Σκότωσε τον βασανιστή της και τώρα δικάζεται


Την βίαζε από παιδί, την κακοποιούσε μια ζωή, την εξανάγκασε σε πορνεία. Είκοσι τέσσερα χρόνια μετά, τον σκότωσε και τώρα δικάζεται γι' αυτό


Ο Ντανιέλ Πολέτ μπήκε στη ζωή της Βαλερί Μπακό όταν η ίδια ήταν περίπου 10 ετών, το 1992. Η μητέρα της τον παρουσίασε ως το νέο πατριό της. Μέχρι η Βαλερί να γίνει 12 ετών ο Πολέτ άρχισε να την βιάζει και τελικά την ανάγκασε να τον παντρευτεί πριν καν ενηλικιωθεί. Τότε ξεκίνησε το νέο της μαρτύριο που τελείωσε με την ίδια να τερματίζει τη ζωή του δυνάστη της με μια σφαίρα. Σήμερα, η Βαλερί βρίσκεται πλέον ενώπιον του δικαστηρίου του Σαόν ε Λουάρ, στην κεντρική Γαλλία, και όλη η Γαλλία είναι στο πλευρό της.

Η αρχή του εφιάλτη

Όταν οι γονείς της Βαλερί χώρισαν το 1992, η εντεκάχρονη έμεινε με την αλκοολική και βίαιη μητέρα της ενώ σχεδόν σταμάτησε να βλέπει τον πατέρα της. Λίγο πριν το 1992 φύγει, στο σπίτι τους ήρθε ο Ντανιέλ Πολέτ, ο νέος εραστής της μητέρας της. Όταν η Βαλερί γίνεται 12, ο Πολέτ αρχίζει να την βιάζει συστηματικά. Η ίδια η κοπέλα λέει ότι δεν είχε καταλάβει τι ακριβώς συνέβαινε μέχρι που έκανε ένα σχετικό μάθημα στην βιολογία στο σχολείο.

Το 1995 η δράση του Πολέτ αποκαλύπτεται και οδηγείται σε δίκη. Καταδικάζεται για τον βιασμό ανηλίκου κάτω των 15 ετών και μένει για δυόμιση περίπου χρόνια στη φυλακή. Όταν αποφυλακίζεται, του επιτρέπεται να επιστρέψει στο ίδιο σπίτι με την Βαλερί.

Και «όλα ξεκίνησαν όπως πριν», αφηγείται η Βαλερί Μπακό, στο βιβλίο της «Tout le Monde Savait» (Όλος ο κόσμος γνώριζε), το οποίο κυκλοφόρησε τον περασμένο μήνα και αποτελεί μια ανατριχιαστική περιγραφή όσων έζησε η ίδια στο πλευρό του Πολέτ.

«Κανείς δεν φαίνεται να το βρήκε περίεργο που ο Ντάνιελ επέστρεψε να ζήσει μαζί μας σα να μην είχε συμβεί τίποτα. Όλοι ήξεραν, αλλά κανείς δεν είπε τίποτα», γράφει η Βαλερί.

Μια μέρα η  Βαλερί άκουσε την μητέρα της να λέει: «Δεν δίνω δεκάρα γι’ αυτό που γίνεται, αρκεί να μην μείνει έγκυος». Ωστόσο, η Βαλερί έμεινε έγκυος. Στα 17 της διαπιστώνει ότι κυοφορεί το παιδί του Πολέτ κάτι που εξαγριώνει τη μητέρα της.

Η Βαλερί, χωρίς καμία βοήθεια από πουθενά και με την μητέρα της να την διώχνει από το σπίτι, αναγκάζεται να μετακομίσει σε ένα διαμέρισμα με τον Πολέτ. Γεννά το παιδί του, ενώ ακολούθησαν ακόμα τρία παιδιά. Η ζωή με τον Πολέτ μοιάζει με μια επίγεια κόλαση με την Βαλερί να μην μπορεί να ξεφύγει για 24 χρόνια.


