Οι εξωφρενικές ιστορίες από τα γυρίσματα της Λάμψης του Κιούμπρικ

Τρέλα, βασανισμοί και ένας σκηνοθέτης που έψαχνε την τελειότητα


«Μερικές ταινίες είναι σαν τους ανθρώπους, κάποιες λάμπουν και κάποιες άλλες όχι», θα μπορούσαμε να πούμε παραφράζοντας την φράση που ακούμε στην ταινία «Η Λάμψη» (The Shining) από τον ήρωα Ντικ Χάλοραν. Και η συγκεκριμένη ταινία ήταν σε αυτές τις λίγες που… λάμπουν. Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ πήρε το βιβλίο του Στίβεν Κινγκ και το μεταμόρφωσε σε κάτι τελείως διαφορετικό. Στις 23 Μαΐου 1980 η ταινία κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στις ΗΠΑ και από τότε άλλαξε την ιστορία του σινεμά.

Η Λάμψη είναι μια ταινία τρόμου με δόσεις παραφυσικού για έναν άνθρωπο, τον Τζακ, που αρχίζει να χάνει το μυαλό του, όταν πηγαίνει με τη γυναίκα του, την Γουέντι, και το παιδί τους, τον Ντάνι, να δουλέψουν ως συντηρητές στο άδειο ξενοδοχείο Overlook τον χειμώνα, όταν αυτό είναι κλειστό.

Οι περισσότεροι μπορεί να έχουν ήδη δει την ταινία ωστόσο υπάρχουν κάποια «άγνωστα» στοιχεία γύρω από αυτή που είναι τόσο ενδιαφέροντα όσο και η ίδια η ταινία!

Η ταινία και το βιβλίο

Η Λάμψη του Κιούμπρικ είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του Στίβεν Κινγκ, το οποίο εκδόθηκε το 1977 ωστόσο στην πραγματικότητα έχουν τόσες διαφορές που θα μπορούσαμε να μιλάμε για δύο διαφορετικά έργα. Εξάλλου, αυτός είναι και ο λόγος που ο ίδιος ο Στίβεν Κινγκ έχει αποκηρύξει πολλές φορές την ταινία και προχώρησε στη δημιουργία της δικής του μίνι σειράς, πιο πιστής στο βιβλίο.

Πριν όμως γίνουν όλα αυτά, ο Κινγκ είχε προσπαθήσει να συνεργαστεί με τον Κιούμπρικ και είχε γράψει ο ίδιος το σενάριο της ταινίας. Ωστόσο, ο Κιούμπρικ αρνήθηκε ακόμα και να το διαβάσει, σύμφωνα με τον βιογράφο του Ντέιβιντ Χιούζ, και αντ’ αυτού έγραψε την δική του εκδοχή της ιστορίας σε συνεργασία με μια άλλη συγγραφέα, την Νταϊάν Τζόνσον.

«Νομίζω ότι η ‘Λάμψη’ είναι μια καλή ταινία, αλλά όπως έχω πει και στο παρελθόν είναι σαν μια μεγάλη, όμορφη Κάντιλακ που δεν έχει μέσα μηχανή», είχε δηλώσει στο Deadline ο Κινγκ το 2016.

Ο Κινγκ έχει επίσης αναφέρει πως η ταινία του Κιούμπρικ ήταν πολύ σκοτεινή και απάνθρωπη: «Πάντα σκεφτόμουν ότι η πραγματική διαφορά μεταξύ της εκδοχής μου και του Στάνλεϊ Κιούμπρικ ήταν αυτή: στο μυθιστόρημα το ξενοδοχείο καίγεται, στην ταινία παγώνει. Είναι η διαφορά μεταξύ της ζεστασιάς και της ψυχρότητας».

Ο βασικός λόγος της διαφωνίας αφορούσε κυρίως το τέλος της ταινίας, το οποίο ο Κιούμπρικ είχε αλλάξει, αλλά και ο τρόπος που έπαιζε ο Τζακ Νίκολσον. Σύμφωνα με τον Κινγκ, ο Νίκολσον έμοιαζε «τρελός» από την αρχή, ενώ ο ήρωάς του ήταν ένας καθημερινός άνθρωπος που άρχισε να βυθίζεται σιγά σιγά στην τρέλα. Ο Κινγκ δεν συμφωνούσε ούτε με την επιλογή της Σέλι Ντουβάλ ως Γούεντι καθώς ο ίδιος την ονειρευόταν ως μια όμορφη ξανθιά, αλλά δυναμική γυναίκα, ενώ η Ντουβάλ έδινε την εικόνα μιας απλής, καθημερινής και πολύ εύθραυστης κοπέλας.

