Το Drama in Bahama, ο Τάισον, η φυλακή, και το τραγικό τέλος του Τζαμαϊκανού μποξέρ
«Πρώτα θα καταστρέψω όλους τους δαίμονες. Κάθε μποξέρ που στέκεται ανάμεσα σε εμένα και τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή. Μετά θα επιστρέψω σπίτι. Ο Θεός με ανέθρεψε για έναν λόγο Είμαι εδώ Θεέ μου» έλεγε ο Τρέιβορ Μπέρμπικ. Ο «Fighting Preacher» όμως δεν κατάφερε ποτέ να... καταστρέψει τους εσωτερικούς τους δαίμονες και όταν γύρισε τελικά σπίτι βρήκε τραγικό τέλος. Αποτελεί ένα εξέχων μέλος της λεγόμενης «χαμένης γενιάς» πυγμάχων και η ιστορία του θυμίζει κινηματογραφικό σενάριο. Ολυμπιάδα, Μοχάμεντ Αλί, Λαρι Χολμς, Τάισον φυλακή και μια ενέδρα.
Η άνοδος
Ο Τρέιβορ Μπέρμπικ γεννήθηκε το 1954 (κάποιοι υποστηρίζουν ότι ήταν το 1952) στο Πορτ Αντόνιο στην Τζαμάικα. Ως έφηβος εργάστηκε στη αμερικανική στρατιωτική βάση του Γκουαντάναμο στην Κούβα. Υποστηρίζει ότι η ενασχόληση του με το μποξ ξεκίνησε μετά από έναν καυγά που είχε με πεζοναύτη της βάσης. «Παρά την εκπαίδευση του δεν κατάφερε να με ρίξει κάτω. Στο τέλος μου είπε ότι είμαι καλός και με κάλεσε να συμμετάσχω στην ομάδα μποξ της βάσης. Πήγα και κέρδισα το τουρνουά. Τότε κατάλαβα ότι μπορώ να πετύχω κάτι ως μποξέρ» υποστήριζε. Επιστρέφοντας στη Τζαμάικα, παρότι δεν είχε δώσει ούτε έναν αγώνα, κατάφερε να μπει στην Ολυμπιακή ομάδα μποξ και ταξίδεψε στον Μόντρεαλ. Εκεί αποκλείστηκε στον πρώτο γύρο του πρώτου αγώνα.
Δεν απογοητεύτηκε και για ένα διάστημα έμεινε στο Χάλιφαξ του Καναδά όπου «έχτισε» την καριέρα του. Τον Σεπτέμβριο του 1976 έγινε επαγγελματίας και έκανε ένα ρεκόρ με έντεκα συνεχόμενες νίκες (δέκα νοκ-άουτ). Έχοντας πλέον γίνει σχετικά γνωστός στον μικρόκοσμο του τοπικού μποξ, τον Απρίλιο του 1979, έδωσε τον πρώτο του μεγάλο αγώνα. Μπροστά σε ένα κοινό περίπου 10.000 ατόμων αντιμετώπισε τον Μπερνάρντο Μερκάδο. Δέκα δευτερόλεπτα πριν τελειώσει ο πρώτος γύρος δέχθηκε ένα χτύπημα στο σαγόνι και έπεσε στο καναβάτσο. Ο διαιτητής μέτρησε ως το δέκα πριν σηκωθεί...
Και πάλι όμως δεν το έβαλε κάτω. Με ένα ρεκόρ 14-1-1 ο Μπέρμπικ αναγνωρίστηκε και πάλι ως ικανός μποξέρ και τον Ιούνιο του 1980 αντιμετώπισε τον Τζον Τέιτ. Του έδιναν ελάχιστες πιθανότητες να επικρατήσει όμως τα κατάφερε με νοκ άουτ στον ένατο γύρο. Με τη συγκεκριμένη νίκη κέρδισε την ευκαιρία να διεκδικήσει τον τίτλο του πρωταθλητή βαρέων βαρών. Μπροστά του στεκόταν ο Λάρι Χολμς ο οποίος είχε νικήσει ήδη επτά διεκδικητές. Στις 11 Απριλίου 1981 ανέβηκαν στον ρινγκ. Ο Μπέρμπικ άντεξε και τους 15 γύρους αλλά έχασε τελικά με ομόφωνη απόφαση των κριτών.
Drama in Bahama
Έχοντας αποτύχει να κερδίσει τον τίτλο ο Μπέρμπικ δέχθηκε
μια ελκυστική όσο και αμφιλεγόμενη προσφορά. Θα αντιμετώπιζε τον θρυλικό
Μοχάμεντ Αλί. Ο Τζαμαϊκανός δέχθηκε και κάπως έτσι «γεννήθηκε» το «Drama in Bahama».