Οι ξυλοδαρμοί είναι καθημερινοί και η Βαλερί στο βιβλίο της αναφέρει ότι τόσο η ίδια όσο και τα παιδιά της ζούσαν μόνιμα με τον φόβο μήπως προκαλέσουν την οργή του Πολέτ, γιατί η συνέχεια ήταν γνωστή. Ο Βαλερί περιγράφει πώς ο Πολέτ της έσπασε τη μύτη και πώς κάποια Χριστούγεννα την χτύπησε στο κεφάλι με ένα σφυρί επειδή η γιρλάντα με τα φωτάκια που είχε αγοράσει δεν λειτουργούσε. Μια άλλη φορά την στραγγάλισε μέχρι να λιποθυμήσει τη στιγμή που ήταν έγκυος, ενώ την ανάγκασε να επιδίδεται σε λεσβιακές περιπτύξεις με τον ίδιο να τραβάει βίντεο. Δεν της επέτρεπε να μιλά με κανέναν, όταν έβγαινε για ψώνια και οι φίλοι και οι συγγενείς του ουσιαστικά κατασκόπευαν κάθε της βήμα.

Προαγωγός

Όταν ο Πολέτ αποφάσισε να βγει στην σύνταξη, αυτός σκέφτηκε ένα νέο τρόπο για να κερδίζει χρήματα. Ο άντρας ανάγκαζε την γυναίκα του να εκπορνεύεται στο πίσω μέρος του αυτοκινήτου του, ένα φορτηγάκι Peugeot 806, στο οποίο είχε τοποθετήσει ένα χαλί. Κατά τη διάρκεια των συνευρέσεών της με τους «πελάτες»,  ο Πολέτ παρακολουθούσε κάθε της κίνηση και μέσω ενός ακουστικού της έδινε οδηγίες για το πώς να ικανοποιήσει καλύτερα τον πελάτη. Όπως της έλεγε είχε πάντα μαζί του όπλο σε περίπτωση που κάποιος πελάτης ξεπερνούσε τα όρια. Ωστόσο, το ίδιο όπλο το χρησιμοποιούσε για να απειλεί και την ίδια. Αν δεν έκανε ό,τι της έλεγε την χτυπούσε, ενώ πολλές φορές την είχε σημαδέψει με το όπλο και είχε πατήσει την σκανδάλη. Το όπλο ωστόσο δεν είχε σφαίρες, αλλά την προειδοποιούσε ότι κάποια στιγμή μπορεί να είναι γεμάτο.

«Φοβόμουν. Όλη την ώρα», γράφει η Βαλερί και τονίζει ότι «ήθελα να φύγω χίλιες φορές». Όμως όπως λέει δεν είχε πουθενά να πάει, καθόλου χρήματα και ήταν τόσο πολύ υπό την επιρροή του Πολέτ που δεν είχε ιδέα για το πώς να ξεφύγει. Όπως λέει πολλές φορές την ρωτούν γιατί δεν έφυγε και η ίδια εξηγεί στο βιβλίο της:

«Νομίζω ότι αν δεν έχει ζήσει κάποιος έτσι είναι δύσκολο να καταλάβει. Όταν η καθημερινή σου ζωή είναι μια σειρά από χτυπήματα, απειλές, προσβολές και ταπεινώσεις καταλήγεις να  είσαι ανίκανος να σκεφτείς. Ο σύντροφός σου σού έχει κάνει πλύση εγκεφάλου. Και νομίζεις ότι όσα λέει είναι αλήθεια. Νομίζεις ότι το πρόβλημα είσαι εσύ και όχι αυτός, ότι σου αξίζει ό,τι σου συμβαίνει».

Η ίδια υποστηρίζει ότι τα παιδιά της, τα οποία γίνονται μάρτυρες σε όλα αυτά, πήγαν δύο φορές στην αστυνομία για να καταγγείλουν τον πατέρα τους, ωστόσο τα έδιωξαν. Οι αρχές δεν έχουν επιβεβαιώσει αυτό το στοιχείο, το οποίο και θα εξεταστεί διεξοδικά στη δίκη της Βαλερί.

Καθώς τα χρόνια περνούν η κόρη της Βαλερί, Καρλίν, μεγαλώνει και η μητέρα της φοβάται ότι θα έχει την ίδια μοίρα με την ίδια. Στα 14 της, η Καρλίν ομολογεί στη μητέρα της ότι ο πατέρας της τη ρώτησε «πώς ήταν σεξουαλικά». Μετά από αυτό η Βαλερί έχει πάρει την απόφασή της.