[ΠΡΟΣΟΧΗ SPOILERS για όσους δεν έχουν δει την ταινία ή δεν έχουν διαβάσει το βιβλίο]

Το τέλος και οι συνεχείς αλλαγές

Ένα βασικό σημείο διαφοροποίησης μεταξύ Κινγκ και Κιούμπρικ ήταν το τελείως διαφορετικό τέλος που θέλησε να δώσει ο σκηνοθέτης στην ταινία του.

Η ταινία τελειώνει με την Γουέντι και τον Ντάνι να φεύγουν εν μέσω χιονοθύελλας από το ξενοδοχείο χάρη σε μια χιονομηχανή που έχει αφήσει πίσω του ένας άλλος ήρωας της ταινίας, ο Ντικ Χάλοραν, τον οποίο έχει ήδη σκοτώσει ο Τζακ. Από την άλλη, ο Τζακ μένει πίσω και πεθαίνει παγωμένος μέσα στο χιόνι κάτι που υπονοεί ότι οι υποχθόνιες δυνάμεις που κυριεύουν το ξενοδοχείο συνεχίζουν τον κύκλο της βίας.

Ωστόσο, το μυθιστόρημα του Κινγκ τελειώνει με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο. Πρώτα απ’ όλα, ο Τζακ  κάποια στιγμή καταφέρνει να αντισταθεί για λίγο στο πνεύμα που τον έχει κυριεύσει, τόσο ώστε να πει στον γιο του Ντάνι ότι πρέπει να φύγει. Η Γουέντι και ο Ντάνι τελικά ξεφεύγουν με την βοήθεια του Χάλοραν, ο οποίος δεν πεθαίνει στο βιβλίο. Ο Τζακ ωστόσο πράγματι πεθαίνει αλλά όχι παγωμένος στο χιόνι. Μια δυσλειτουργία στο λέβητα προκαλεί μια τεράστια έκρηξη, η οποία σκοτώνει τον Τζακ αλλά και καταστρέφει για πάντα το ξενοδοχείο. Οι τρεις που επιβίωσαν τελικά περνούν το καλοκαίρι τους σε ένα ξενοδοχείο στο Μέιν, όπου εργάζεται ο Χάλοραν, ο οποίος πλέον γίνεται σαν πατρική φιγούρα για τον Ντάνι.



Ο Κιούμπρικ δεν ήθελε να δημιουργήσει μια τυπική ταινία τρόμου κι είναι φανερό ότι τα κατάφερε: «Το τέλος άλλαξε σχεδόν τελείως επειδή στον Κιούμπρικ φαινόταν πολύ κλισέ να τελειώσουμε με μια έκρηξη. Πίστευε ότι πρέπει να υπάρχει κάτι άλλο, το οποίο θα ήταν πιο συμβολικό και οπτικά πιο ενδιαφέρον», έχει δηλώσει η σεναριογράφος της ταινίας, Νταϊάν Τζόνσον.

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι ο Κιούμπρικ είχε σκεφτεί πολλές διαφορετικές εκδοχές του τέλους πριν καταλήξει σε αυτή που βλέπουμε. Μάλιστα, όταν η ταινία βγήκε σε περιορισμένη διανομή στους κινηματογράφους στις ΗΠΑ την πρώτη εβδομάδα παιζόταν με μια ακόμα τελευταία σκηνή, την οποίο ο Κιούμπρικ αποφάσισε τελικά να αφαιρέσει.

Στη σκηνή αυτή μεταφερόμασταν μερικές εβδομάδες μετά το θάνατο του Τζακ και συναντούσαμε την Γουέντι και τον Ντάνι να αναρρώνουν σε ένα δωμάτιο νοσοκομείο. Εκεί τους επισκέπτεται ο Στιούαρτ Ούλαμ, ο διευθυντής του ξενοδοχείου, ο οποίος τους εξηγεί ότι δεν βρήκαν κανένα στοιχείο υπερφυσικής δραστηριότητας σε αυτό. Ωστόσο, λίγο πριν το τέλος της σκηνής ο Ούλαμ πετά στον Ντάνι μια κίτρινη μπάλα, η οποία είναι ίδια με αυτήν που είχε κυλήσει προς τον μικρό έξω από το μυστηριώδες Δωμάτιο 237, όπου συνέβαιναν όλα στην ταινία.

«Ο Κιούμπρικ αποφάσισε ένα αφαιρέσει αυτή τη σκηνή λίγο μετά την κυκλοφορία της ταινίας στις ΗΠΑ και ανέθεσε στους βοηθούς του να την διαγράψουν από δεκάδες αντίτυπα που προβάλλονταν στο Λος Άντζελες και τη Νέα Υόρκη. Όλα τα γνωστά αντίγραφα αυτής της σκηνής έχουν καταστραφεί, αν και υπάρχει η φήμη ότι έχει διασωθεί ένα», αναφέρει ο σκηνοθέτης και ένας μεγάλος θαυμαστής του Κιούμπρικ,  Λι Άνκριτς.

Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ γενικά έκανε συνεχώς πολλές αλλαγές στο σενάριο κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων. Μάλιστα, ο Τζακ Νίκολσον έχει δηλώσει ότι κάποια στιγμή σταμάτησε να διαβάζει τα συνεχώς αλλαγμένα σενάρια που του έδιναν, καθώς ήξερε ότι θα αλλάξουν ξανά. Έτσι τα πετούσε στα σκουπίδια και απομνημόνευε τις ατάκες του λίγη ώρα πριν ξεκινήσουν τελικά να γυρίζουν τη σκηνή.

Η περιβόητη φωτογραφία

Παρά τις πολλές αλλαγές που έκανε ο Κιούμπρικ στην ταινία, μια βασική ιδέα του παρέμεινε πάντα εκεί: η φωτογραφία που δείχνει τον Τζακ Νίκολσον να βρίσκεται μεταξύ πολλών ανθρώπων σε κάποιο πάρτι στο ξενοδοχείο με ημερομηνία 1921. Η φωτογραφία αυτή έχει προκαλέσει πλήθος συζητήσεων προσπαθώντας να εξηγηθεί το πώς ο Τζακ που υποτίθεται ότι ζει στο ’70 μπορεί να έχει «ταξιδέψει» πίσω στο χρόνο και να έχει ποζάρει γι’ αυτή τη φωτογραφία.

«Η φωτογραφία συμπεριλαμβανόταν πάντα σε κάθε τέλος της ταινίας. Είναι σίγουρα μια έντονη στιγμή που ολοκληρώνει τον κύκλο της ταινίας καθώς βλέπουμε τον Τζακ να γίνεται μέρος των φαντασμάτων του ξενοδοχείου Overlook για πάντα», έχει δηλώσει η σεναριογράφος Νταϊάν Τζόνσον. Ο ίδιος ο Κιούμπρικ είχε εξηγήσει ότι η φωτογραφία υποδηλώνει πως ο Τζακ ουσιαστικά ήταν η μετεμψύχωση κάποιου πρώην εργαζόμενου στο ξενοδοχείο.

Μάλιστα, η φωτογραφία δεν είναι τραβηγμένη για την ταινία. Πρόκειται για μια πραγματική φωτογραφία από τη δεκαετία 1920 όπου το κεφάλι του Τζακ Νίκολσον έχει τοποθετηθεί στο σώμα ενός άλλου άντρα. Ο Κιούμπρικ ήθελε αρχικά να τραβήξει τη φωτογραφία μόνος του, αλλά κατάλαβε ότι δεν θα μπορούσε να την κάνει να μοιάζει τόσο αληθινή όσο η πραγματική.

Ο «τρελός» Τζακ Νίκολσον

Ο Τζακ Νίκολσον ήταν η πρώτη επιλογή του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, ωστόσο υπήρχαν σκέψεις και για τον Ρόμπερτ Ντε Νίρο (ο οποίος είπε ότι όταν διάβασε το σενάριο είχε εφιάλτες για έναν μήνα), τον Ρόμπιν Γουίλιαμς και τον Χάρισον Φορντ, τους οποίους τελικά απέρριψε. Ο Κιούμπρικ δεν ήθελε τον Ντε Νίρο καθώς αφού είδε τον Ταξιτζή έκρινε ότι δεν θα μπορούσε να δείξει αρκετά τρελός (!), ενώ από την άλλη ο Ρόμπιν Γουίλιαμς θα έδειχνε πολύ ψυχωτικός. Ο Στίβεν Κινγκ από την άλλη δεν ήθελε τον Τζακ Νίκολσον, ο οποίος είχε μόλις συμμετάσχει στη «Φωλιά του Κούκου». Έτσι, θεωρούσε ότι ο κόσμος θα τον θεωρούσε εξ αρχής τρελό και δεν θα μπορούσε να αποδώσει αυτή τη σταδιακή καταβύθιση στην τρέλα που ήθελε ο ρόλος. Ο ίδιος ο Κινγκ προτιμούσε τον Γιόν Βόιτ, τον Μάικλ Μοριάρτι ή τον Μάρτιν Σιν για τον ρόλο. Ο Κιούμπρικ ωστόσο ξεκαθάρισε από την αρχή ότι δεν θα διαπραγματευόταν την συμμετοχή του Νίκολσον.