Ο Αλί ήταν τότε 39 ετών και δεν είχε δώσει αγώνα από τον Οκτώβριο του 1980 όταν και έχασε από τον Λάρι Χολμς. Οι γιατροί του είχαν ξεκαθαρίσει ότι δεν πρέπει να ανέβει πάλι σε ρινγκ και η άδεια του για επαγγελματική πυγμαχία στις ΗΠΑ είχε ακυρωθεί. Γι' αυτό το λόγο ο αγώνας έγινε στις Μπαχάμες, στην πόλη Νασάου. Τον οργάνωσε ένας πρώην κατάδικος, ο Τζέιμς Κορνέλιους.
Το «Drama in Bahama» πραγματοποιήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 1981 στο υπό κατασκευή Queen Elizabeth Sports Centre. Το κοινό δεν έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον και χρειάστηκε να γίνει σημαντική έκπτωση στην τιμή του εισιτηρίου για να μην είναι άδεια η αρένα. Τελικά περίπου 7.500 άτομα πλήρωσαν για να δουν αυτό που έμελλε να είναι ο τελευταίος πυγμαχικός αγώνας ενός θρύλου. Τηλεοπτικά κανένα μεγάλο δίκτυο δεν έδειξε ενδιαφέρον και στις ΗΠΑ μεταδόθηκε μόνο από τον τοπικό σταθμό του Οχάιο, ONTV.
Όταν οι θεατές έφτασαν στο αθλητικό κέντρο βρήκαν τις πόρτες κλειστές. Το κλειδί της κεντρικής εισόδου είχε χαθεί και χρειάστηκε αρκετή ώρα για να βρουν αντικλείδι. Οι οργανωτές δεν είχαν επίσης προβλέψει για καμπανάκι και γάντια. Το πρώτο πρόβλημα λύθηκε με ένα κουδούνι αγελάδας και το δεύτερο με μεταχειρισμένα γάντια από άλλους πυγμάχους. Βλέποντας την κατάσταση ο Μπέρμπικ ζήτησε τα χρήματα του μπροστά. Ακολούθησε διαπραγμάτευση με αποτέλεσμα ο αγώνας να καθυστερήσει για πάνω από δύο ώρες.
Η εικόνα του Μοχάμεντ Αλί να μπαίνει στην αρένα προκαλεί θλίψη και οργή γι' αυτούς που δεν τον προστάτεψαν. Υπέρβαρος και φανερά επηρεασμένος από την ασθένεια του, ανέβηκε στο ρινγκ με δυσκολία. Με απλανές βλέμμα, σκιά του εαυτού του, ήταν φανερό πως δεν μπορούσε να ανταποκριθεί. Στα 45 δευτερόλεπτα ο Μπέρμπικ είπε στον διαιτητή Ζακ Κλέιτον: «Είναι πληγωμένος». Ήλπιζε ότι θα σταματούσε τον αγώνα αλλά κάτι τέτοιο ήταν αδύνατο. Το «Drama in Bahama» κράτησε για δέκα γύρους. Ειδικά μετά τον έκτο ο Μοχάμεντ Αλί απλά περιφερόταν στο ρινγκ. Ο 27χρονος τότε Μπέρμπικ κέρδισε με ομόφωνη απόφαση. «Θα κερδίσω το παγκόσμιο πρωτάθλημα. Ήσουν ανώτερος μου και τώρα θα το κάνω για εσένα που με ενέπνευσες από τότε που ήμουν παιδί» είπε στον Αλί.
Μετά τον Αλί ο Τάισον
Η πορεία του Μπέρμπικ, μετά τον αγώνα-φάρσα με τον θρύλο του μποξ, ήταν εντυπωσιακή. Πήρε ένα σερί νικών και στις 22 Μαρτίου 1986 αντιμετώπισε τον Πίνκλον Τόμας για τον τίτλο του πρωταθλητή WBC (World Boxing Council). Ο Τόμας ήταν τόσο σίγουρος ότι θα κερδίσει που πριν τον αγώνα πωλούσε κασέτες με ένα τραγούδι που είχε κυκλοφορήσει. Τελικά με ομόφωνη απόφαση ο Μπέρμπικ επικράτησε και στέφθηκε πρωταθλητής. Υπέγραψε ένα τεράστιο συμβόλαιο 2,1εκατ. δολαρίων αλλά η πτώση του θα ερχόταν σύντομα. Στις 22 Νοεμβρίου 1986 θα αντιμετώπιζε τον 20χρονο τότε Μάικ Τάισον.
Το διάστημα πριν τον αγώνα ο Τάισον παρουσιάστηκε ως
εκδικητής του Μοχάμεντ Αλί. Ο άνθρωπος που θα έσβηνε την ντροπή του «Drama in Bahama». Δημοσιεύματα ήθελαν
τον Αλί να έχει επισκεφθεί τον Iron Mike και να του έχει ζητήσει να διαλύσει τον Μπέρμπικ.