Η δολοφονία

Στις 13 Μαρτίου του 2016 ο Πολέτ έχει αναγκάσει για ακόμα μια φορά την Βαλερί να πάει με έναν πελάτη, ο οποίος είναι ιδιαίτερα βίαιος. Μετά από αυτό, η Βαλερί καταφέρνει να πάρει το όπλο του Πολέτ μέσα από το ντουλαπάκι του αυτοκινήτου, ενώ νωρίτερα έχει δώσει κρυφά στον άντρα της ένα ηρεμιστικό χάπι. Το όπλο είναι γεμάτο με σφαίρες. Η Βαλερί πυροβολεί τον Πολέτ στον αυχένα από πίσω και τον σκοτώνει ακαριαία. Με την βοήθεια των δυο μεγαλύτερων γιων της, 16 και 17 ετών, και του αγοριού της κόρης της θάβουν το πτώμα του Πολέτ στο δάσος. Στη συνέχεια η Βαλερί δηλώνει την εξαφάνιση του άντρα της στην αστυνομία.

Τον Οκτώβριο του 2017, η Βαλερί ομολογεί ότι  αυτή σκότωσε τον σύζυγό της και δίνει οδηγίες στην αστυνομία πού θα βρουν το πτώμα. Μαζί με αυτήν συλλαμβάνονται και τα τρία αγόρια, τα οποία καταδικάζονται τελικά σε έξι μήνες φυλακή.

Στο εδώλιο

Την Δευτέρα 21 Ιουνίου ξεκίνησε η δίκη της Βαλερί. Σχεδόν 600.000 άνθρωποι έχουν υπογράψει ένα αίτημα με το οποίο ζητούν την αθώωσή της.

Η Βαλερί δεν μπορεί να επικαλεστεί ότι βρισκόταν σε νόμιμη άμυνα: το θύμα ήταν στο τιμόνι, με γυρισμένη προς τα εκείνη την πλάτη. Όμως, ο δικηγόροι της κατηγορουμένης κάνουν λόγο «για ακραία βία που υπέστη για σχεδόν 25 χρόνια και τον φόβο της να δει το ίδιο να συμβαίνει σε βάρος της κόρης της».

«Είναι μια γυναίκα κατεστραμμένη και συντριμμένη όχι μόνο από την έλλειψη της μητρικής αγάπης, τους βιασμούς, τα χτυπήματα, την υποτίμηση, τον εξαναγκασμό σε πορνεία αλλά επίσης και πάνω απ’ όλα από την αδιαφορία και την σιωπή της κοινωνίας», αναφέρουν οι δικηγόροι της Τζανίν Μποναγκιουντά και Ναταλί Τομασίνι.

«Από μικρή ηλικία πέρασε φρικτά πράγματα χωρίς κανένας, ούτε αυτοί που ήταν πιο κοντά της, να κάνει έστω και μια μικρή κίνηση. Αγνόησαν την αγωνία της και όσα περνούσε, τα οποία μπορούσε να τα δει κανείς στο πρόσωπό της. Η ιστορία της ζωής της είναι άκρως οδυνηρή».

Οι κατήγοροι της Βαλερί θα υποστηρίξουν ότι η δολοφονία ήταν προμελετημένη. «Αλλά αυτή είναι μια γυναίκα που έχει βασανιστεί σε όλη της τη ζωή, στην οποία αυτός έλεγχε τα πάντα και αυτός ήταν ο μόνος τρόπος για να ξεφύγει από αυτή την κατάσταση», ανέφερε η Μποναγκιουντά στον Guardian.

«Ο νόμος είναι ξεκάθαρος: τον σκότωσε. Αλλά δεν υπάρχει νόμος που να προστατεύει τις γυναίκες που έχουν κακοποιηθεί για τόσο χρόνια και αυτό πρέπει να το λάβουμε υπόψιν μας. Είναι ξεκάθαρο ότι είχε κακοποιηθεί επανειλημμένα και ότι το μυαλό της δεν λειτουργούσε σωστά εκείνη τη στιγμή. Βρισκόταν σε μια άλλη διάσταση. Μέχρι ένα σημείο μπορεί να υποστηριχτεί ότι δεν είχε άλλη επιλογή», τονίζει η Μποναγκιουντά, η οποία ειδικεύεται σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας.

«Όταν άκουσα την ιστορία της η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι όλα άρχισαν με ένα μικρό κοριτσάκι το οποίο δεν είχε καμία βοήθεια από πουθενά, το οποίο ήταν το θύμα μιας βίας στην οποία οι γονείς του ήταν συνεργοί. Τον σκότωσε, αλλά δεν ήταν ο δολοφόνος. Ήταν το θύμα», καταλήγει η Μποναγκιουντά.