Τα βασανιστήρια στην Σέλι Ντουβάλ

Η έτερη πρωταγωνίστρια, η Σέλι Ντουβάλ, η οποία υποδύεται την σύζυγό του Τζακ, Γουέντι, πέρασε από πολλά βασανιστήρια κατά τη διάρκεια της ταινίας. Συγκρουόταν συχνά με τον Κιούμπρικ, ο οποίος την πίεζε πολύ σκληρά αμφισβητώντας τις υποκριτικές της μεθόδους, φωνάζοντάς της και βάζοντας να επαναλάβει πολλές φορές τις λήψεις των σκηνών της. Η ίδια έχει δηλώσει ότι η συμμετοχή της στην ταινία επηρέασε πάρα πολύ εκτός από την ψυχική και την σωματική της υγεία καθώς άρχισε να χάνει τα μαλλιά της και να νιώθει συνεχώς άρρωστη. Μάλιστα, όπως έχει πει, στη σκηνή που ο Τζακ την πλησιάζει με το ρόπαλο του μπέιζμπολ για να της επιτεθεί και η ίδια έπρεπε να μοιάζει τρομαγμένη ήταν όντως τόσο τρομαγμένη και στην πραγματικότητα όσο φαίνεται. Αργότερα δήλωσε ότι πιθανότατα ο Κιούμπρικ της συμπεριφερόταν έτσι για να βγάλει από μέσα της τον καλύτερο εαυτό, ωστόσο δεν θα ήθελε να ζήσει ξανά κάτι τέτοιο.


Η κόρη του Στάνλεϊ Κιούμπρικ, Βίβιαν, που συμμετείχε στην δημιουργία της ταινίας, είχε αποκαλύψει στο «Making of» ότι κανείς στον πλατό δεν έδειχνε συμπάθεια στην Ντουβάλ. Πιθανότατα αυτό ήταν μέρος της τακτικής του Κιούμπρικ για να την κάνει να νιώθει τελείως αδύναμη και απομονωμένη, έτσι όπως ήθελε να αποτυπώσει και την ηρωίδα του. Μάλιστα σε κάποιο σημείο του ντοκιμαντέρ ο Κιούμπρικ ακούγεται να λέει στην Βίβιαν: «Μην δείχνεις συμπάθεια στην Σέλι» και στην συνέχεια απευθύνεται στην ηθοποιό λέγοντάς της «Δεν σε βοηθάει».

Επίσης, η Ντουβάλ έχει δηλώσει σε μια συνέντευξή της, πως επειδή ο χαρακτήρας της έπρεπε να βρίσκεται μόνιμα σε μια κατάσταση υστερίας κάποια στιγμή «ξέμεινε από δάκρυα» καθώς έκλαιγε συνεχώς. Έτσι, κυκλοφορούσε παντού με μπουκαλάκια νερό για να ενυδατώνεται.

Ο Νίκολσον αργότερα δήλωσε ότι η ερμηνεία της Ντουβάλ είναι εντυπωσιακή και ότι έκανε «την πιο δύσκολη δουλειά που έχω δει ποτέ ηθοποιό να κάνει». Ο ίδιος ο Κιούμπρικ σε μετέπειτα συνεντεύξεις του μιλούσε με τα καλύτερα λόγια για τις υποκριτικές ικανότητες της Ντουβάλ και δήλωσε εντυπωσιασμένος από την ερμηνεία της στην τελική ταινία.

Ο μικρός Ντάνι

Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ στην προσπάθεια του να βρει τον ιδανικό «Ντάνι», το μικρό γιο του ζευγαριού, έστειλε τον Λέον και την Κέρστι Βιτάλι στο Σικάγο, το Ντένβερ και το Σινσινάτι για έξι μήνες. Ο σκοπός που πήγαν σε αυτά τα μέρη ήταν για να βρουν ένα αγόρι με προφορά που θα έμοιαζε με αυτή του Νίκολσον και της Ντουβάλ. Πήραν συνέντευξη από 5.000 αγόρια μέχρι που κατέληξαν στον πεντάχρονο Ντάνι Λόιντ. Παρόλο που ο Κιούμπρικ «βασάνιζε» την Ντουβάλ και άλλους ηθοποιούς ήταν ιδιαίτερα προστατευτικός με τον Λόιντ. Μάλιστα, το αγόρι πίστευε ότι γύριζαν απλώς μια δραματική ταινία και όχι μια ταινία τρόμου, ενώ ο Κιούμπρικ περνούσε αρκετή ώρα μαζί του παίζοντας μπάλα και συνέχισε να έχει επαφή μαζί του και μετά την ταινία.


Στη σκηνή που η Γουέντι κουβαλά τον Ντάνι μέσα στο ξενοδοχείο φωνάζοντας στον Τζακ στην πραγματικότητα κρατά μια κούκλα, κάτι που έγινε και πάλι για να προστατέψει τον μικρό Λόιντ από μια τόσο έντονη σκηνή.