O αγώνας έγινε στο ξενοδοχείο Hilton στο Λας Βέγκας. Στο δεύτερο γύρο ο Μπέρμπικ δέχθηκε καταιγισμό χτυπημάτων και έπεσε. Κατάφερε να σηκωθεί και να συνεχίσει. Όμως συνέχισε και ο Τάισον. Ο Τζαμαϊκανός έπεσε ξανά. Επιχείρησε να σηκωθεί δύο φορές αλλά τρέκλιζε. Ο Τάισον έγινε ο νεότερος πρωταθλητής βαρέων βαρών στην ιστορία και ο Μπέμπικ έμεινε με το «επίτευγμα» ότι είναι ο μοναδικός μποξέρ που αντιμετώπισε στον ρινγκ τρεις θρύλους του αθλήματος, τον Αλί, τον Χολμς και τον Τάισον.
Φυλακή
Η ήττα και η απώλεια του πρωταθλήματος ήταν ένα σημείο καμπής για τον Μπέρμπικ. Όσοι τον γνώριζαν συμφωνούν ότι μετά από αυτό κατέρρευσε. Έπινε πολύ και δεν μπορούσε να ελέγξει τον θυμό του. Συνελήφθη όταν επιτέθηκε σε έναν άντρα γιατί θεώρησε ότι φλέρταρε τη σύζυγο του ενώ είχε νέα μπλεξίματα με τον νόμο όταν απείλησε με όπλο τον πρώην λογιστή του. Κατηγορήθηκε για κλοπή αυτοκινήτου και απάτες.
Το 1991 έφτασε στο ναδίρ. Αρχικά ταξίδεψε στην Ιαπωνία για έναν αγώνα επίδειξης με έναν wrestler. Όταν άρχισε να δέχεται χτυπήματα στα πόδια παραπονέθηκε στον διαιτητή και τελικά αποχώρησε από το ρινγκ με το κοινό να τον αποδοκιμάζει και να πετά πράγματα. Την ίδια χρονιά πήγε σε μια συνέντευξη Τύπου του Λάρι Χολμς και άρχισε να φωνάζει πως πριν τον αγώνα τους (το 1981) του είχε στείλει μια ιερόδουλη στο δωμάτιο του για να τον κουράσει. Η κόντρα κατέληξε σε γροθιές στο πάρκινγκ του κτιρίου με την κάμερα να καταγράφει.
Ο απόλυτος ξεπεσμός ήρθε όταν η 26χρονη μπέιμπι σίτερ που είχε προσλάβει, τον κατηγόρησε ότι τη βίασε. Το 1992 καταδικάστηκε σε πέντε χρόνια φυλάκιση. Έμεινε στο κελί για μόλις 15 μήνες και βγήκε με αναστολή. Μετά την αποφυλάκιση του προσπάθησε να επανέλθει στο μποξ. Το 2000 έδωσε τον τελευταίο του αγώνα με τον Καναδό, Σέιν Σάτκλιφ. Μια μαγνητική τομογραφία έδειξε ότι έχει θρόμβο στο κεφάλι και ακυρώθηκε η άδεια του για επαγγελματική πυγμαχία.Έδωσε συνολικά 61 αγώνες και είχε ρεκόρ 49 νίκες, 11 ήττες και 1 ισοπαλία. Πέτυχε 29 νοκ-άουτ. Μετακόμισε στην Φλόριντα όπου τα προβλήματα με τον νόμο συνεχίστηκαν. Τον Δεκέμβριο του 2002 έχασε την άδεια παραμονής στις ΗΠΑ και επέστρεψε στη Τζαμάικα.
Το τέλος
Επιστρέφοντας στην πατρίδα του ο Μπέρμπικ περνούσε τον χρόνο
του μεταξύ μπαρ και εκκλησίας. Έπινε και έμπαινε σε καβγάδες, εκφόβιζε και
χτυπούσε ακόμα και συγγενείς του και παράλληλα πήγαινε στους ναούς προσευχόταν
και υποστήριζε ότι του μιλάει ο Θεός. Το βράδυ της 28ης Οκτωβρίου 2006 επέστρεφε
στο σπίτι από ένα μπαρ. Περπατούσε σε ένα σκοτεινό δρομάκι όταν δύο άτομα του
επιτέθηκαν με λοστούς. Τον χτύπησαν στον κεφάλι και πέθανε επί τόπου. Το άψυχο
κορμί του βρέθηκε λίγα μέτρα από την εκκλησία στην οποία συνήθιζε να πηγαίνει. Λίγες
μέρες μετά τον φόνο συνελήφθη ο 20χρονος ανιψιός του Μπέρμπικ, Χάρολντ και ο 18χρονος
συνεργός του Κέντον Γκόρντον. Ο πρώτος καταδικάστηκε σε ισόβια και ο δεύτερος
σε 14 χρόνια φυλάκιση. Ο Χάρολντ Μπέρμπικ υποστήριξε ότι σκότωσε τον θείο του γιατί
χτυπούσε τη μητέρα του και τον απειλούσε. Πληροφορίες αναφέρουν ότι είχαν περιουσιακές διαφορές. Ο Τρέβορ Μπέρμπικ ήταν 52 ετών όταν δολοφονήθηκε και άφησε
πίσω του τέσσερα παιδιά.