Όσο οι πλούσιες βιομηχανίες πετρελαίου γινονται πλούσιοι, οι κάτοικοι στο δέλτα του Νίγηρα πληρώνουν με τη ζωή τους την τιμή του «μαύρου χρυσού»
Φανταστείτε να ανοίγετε την βρύση της κουζίνας και αντί για
φρέσκο, καθαρό νερό να τρέχει ένα καφέ υγρό που μυρίζει πετρέλαιο. Αυτή είναι η
καθημερινότητα για χιλιάδες ανθρώπους που ζουν στις κοινότητες κοντά του δέλτα
του Νίγηρα, στα νότια της Νιγηρίας, όπως στο Ρίβερς ή τη Μπαγέλσα.
Οι συχνές διαρροές πετρελαίου που συνεχίζονται εδώ και
δεκαετίες στην τέταρτη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγό χώρα της Αφρικής έχουν
προκαλέσει ανυπολόγιστη καταστροφή στο περιβάλλον, αλλά και στις ζωές των
ανθρώπων. Φυσικά, κανείς δεν κάνει πραγματικά κάτι γι’ αυτό καθώς τα χρήματα
είναι πάντα πιο σημαντικά από τις… εφήμερες ζωές φτωχών ανθρώπων. Η φτωχή
Νιγηρία με το πλούσιο υπέδαφος σε πετρέλαιο πληρώνει πολύ ακριβά τον πλουτισμό
των ισχυρών από τις εξορύξεις του «μαύρου χρυσού».
Οι άνθρωποι που ζουν στις περιοχές του Νίγηρα λένε ότι δεν
μπορούν να καλλιεργήσουν πλέον τη γη τους, ούτε να ψαρέψουν στο ποτάμι καθώς τα
πάντα είναι μολυσμένα από το πετρέλαιο. Έτσι, η φτώχεια τους και η έλλειψη
τροφής απλώς μεγαλώνουν, όπως μεγαλώνουν και τα κέρδη των πετρελαιοβιομηχανιών.
Μια νέα έκθεση που δημοσίευσε η Πολιτειακή Επιτροπή
Πετρελαίου και Περιβάλλοντος της Μπαγέλσα – μια από τις πιο πλέον πληττόμενες
περιοχές της Νιγηρίας- είναι αποκαλυπτική.
Η Μπαγέλσα είναι μια από τις κύριες πετρελαιοπαραγωγές πολιτείες
στο Δέλτα του Νίγηρα, μια περιοχή που μαστίζεται από ρύπανση, συγκρούσεις και
διαφθορά, προβλήματα που συνδέονται με τη βιομηχανία του πετρελαίου και του
αερίου.
Οι πετρελαιοβιομηχανίες που επιχειρούν στη Νιγηρία έχουν
δεχθεί πολυάριθμες προσφυγές για τις διαρροές στο Δέλτα του Νίγηρα, τις οποίες όμως
οι ίδιες αποδίδουν σε βανδαλισμούς αγωγών και κλοπές πετρελαίου για παράνομα
διυλιστήρια.
Η Επιτροπή ξεκίνησε την έρευνά της το 2019 με σκοπό να
ανακαλύψει επακριβώς τις επιπτώσεις της ρύπανσης στην περιοχή της Μπαγέλσα από τις
εξορύξεις που συνεχίζονται εδώ και περίπου 50 χρόνια σε συνδυασμό με τις συνεχείς
διαρροές πετρελαίου. Για την έρευνα, εξετάστηκαν δεδομένα των εταιρειών αλλά και
επιστημόνων καθώς και δείγματα αίματος των κατοίκων.
Σύμφωνα με την έκθεση, οι πετρελαιοβιομηχανίες έχουν
προκαλέσει διαρροές πετρελαίου που ισοδυναμεί με 110.000 βαρέλια τα τελευταία
50 χρόνια μόνο στην περιοχή της Μπαγέλσα. Το 90% αυτής της τοξικής μόλυνσης
προέρχεται από τις εγκαταστάσεις των πέντε διεθνών κολοσσών που δρούσαν ή δρουν
εκεί: της Shell, της Eni, της Chevron, της Total και της ExxonMobil. Πλέον, εξορύξεις
κάνουν μόνο η Shell και
η Eni.
Οι ερευνητές εντόπισαν στοιχεία έντονης μόλυνσης σε 17 πόλεις
της πολιτείας. Συγκεκριμένα, εντόπισαν τοξικά χημικά σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από
τα ασφαλή όρια στα δείγματα εδάφους, υδάτων και αέρα καθώς στα ζώα που
εκτρέφουν και τρώνε οι ντόπιοι και τα σιτηρά. Παράλληλα, εξετάζοντας δείγματα
αίματος και ιστού από 1.600 κατοίκους τεσσάρων περιοχών της πολιτείας εντόπισαν
αυξημένα ποσοστά βαρέων μετάλλων σε αυτά, όπως νικέλιο και κάδμιο. Σε ορισμένες
περιπτώσεις τα επίπεδα ήταν έως και έξι φορές πάνω από το φυσιολογικό.