Ο Λόιντ δεν είδε την Λάμψη παρά μόνο όταν ήταν πια ήταν έφηβος, ενώ πέρα από έναν ακόμα ρόλο το 1982 στην ταινία «Will: G. Gordon Liddy» δεν συνέχισε με την υποκριτική αλλά έγινε καθηγητής βιολογίας.

Οι αυτοσχεδιασμοί των ηθοποιών

Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ ήταν ιδιαίτερα ανοιχτός σε προτάσεις και στους αυτοσχεδιασμούς των ηθοποιών του.

Έτσι, η διάσημη φράση που λέει ο Τζακ όταν βάζει το κεφάλι του μέσα από την σπασμένη πόρτα του μπάνιου «Heeeeere's Johnny» είναι αυτοσχεδιασμός του Νίκολσον. Η φράση είναι εμπνευσμένη από την ατάκα που έλεγε ο Τζόνι Κάρσον στην εκπομπή του «The Tonight Show Starring Johnny Carson».


Επίσης, ο Νίκολσον βοήθησε να γράψουν μια από τις σκηνές, αυτή που ο χαρακτήρας του νευριάζει, όταν η γυναίκα του τον διακόπτει, ενώ αυτός γράφει. Όπως είπε είχε ζήσει ακριβως το ίδιο κι αυτός λίγο πριν πάρει διαζύγιο με την γυναίκα του, Σάντρα, κι ενώ προσπαθούσε να γράψει το σενάριο μιας ταινίας. Είχε πει την ιστορία του στον Κιούμπρικ κι αυτός αποφάσισε να την γράψει μαζί με τον Νίκολσον για να την εντάξουν στην ταινία.

Από την άλλη, κάθε φορά που ο Ντάνι Τόρανς μιλά στον φανταστικό του φίλο Τόνι, κουνάει το δάχτυλό του. Το στοιχείο αυτό δεν ήταν στο αρχικό σενάριο. Αντίθετα ο μικρός Ντάνι Λόιντ το σκέφτηκε μόνος του και το έκανε κατά τη διάρκεια της πρώτης οντισιόν του. Η ιδέα άρεσε πολύ στον Κιούμπρικ και την ενέταξε στο σενάριο δίνοντας έτσι μια ακόμα πιο ανατριχιαστική εκδοχή στη συνομιλία με έναν φανταστικό φίλο.

Το δωμάτιο που δεν υπήρχε

Όλες οι εσωτερικές λήψεις από το ξενοδοχείο Overlook έγιναν στα στούντιο Elstree στο Λονδίνο. Ωστόσο, για τις εξωτερικές λήψεις χρησιμοποιήθηκε το Timberline Lodge στο Όρεγκον, το οποίο λειτουργεί ως σήμερα. Μάλιστα, η τότε διοίκηση του ξενοδοχείου ζήτησε από τον Κιούμπρικ να αλλάξει το νούμερο του διάσημου μυστηριώδους δωματίου της ταινίας (που βλέπουμε και στο βιβλίο) και αντί για 217 να έχει το νούμερο 237. Οι άνθρωποι του ξενοδοχείου πίστευαν ότι μετά την ταινία κανείς δεν θα θέλει να κλείσει το δωμάτιο 217 καθώς θα φοβούνταν. Αντίθετα, το δωμάτιο 237 δεν υπήρχε στο ξενοδοχείο κι έτσι δεν θα είχαν τέτοιο φόβο. Ο Κιούμπρικ δέχθηκε, ωστόσο ο κόσμος μετά την ταινία άρχισε να ζητάει το δωμάτιο 217 περισσότερο από κάθε άλλο στο ξενοδοχείο!

Οι ατελείωτες λήψεις

Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ είχε ανέκαθεν την φήμη του τελειομανούς που απαιτούσε πολλές λήψεις από κάθε σκηνή μέχρι να πετύχει  ακριβώς το αποτέλεσμα που ήθελε. Ωστόσο, στην ταινία αυτή ξεπέρασε τον εαυτό του.

Μάλιστα, λέγεται ότι στην Λάμψη ανήκει και το ρεκόρ όλων των εποχών με τις περισσότερες λήψεις για μια σκηνή. Σύμφωνα με το βιβλίο των Ρεκόρ Γκίνες, η σκηνή με την Γουέντι που περπατά προς τα πίσω στις σκάλες, ενώ ο Τζακ την απειλεί με το ροπαλο του μπέιζμπολ γυρίστηκε 127 φορές! Ωστόσο, τόσο ο χειριστής της Steadicam, Γκάρετ Μπράουν, όσο και ο βοηθός στο μοντάζ, Γκόρντον Στέιφορθ, αμφισβητούν τον αριθμό λέγοντας ότι η σκηνή γυρίστηκε 35-45 φορές.


Από την άλλη, ο ηθοποιός Σκάτμαν Κρόδερς, ο οποίος υποδύθηκε τον Ντικ Χάλοραν, πέρασε επίσης δύσκολα. Ενδεικτικά, ο Κιούμπρικ ήθελε να γυρίσει περίπου 70 φορές τη σκηνή που ο Τζακ σκοτώνει τον Χάλοραν. Ωστόσο, ο Τζακ Νίκολσον έπεισε τον Κιούμπρικ να είναι πιο ήπιος με τον 69χρονο Κρόδερς και έτσι σταμάτησαν στις 40 λήψεις. Σε μια άλλη σκηνή που χρειάστηκαν δεκάδες λήψεις, ο Κρόδερς ξέσπασε σε κλάματα και ρωτούσε τον σκηνοθέτη: «Τι θέλετε επιτέλους κ. Κιούμπρικ;».

Η περιβόητη σκηνή στο μπάνιο, όπου ο Τζακ σπάει την πόρτα με το τσεκούρι χρειάστηκε περίπου τρεις μέρες για να γυριστεί, ενώ έσπασαν στην πραγματικότητα 60 πόρτες μέχρι να έχουν την λήψη που χρειάζονταν.

Η σκηνή με την μπάλα του τένις που κυλάει ως τα πόδια του μικρού Ντάνι χρειάστηκε να γυριστεί περίπου 50 φορές.

Η σκηνή που η Γουέντι ανεβαίνει τρέχοντας τη σκάλα κρατώντας ένα μαχαίρι γυρίστηκε 35 φορές. Ουσιαστικά είναι σαν η Ντουβάλ να ανέβηκε τρέχοντας τις σκάλες του Empire State Building.

Ο Φίλιπ Στόουν που υποδυόταν τον Τσαρλς Γκρέιντι έχει δηλώσει για την σκηνή του με τον Τζακ Νίκολσον: «Την γυρίσαμε περίπου 50 ή 60 φορές. Μετά από κάθε φορά, ο Τζακ Νίκολσον, ο Στάνλεϊ και εγώ καθόμασταν και βλέπαμε το βίντεο. Ο Τζακ έλεγε ‘Ήταν πολύ καλό, δεν ήταν Στάνλεϊ;’ Και αυτός απαντούσε: ‘Ναι, ήταν. Τώρα ας την κάνουμε άλλη μια φορά’».

Η σκηνή στην οποία ο Τζακ κυνηγά τον Ντάνι στον λαβύρινθο χρειάστηκε περίπου έναν μήνα για να γυριστεί. Βέβαια, εδώ δεν έφταιγε μόνο η τελειομανία του Κιούμπρικ. Το συνεργείο συχνά… χανόταν μέσα στον λαβύρινθο και τελικά χρειάστηκε να χρησιμοποιήσουν γουόκι τόκι για να συνεννοούνται.

Η Αντζέλικα Χιούστον, η οποία ήταν τότε η σύντροφος του Τζακ Νίκολσον και ζούσε μαζί του, έχει δηλώσει ότι εξαιτίας των πολλών ωρών γυρισμάτων στο πλατό, ο Νίκολσον γυρνούσε συχνά στο σπίτι και πήγαινε κατευθείαν στο κρεβάτι, όπου κατέρρεε και τον έπαιρνε αμέσως ο ύπνος.

Έτσι, η ταινία ενώ είχε υπολογιστεί να γυριστεί σε 17 εβδομάδες τελικά χρειάστηκε 51, δηλαδή σχεδόν ένα χρόνο. Εξαιτίας της καθυστέρησαν οι ταινίες «Οι κόκκινοι» και «Ο Ιντιάνα Τζόουνς και οι κυνηγοί της χαμένης κιβωτού» καθώς περίμεναν να «αδειάσει» το στούντιο Elstree.

Ο Κιούμπρικ ήταν εξίσου απαιτητικός και με την αφίσα της ταινίας. Ο Σαούλ Μπας που τη δημιούργησε χρειάστηκε να φτιάξει περίπου 300 προσχέδια πριν τελικά ο Κιούμπρικ καταλήξει σε αυτό που του άρεσε.

Το αίμα στο ασανσέρ

Μια από τις πιο χαρακτηριστικές σκηνές είναι αυτή που οι πόρτες του ασανσέρ ανοίγουν και ξεχύνονται από μέσα τόνοι αίματος. Σε αντίθεση με άλλες σκηνές που χρειάζονταν δεκάδες φορές για να ολοκληρωθούν, αυτή χρειάστηκε μόλις τρεις λήψεις. Ωστόσο, η σκηνή προετοιμαζόταν για περίπου έναν χρόνο, ώστε να γίνει όπως πρέπει. Μεταξύ κάθε λήψης χρειάζονταν εννέα μέρες ώστε να καθαριστεί ο χώρος, για να προχωρήσουν με την νέα.



