. Μετά τον πόλεμο, επέστρεψε σπίτι του, έγινε αστυνομικός στην
πόλη Μπενίσια της Καλιφόρνια και έκανε οικογένεια. Σχεδόν κανείς δεν ήξερε την
εμπειρία του επειδή όλοι οι επιζώντες είχαν λάβει οδηγίες από το Πολεμικό
Ναυτικό: «Πηγαίνετε σπίτι και ξεχάστε το. Μην το συζητάτε καν». Ακόμα και οι
γονείς του δεν το έμαθαν ποτέ μέχρι τον θάνατό τους. Μόνο πολλά χρόνια μετά
κάποιοι από τους επιζώντες άρχισαν να συναντιούνται και να μιλούν κάτι που τους
βοήθησε πολύ στην επούλωση των πληγών.
Τον Μάιο του 2022, η υπόθεση του USS Indianapolis
ήρθε ξανά στο προσκήνιο, όταν το Πολεμικό Ναυτικό ανακοίνωσε ότι ανακάλυψε τα
ονόματα 13 ναυτών που θεωρούνταν αγνοούμενοι (και πιθανότατα νεκροί από τους καρχαρίες),αλλά
τελικά είχαν βρεθεί και είχαν ταφεί στη θάλασσα από τους ναύτες των πλοίων που
διέσωσαν τους επιζώντες. Οι οικογένειές τους πίστευαν ως και 77 χρόνια μετά ότι
είχαν βρει τραγικό θάνατο από τους καρχαρίες.
«Είναι καθησυχαστικό που βρέθηκε και ελπίζουμε ότι δεν
υπέφερε πολύ», είπε ο αδερφός του 17χρονου Τζορτζ Πέιν, Ντέιβιντ, που χάθηκε
κατά την βύθιση του πλοίου. Όπως είπε, αυτά τα νέα ήταν σοκαριστικά για την
οικογένειά του. Πρώτα σκέφτηκε ότι ήταν
φάρσα γιατί η οικογένειά του πάντα πίστευε ότι το σώμα του Τζορτζ δεν βρέθηκε
ποτέ.
Ο Ρικ Στόουν, συνταξιούχος επικεφαλής ιστορικός ναυτικού της
Διοίκησης Ιστορίας και Κληρονομιάς του Ναυτικού, είπε ότι οι ερευνητές βρήκαν
τα ονόματα αυτών των 13 ναυτών σε ημερολόγια καταστρώματος, αναφορές διοικητών
και πολεμικά ημερολόγια που κρατούσαν τα επτά πλοία που συμμετείχαν στην
ανάσυρση των σορών των αντρών που πέθαναν με τη βύθιση του USS Indianapolis.
Αυτά τα πλοία έκαναν θαλάσσιες ταφές σε 91 ταυτοποιημένους
άνδρες, αλλά για άγνωστους λόγους τα ονόματα μόνο των 40 από αυτούς αναφέρθηκαν
από τον στρατό. Τα υπόλοιπα 51 ονόματα χάθηκαν στην πορεία. Οι 13 που
εντοπίστηκαν πρόσφατα προέρχονται από αυτή την τελευταία ομάδα. Ο Στόουν είπε
ότι οι ερευνητές έχουν ανοιχτές υποθέσεις για τους υπόλοιπους 38 και έχουν
«καλές ενδείξεις» για την ταυτότητα των πέντε.
Ο Στόουν υποψιάζεται ότι τα ονόματα χάθηκαν ανάμεσα σε
γραφειοκρατικές διαδικασίες και δεν ανακτήθηκαν ποτέ. Όπως λέει πιθανότατα δεν
βοήθησε καθόλου το γεγονός ότι το Πολεμικό Ναυτικό ανακοίνωσε την απώλεια του
πλοίου την ίδια μέρα που τελείωσε και ο πόλεμος, οπότε σχεδόν κανείς δεν
ασχολήθηκε με αυτό μέσα στην χαρά της νίκης.
Το 2017 ιδιωτικοί ερευνητές ανέφεραν ότι εντόπισαν το
ναυάγιο του USS Indianapolis. Το πλήρωμα αποστολής του ερευνητικού σκάφους
Petrel, το οποίο ανήκει στον συνιδρυτή της Microsoft, Πολ Άλεν, είπε ότι
εντόπισε τα συντρίμμια στον πυθμένα του Βόρειου Ειρηνικού Ωκεανού, πάνω από 5,5
χιλιόμετρα κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας.