Ένα νέο ντοκιμαντέρ επιχειρεί να δώσει απαντήσεις. Τι λένε Γερμανοί που έζησαν στα χρόνια του ναζιστικού καθεστώτος
Απαντήσεις σε ένα μεγάλο ιστορικό ερώτημα επιχειρεί να δώσει το ντοκιμαντέρ «Final Account», το οποίο κυκλοφόρησε την 3η Δεκεμβρίου 2021. Είχε τελικά ο γερμανικός λαός επίγνωση των φρικτών εγκλημάτων του ναζιστικού καθεστώτος; Γνώριζε τι συνέβαινε στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις κατακτημένες χώρες και, αν ναι, υποστήριζε αυτές τις θηριωδίες;
Με τη λαϊκή ψήφο
Οι Ναζί ανέβηκαν στην εξουσία με τη λαϊκή ψήφο. Στις εκλογές του 1928, με τον Χίτλερ φυλακισμένο λόγω της εμπλοκής του στο πραξικόπημα της Μπιραρίας, το ναζιστικό κόμμα πήρε μόλις 2,63% και συνολικά 810,127 ψήφους. Τέσσερα χρόνια μετά όμως, τον Ιούλιο του 1932, αναδείχθηκε πρώτο κόμμα με 33,09% και 11.737.021 ψήφους. Χτυπημένος από βαθειά οικονομική κρίση ο γερμανικός λαός γοητεύτηκε από τη ρητορική για την επάνοδο της Μεγάλης Γερμανίας και την ακύρωση των ντροπιαστικών για τη χώρα όρων της Συνθήκης των Βερσαλλιών.
Ο Χίτλερ είχε την απόλυτη λαϊκή υποστήριξη τόσο κατά τις πρώτες επεκτατικές του κινήσεις, όσο και στην έναρξη της πολεμικής σύρραξης μετά την εισβολή στην Πολωνία. Η πλειονότητα επικρότησε τη Νύχτα των Κρυστάλλων τον Νοέμβριο του 1938 και συμμεριζόταν την αντισημιτική ρητορική.
Τι συνέβη όμως όταν ακόμα και μέσα στα γερμανικά εδάφη εμφανίζονταν στρατόπεδα συγκέντρωσης; Πώς αντέδρασε ο γερμανικός λαός όταν έβλεπε τον εβραϊκό (και όχι μόνο) πληθυσμό να εξαφανίζεται και τις πληροφορίες να μιλούν για μαζικές εκτελέσεις;
Ντροπή, άρνηση, περηφάνια
Ο σκηνοθέτης Λούκ Χόλαντ επιχείρησε να δώσει μια απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα. Θέλησε να καταγράψει μαρτυρίες ατόμων που υποστήριξαν ή συμμετείχαν στις ναζιστικές θηριωδίες πριν χαθεί η φωνή τους.
Επί χρόνια έπαιρνε συνεντεύξεις από εκατοντάδες Γερμανούς που είχαν κάποια σχέση με το Ολοκαύτωμα. Από πρώην στρατιώτες των Waffen SS έως ανθρώπους που απλά έμεναν κοντά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μέσα σε αυτό το... ταξίδι συνάντησης από ντροπή και άρνηση μέχρι και περηφάνια για όλα όσα έγιναν. Θέλησε λοιπόν να δημοσιοποιήσει αυτό το ντοκουμέντο και το 2018 επικοινώνησε με τον δημιουργό ντοκιμαντέρ Τομ Μπάσεκ.
«Ο Λουκ δεν έφτιαχνε συνειδητά ένα φιλμ. Συγκέντρωνε ένα αρχείο και ήλπιζε ότι θα έπαιζε έναν ρόλο για τις επόμενες γενιές. Όταν είδα το υλικό κατάλαβα πόσο σημαντικό είναι. Παρουσίαζε μια νέα οπτική πάνω στο θέμα. Έπρεπε όμως να το μετατρέψουμε σε κάτι με αρχή, μέση και τέλος» λέει ο Μπάσεκ.
Την εποχή που συναντήθηκαν ο Χόλαντ έπασχε από μυέλωμα και γνώριζε ότι ο χρόνος του είναι πολύ περιορισμένος. Πέθανε στις 10 Ιουνίου 2020.
Ξεκίνησε το πρότζεκτ του το 2008. Σε ένα σημείωμα του αναφέρει: «Οι παππούδες μου δολοφονήθηκαν-Θέλω να πάρω συνεντεύξεις από παλιούς Ναζί-Είμαι ένας δημιουργός ταινίας». Σκεφτόταν πως αν δεν καταγράψει αυτές τις φωνές τώρα δεν θα έχει την ευκαιρία να το κάνει στο μέλλον καθώς οι περισσότεροι ήταν σε πολύ προχωρημένη ηλικία.
Τον Οκτώβριο του 2008 έκανε την πρώτη του συνέντευξη και συνέχισε έως το 2016. Ταξίδεψε σε πολλά μέρη κυρίως με χρήματα που του έδωσαν φίλοι του.