Τυριά, Εξορκιστής και Ρόζμαρι

Ο Τζακ Νίκολσον έχει δηλώσει ότι για εβδομάδες έτρωγε σχεδόν αποκλειστικά σάντουιτς με τυρί. Ο λόγος ήταν ότι μισεί το τυρί κι έτσι του προκαλούσε έναν εκνευρισμό που τον χρησιμοποιούσε μετά για τον ρόλο του. Παράλληλα, ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ έβαζε το καστ να βλέπει τις ταινίες «Eraserhead» του Ντέιβιντ Λιντς (το οποίο έχει μάλιστα δηλώσει ότι τον ενέπνευσε ιδιαίτερα), «Το μωρό της Ρόζμαρι» και τον «Εξορκιστή», ώστε να μπαίνουν καλύτερα στον ρόλο.

«All work and no play makes Jack a dull boy»

Κεντρικό ρόλο στην ταινία παίζουν και οι εκατοντάδες σελίδες που έχουν τυπογραφημένη απλώς τη φράση «All work and no play makes Jack a dull boy» (Μόνο δουλειά και καθόλου παιχνίδι κάνουν τον Τζακ ένα βαριεστημένο αγόρι). Πρόκειται για μια αμερικάνικη παροιμία που σημαίνει ότι ένα άτομο που μόνο δουλεύει χωρίς να ξεκουράζεται καταλήγει να βαριέται. Τη φράση αυτή υποτίθεται ότι γράφει ο Τζακ αντί για το μυθιστόρημά του και τις σελίδες ανακαλύπτει η Γουέντι καταλαβαίνοντας ότι κάτι δεν πάει καλά.

Σύμφωνα με την Βίβιαν Κιούμπρικ, η γραμματέας του πατέρα της πέρασε εβδομάδες, αν όχι μήνες, πληκτρολογώντας δεκάδες σελίδες με την φράση.

Παράλληλα, ο Κιούμπρικ έκανε διαφορετικές λήψεις των σελίδων με αντίστοιχες φράσεις από άλλες γλώσσες  για την διεθνή κυκλοφορία της ταινίας, ώστε το κοινό εκεί να καταλάβει καλύτερα το νόημα που θέλει να δώσει. Έτσι, στα γερμανικά εμφανίζεται η φράση Was du heute kannst besorgen, das verschiebe nicht auf morgen (Μην αφήνεις για αύριο ό,τι μπορείς να κάνεις σήμερα), στα ιταλικά Il mattino ha l'oro in bocca (Το πρωί έχει χρυσό στο στόμα του), στα γαλλικά Un «Tiens» vaut mieux que deux «Tu l'auras» (Ένα ‘πάμε’ αξίζει περισσότερα από δύο ‘θα το έχεις’ κάτι σαν το «Κάλλιο πέντε και στο χέρι παρά δέκα και καρτέρει») και στα ισπανικά  No por mucho madrugar amanece más temprano (Όσο νωρίς κι αν σηκώνεσαι, δεν μπορείς να κάνεις το ήλιο να ανατείλει νωρίτερα).

Αντί για χιόνι, αλάτι και φελιζόλ

Παρόλο που η ταινία υποτίθεται ότι εκτυλίσσεται μέσα στον χειμώνα, στην πραγματικότητα κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων είχε πολλή ζέστη. Για τις σκηνές με το χιόνι και το κυνηγητό μέσα στον λαβύρινθο χρησιμοποιήθηκαν 900 τόνοι αλατιού και σπασμένου φελιζόλ.

Δεν γλίτωσε από τη φωτιά

Ο Στάνλεϊ Κιούμπρικ δεν ήθελε εξ αρχή να συμπεριλάβει την έκρηξη και την φωτιά που καταστρέφει το ξενοδοχείο για το τέλος της ταινίας του, όπως προέβλεπε το βιβλίο. Ωστόσο, σαν μια ειρωνεία της τύχης, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων τα σκηνικά έπιασαν φωτιά και ένα μεγάλο μέρος τους καταστράφηκε από αυτή προκαλώντας καθυστέρηση στην παραγωγή. Στα γυρίσματα είχε πολλή ζέστη από τα έντονα φώτα που χρησιμοποιούνταν για να δώσουν την αίσθηση του φωτός του ήλιου που μπαίνει από τα παράθυρα (η ταινία θυμίζουμε γυριζόταν μέσα σε στούντιο) και πιθανόν από κάποιο βραχυκύκλωμα προκλήθηκε η φωτιά.