«H έκθεση εντοπίζει
αποτυχίες στρατηγικής, πρόληψης, απόκρισης και αποκατάστασης από τις εταιρείες
πετρελαίου», αναφέρει η επιτροπή.
Ένας εκπρόσωπος της Shell σε μια δήλωσή του αρκέστηκε να
αναφέρει πως η εταιρεία δεν έχει λάβει την πλήρη έκθεση και δεν μπορεί να
σχολιάσει.
Από την άλλη, εκπρόσωπος της Eni υποστήριξε ότι όλα τα περιστατικά
διαρροών οφείλονται σε κλοπές πετρελαίου που διοχετεύεται σε παράνομα διυλιστήρια
καθώς και σε παράνομες εξαγωγές και σαμποτάζ. Ωστόσο, συμπλήρωσε ότι η εταιρεία
έχει λάβει μέτρα για όλα αυτά. Παράλληλα, τόνισε ότι το φυσικό αέριο που εξορύσσει
η Eni στη Νιγηρία μετατρέπεται σε υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) και διατίθεται σε τοπικές μονάδες
ηλεκτροπαραγωγής, ενώ διαβεβαίωσε ότι η Eni πραγματοποιεί τις εργασίες της σύμφωνα
με τις διεθνώς εγκεκριμένες περιβαλλοντικές πρακτικές «χωρίς διακρίσεις μεταξύ
χωρών».
Σύμφωνα όμως με την έκθεση, οι τοξίνες που προκαλούν
εγκαύματα, αναπνευστικά προβλήματα και αυξάνουν τον κίνδυνο για καρκίνο είναι
σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα στην περιοχή, ενώ οι επιχειρήσεις καθαρισμού που αναλαμβάνουν
οι εταιρείες, συμπεριλαμβανομένου της Eni, συχνά δεν τις εκτελούνται σωστά με
αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος περαιτέρω ρύπανσης του εδάφους και του υδροφόρου
ορίζοντα.
Μεταξύ άλλων, η επιτροπή χρησιμοποίησε ένα μοντέλο του ΟΗΕ
για να υπολογίσει το κόστος αποκατάστασης στο Μπαγέλσα και εκτίμησε ότι «ο
καθαρισμός θα κοστίσει 12 δισεκατομμύρια δολάρια σε βάθος δωδεκαετίας».
Βέβαια, εκτός από το τεράστιο ποσό που θα πρέπει να
καταβληθεί από τις εταιρίες που τόσα χρόνια επωφελούνται από τα κέρδη, η έκθεση
τονίζει ότι θα χρειαζόταν πρώτα απ’ όλα πολιτική βούληση και σχέδιο δράσης. Θα έπρεπε
να υπάρξουν αλλαγές στην νομοθεσία της χώρας και ρύθμιση στην πετρελαϊκή
βιομηχανία, συμπεριλαμβανομένου της ανάγκης η πολιτεία να αρχίσει να ασκεί την
δύναμη της, που μέχρι στιγμή πολύ λίγο τη χρησιμοποιεί, στις άδειες για χρήση της
γης και τα δικαιώματα διέλευσης για τις υποδομές πετρελαίου. Όλη η διαδικασία
θα πρέπει να επιβλέπεται τόσο από εθνικές όσο και από διεθνείς αρχές.
Ωστόσο, πολλοί κάτοικοι του Μπαγέλσα είναι πολύ σκεπτικοί
απέναντι σε αυτές τις προτάσεις.
«Είναι τραγικά αφελές ή ανέντιμο να περιμένουμε ότι οι
δράστες αυτών των εγκλημάτων, οι εταιρίες, οι προμηθευτές και οι δικαιούχοι
τους —από εταιρείες εκμετάλλευσης, βανδάλους αγωγών και διυλιστήρια μέχρι
ομοσπονδιακές ρυθμιστικές αρχές— θα κάνουν αυτό που πρέπει, όταν οι δικοί μας ‘φύλακες’
είτε αδιαφορούν για τα δικαιώματα των κοινοτήτων μας ή σπαταλούν την ευκαιρία
που τους δίνεται για να κάνουν κάτι», είπε ο Ινίρου Γουίλς, περιβαλλοντολόγος
και δικηγόρος με πείρα σε δικαστικές διαφορές για τη ρύπανση.
«Οι εκκλήσεις μας για
τις συνεχείς πετρελαιοκηλίδες που απειλούν την επιβίωσή μας έχουν πέσει στο
κενό. Έχουμε πολύ μεγάλες αμφιβολίες ότι θα γίνει κάτι», είπε ο Νόελ Ικονικούμο
επικεφαλής της United Fishing Union of Sangana.
Αξίζει να σημειωθεί ότι πολλές φορές χιλιάδες πολίτες έχουν
κάνει ομαδικές αγωγές κατά των εταιριών εξόρυξης πετρελαίου, οι οποίες συχνά
έχουν αναγκαστεί να πληρώσουν αποζημιώσεις που μερικές φορές φτάνουν και τα
αρκετά εκατομμύρια χωρίς ωστόσο αυτό να έχει σταματήσει τις συνεχείς διαρροές.
Άλλοι ωστόσο είναι πιο αισιόδοξοι, συμπεριλαμβανομένου της τοπικής
κυβέρνησης της Μπαγέλσα, η οποία εκτιμά ότι μια καλύτερα χρηματοδοτούμενη
Εθνική Υπηρεσία Ανίχνευσης και Αντιμετώπισης Πετρελαιοκηλίδων (NOSDRA) θα μπορεί
να εντοπίσει ταχύτερα πιθανές νέες διαρροές και να λαμβάνει άμεσα μέτρα για τον περιορισμό
και τον καθαρισμό τους.
Η μόλυνση ενός παραδείσου
Το δέλτα του ποταμού Νίγηρα που χύνεται στον Νότιο Ατλαντικό
Ωκεανό είναι ένας από τους μεγαλύτερους υδροβιότοπους του κόσμου και φιλοξενεί το
μεγαλύτερο μανγκρόβιο δάσος της Αφρικής, ενώ στα νερά και τα δέντρα του ζουν
εκατοντάδες είδη ζώων και πουλιών. Οι ντόπιοι ανέκαθεν ευημερούσαν χάρη σε όσα τους
πρόσφερε η φύση. Ωστόσο εδώ και δεκαετίες η εξόρυξη του πετρελαίου και του
φυσικού αερίου από το πλούσιο υπέδαφος του δέλτα έχει προκαλέσει ανυπολόγιστες
καταστροφές στους βάλτους, τα δάση και τα ζώα που κατοικούν εκεί. Στην περιοχή
σημειώνονται περισσότερες από 200 διαρροές κάθε χρόνο και μοναδικά είδη της περιοχής
όπως ο μανάτος της Δυτικής Αφρικής, ο πυγμαίος ιπποπόταμος και ο κόκκινος
κολοβός πίθηκος του Νίγηρα βρίσκονται πλέον υπό απειλή. Εξίσου έντονη είναι η
απειλή και για τους ανθρώπους που ζουν εκεί.
Τα ευρήματα της νέας μελέτης πάντως δεν προκάλεσαν έκπληξη στους
κατοίκους της περιοχής που αντιμετωπίζουν εδώ και δεκαετίες αυτήν την
κατάσταση.
«Φωνάζουμε όλα αυτά τα χρόνια για τις διαρροές. Όλη μας η
ζωή έχει επηρεαστεί αρνητικά, αντιμετωπίζουμε καταστροφές στα χωράφια μας και τις
σοδειές μας και έχουμε κουραστεί πια», αναφέρει η Αγιμπακούρο Γουόρντερ, μια
αγρότισσα που ηγείται μιας γυναικείας ομάδας στην κοινότητα Ικαράμα, μια
περιοχή που συμπεριλήφθηκε στην έκθεση.
«Η έκθεση δεν εφηύρε τις ασθένειες, απλώς αποκάλυψε ό,τι
συμβαίνει», λέει από την πλευρά του ο Μπουμπαράγιε Ντακόλε, ο ηγέτης της φυλής
Εκπετιάμα που ζει στην περιοχή. Σύμφωνα με τον ίδιο, πριν το πετρέλαιο αρχίσει
να μολύνει τα νερά, ένας ψαράς μπορούσε να γεμίσει με ψάρια έναν κουβά μέσα σε
10 λεπτά. «Τώρα αν πας με τα δίχτυα σου στο ποτάμι και κάτσεις από τις επτά το
βράδυ ως τις εννιά το πρωί με τα βίας θα μαζέψεις τρία κιλά ψάρια», συμπλήρωσε.
Η Εντιμπίμιε Ιρόλε, μια παιδίατρος στο τοπικό νοσοκομείο της
Γιεναγκόα, λέει ότι βλέπει κάθε μέρα τις επιπτώσεις.
«Είναι πολύ σημαντικό να τονίσουμε ότι τα περισσότερα παιδιά
μας γεννιούνται με καρδιακά προβλήματα και άλλες ανωμαλίες εξαιτίας των
επιπτώσεων αυτών των τοξικών στην υγεία μας», αναφέρει. «Τα βαρέα μέταλλα
επιβραδύνουν την ανάπτυξη των παιδιών και επίσης επηρεάζουν αρνητικά την
ανάπτυξη του εγκεφάλου τα πέντε πρώτα χρόνια της ζωής του ανθρώπου».
Το προσδόκιμο ζωής στην περιοχή είναι τα 41 χρόνια, δέκα
χρόνια λιγότερα από τον ήδη χαμηλό μέσο όρο όλης της χώρας.