«Είχε μια εξαιρετική ικανότητα στο να ακούει πραγματικά αυτό που του λες και να καταφέρνει να σε οδηγήσει να αποκαλύψεις περισσότερα απ' όσα θα ήθελες. Όταν ο Λουκ καθόταν απέναντι από αυτούς τους ανθρώπους γνώριζε πολύ καλά πως αν πίεζε πολύ νωρίς θα σφράγιζαν την πόρτα. Την ίδια στιγμή δεν τους άφηνε να γλιστρήσουν, να ωραιοποιήσουν ή να υποβαθμίσουν την εμπλοκή τους. Είναι ένα αργό ξετύλιγμα ενός σφιχτού κουβαριού προσωπικών ιστοριών» αναφέρει ο συνεργάτης και φίλος του Χόλαντ, Σαμ Πόουπ.
«Αυτά είναι βλακείες, όλοι ξέραμε»
Το ντοκιμαντέρ καταγράφει συγκλονιστικές μαρτυρίες. Χαρακτηριστικό
παράδειγμα είναι ένας άντρας που ονομάζεται Χάινριχ Σούλτσε. Μέσα από τη συζήτηση
παραδέχεται τελικά ότι κατέδωσε στους Ναζί κάποιους δραπέτες από το Μπέργκεν-Μπέλσεν
οι οποίοι είχαν κρυφτεί στην φάρμα του. Με υπόδειξη του οι φρουροί του στρατοπέδου
πήγαν στο σπίτι, τους συνέλαβαν και πιθανότατα στη συνέχεια τους εκτέλεσαν. «Ο Χόλαντ ήταν πολύ ικανός.
Υπάρχουν πολλές στιγμές που κάποιος λέει ότι δεν ήταν εκεί αλλά με ευγενικές
ερωτήσεις τους οδηγεί να αποδεχθούν ότι λένε ψέματα» τονίζει ο Μπάτσεκ.
Το πιο ανατριχιαστικό ίσως κομμάτι του φιλμ είναι εκείνο στο οποίο ο Χόλαντ παίρνει συνεντεύξεις σε σπίτια ηλικιωμένων. Κάποιοι του δείχνουν τα παράσημα τους από τον καιρό που υπηρετούσαν στα SS και κάποιοι δηλώνουν περήφανοι που ήταν μέλος του ναζιστικού στρατού. «Δεν ένιωθα κανέναν οίκτο για τους Εβραίους» λέει ένας ηλικιωμένος άντρας.
Σε μια σκηνή του ντοκιμαντέρ ένας άντρας εξοργίζεται όταν ακούει τους υπόλοιπους στο τραπέζι να λένε ότι δεν ήξεραν τι γινόταν. «Αυτά είναι βλακείες, όλοι ξέραμε» τονίζει με θυμό.
Συγκλονιστική επίσης η συνάντηση του πρώην SS, Χανς Βερκ με νεαρούς Γερμανούς. Ο ηλικιωμένος άντρας χάνει την ψυχραιμία του όταν ακούει κάποιον να έχει φιλοναζιστικές απόψεις.
Το «Final Account» είναι συνολικά 90 λεπτά και δημιουργήθηκε μέσα από υλικό 600 ωρών με περίπου 300 συνεντεύξεις. Ο Χόλαντ μίλησε με κάποια άτομα μόνο για μισή ώρα και με κάποια άλλα συναντήθηκε έως και 16 φορές. «Αν ζούσε ακόμα θα έψαχνε για περισσότερο υλικό. Το έκανε αρχικά για τους παππούδες του αλλά απέκτησε μια μεγαλύτερη σημασία όταν έδειξε μέρος του υλικού σε επιζώντες του Ολοκαυτώματος. Ένας χαρακτηριστικά είπε ότι το να ακούει αυτά τα πράγματα από στόμα αυτών που ήταν υπεύθυνοι επιβεβαιώνει το όσα βίωσε». Τονίζει.
Ο Χόλαντ τελικά δεν έζησε για να δει το έργο του να κυκλοφορεί στο ευρύ κοινό. Τον Οκτώβριο του 2021 πέθανε από καρκίνο και η παραγωγός του ντοκιμαντέρ, Νταϊάν Βέγερμαν.
Ευνοημένοι από την
ιστορική συγκυρία
Μέσω του «Final Account» επιβεβαιώνεται ουσιαστικά αυτό που όλοι γνώριζαν. Ο γερμανικός λαός γνώριζε, έστω σε γενικές γραμμές τι συνέβαινε και σε μεγάλο βαθμό στήριζε. Είχε μεθύσει από τις στρατιωτικές νίκες και την επέκταση της Γερμανίας. Αν αυτό ερχόταν με κόστος εκατομμυρίων ζωών δεν τον ενδιέφερε ιδιαίτερα. Η Μεγάλη Γερμανία γεννιόταν και η καθημερινότητα είχε βελτιωθεί. Η ιστορική συγκυρία όμως έφερε τη Γερμανία, αμέσως μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου, στο στρατόπεδο της Δύσης, στα πλαίσια του Ψυχρού Πολέμου. Η εικόνα του παραπλανημένου λαού που δεν γνώριζε για τα εγκλήματα τους καθεστώτος ήταν αυτή που κυριάρχησε μιας και πλέον η Γερμανία ήταν σύμμαχος του Δυτικού μπλοκ και όχι εχθρός.