Οι θεωρίες συνωμοσίας

Αρκετές είναι οι θεωρίες που έχουν προκύψει πίσω από τους συμβολισμούς και όλα αυτά που μπορεί να ήθελε να πει ο Κιούμπρικ με την ταινία του. Δεδομένου ότι ο ίδιος δεν είχε εξηγήσει ελάχιστα πράγματα γύρω από αυτήν , αφήνοντας το κοινό να διαμορφώσει την δική του άποψη, πολλοί προσπαθούν να δώσουν τις δικές τους εξηγήσεις.

Έτσι, κάποιοι θεωρούν ότι η ταινία κρύβει ένα σχόλιο για την γενοκτονία των Ιθαγενών της Αμερικής ή ακόμα και το Ολοκαύτωμα κυρίως με την σκηνή του ασανσέρ που ανοίγει και πλημμυρίζει τα πάντα με αίμα.

Ίσως η πιο περίεργη θεωρία είναι αυτή που υποστηρίζει ότι ο Κιούμπρικ έδινε σε όλη την ταινία κρυφά μηνύματα για να δείξει ότι συμμετείχε στο «στήσιμο» της προσελήνωσης του «Apollo 11» κάτι που οι συνωμοσιολόγοι υποστηρίζουν ότι δεν έγινε ποτέ και απλώς κατασκευάστηκε σε στούντιο. Έτσι, βλέπουν ως «αποδείξεις» διάφορα στοιχεία που εμφανίζονται στην ταινία, όπως τα δίδυμα κορίτσια που παραπέμπουν στην αποστολή της NASA, Gemini, ή το πουλόβερ που φορά ο Ντάνι με το Apollo 11.


Ωστόσο, ο παραγωγός Τζαν Χάρλαν ήταν ξεκάθαρος. Σε μια συνέντευξη στο Entertainment Weekly, λέει: «Δεν είναι μια ταινία με σοβαρό μήνυμα. Ξέρω ότι πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι είναι αδύνατο ο Κιούμπρικ να έκανε μια ταινία που δεν είχε σοβαρά μηνύματα και έχει επινοηθεί ένας τεράστιος αριθμός θεωριών ειδικά μετά τον θάνατό του».

«Η πιο προσβλητική είναι η ιδέα ότι η Λάμψη είναι μια ταινία για το Ολοκαύτωμα. Αυτό είναι εξωφρενικό. Είναι προσβολή για τον Κιούμπρικ να πιστεύουν ότι θα παρουσίαζε με τόσο ανάλαφρο τρόπο το χειρότερο έγκλημα στην ανθρώπινη ιστορία, όπως είναι επίσης προσβολή για τα θύματα του Ολοκαυτώματος.

Αντί για Όσκαρ… Χρυσά Βατόμουρα!

Αν και η ταινία κατέγραψε πολύ καλές εισπράξεις από την πρώτη στιγμή, οι αντιδράσεις των κριτικών ήταν αρχικά ανάμεικτες. Αν και κάποιοι την εκθείαζαν, υπήρχαν άλλοι που υποστήριξαν ότι κατέστρεψε το βιβλίο. Πολλοί υποστήριξαν ότι ήταν πολύ βαρετή για ταινία τρόμου και την χαρακτήρισαν «απογοήτευση».

Μάλιστα, η ταινία είναι η μια από τις μόνο δύο ταινίες του Κιούμπρικ που δεν έχει προταθεί για BAFTA (μαζί με το Μάτια Ερμητικά Κλειστά) και η μόνη από τις εννέα τελευταίες του ταινίες που δεν έχει προταθεί για Όσκαρ ή Χρυσές Σφαίρες. Αντιθέτως είναι η μόνη από τις ταινίες του Κιούμπρικ που έχει προταθεί για Χρυσά Βατόμουρα, τα βραβεία για τις χειρότερες ταινίες, στην πρώτη χρονιά του θεσμού. Συγκεκριμένα, έλαβε υποψηφιότητα ο ίδιος ο Κιούμπρικ για το Βραβείο της Χειρότερης Σκηνοθεσίας αλλά και η Ντουβάλ για το βραβείο της Χειρότερης Γυναικείας Ερμηνείας. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2022, οι διοργανωτές των βραβείων  ανακοίνωσαν ότι αποσύρουν την υποψηφιότητα της Ντουβάλ: «Από τότε έχουμε ανακαλύψει ότι η ερμηνεία της Ντουβάλ επηρεάστηκε από την μεταχείρισή της από τον Κιούμπρικ», αναφερόταν στην σχετική ανακοίνωση.

Φυσικά από τότε η ταινία έχει μπει στη λίστα αυτών που άλλαξαν την ιστορία του σινεμά και θεωρείται μια από τις σημαντικότερες όλων των εποχών.