Μια νέα έρευνα υποστηρίζει ότι πλέον η ιδεολογία μας επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη μόρφωση μας και τονίζει ότι ο δεξιός λαϊκισμός ήταν ιστορικά αναπόφευκτος
Θα μπορούσες να γεμίσεις μια μικρή βιβλιοθήκη με βιβλία για
τον δεξιό λαϊκισμό. Ορισμένοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι τα κινήματα αυτά
αναδύθηκαν ως αντίδραση σε σχετικά πρόσφατα γεγονότα, όπως η οικονομική κρίση
του 2007-09 ή η εξάπλωση της χρήσης των κοινωνικών δικτύων. Άλλοι έχουν
εστιάσει σε πιο μακροπρόθεσμες τάσεις των επιμέρους γεωγραφικών περιοχών, όπως
για παράδειγμα η ευρωπαϊκή ενοποίηση ή οι φυλετικές πολιτικές στις ΗΠΑ.
O Economist παρουσίασε μια έρευνα του Τομά Πικετί για το θέμα. Πρόκειται για έναν διακεκριμένο οικονομολόγο που
έγινε διάσημος μετά την έκδοση ενός βιβλίου στο οποίο ανέλυσε 200 χρόνια
δεδομένων για την ανισότητα πλούτου σε έναν μεγάλο αριθμό χωρών. Αυτό το μήνα,
δημοσίευσε ένα επιστημονικό άρθρο, το οποίο συνυπογράφει με τους Άμορι Γκέθιν
και Κλάρα Μαρτίνεζ-Τολεδάνο, το οποίο εφαρμόζει μια παρεμφερή προσέγγιση για να
εξετάσει τη σχέση μεταξύ της δημογραφίας και της ιδεολογίας.
Τα ευρήματά της υπονοούν ότι η εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ
και η επιτυχία της καμπάνιας για το Brexit το 2016 δεν αποτελούν απότομη απομάκρυνση από τα όσα συνηθίζονταν,
αλλά φυσική συνέπεια μιας διεθνούς τάσης 60 ετών.
Σε επιστημονικό του άρθρο που είχε δημοσιευθεί το 2018, ο
Πικετί είχε σημειώσει ότι οι ελίτ στη Βρετανία, τη Γαλλία και την Αμερική ήταν
διχασμένες στους διανοούμενους, που υποστήριζαν κεντροαριστερά κόμματα, και
τους οποίους ο ίδιος αποκαλούσε «βραχμάνικη αριστερά», και στους επιχειρηματίες, οι οποίοι προτιμούσαν τα δεξιά κόμματα – ή την «εμπορική δεξιά», όπως την αναφέρει.
Στη νέα του δουλειά, διευρύνει εκείνη τη μελέτη, η οποία είχε τότε εστιάσει σε τρεις δυτικές δημοκρατίες, φτάνοντας πλέον συνολικά τις 21. Συνδυάζει
δεδομένα για τις προγραμματικές δηλώσεις των κομμάτων με μελέτες που δείχνουν
πώς διέφεραν οι επιλογές των ψηφοφόρων βάσει των δημογραφικών ομάδων στις
οποίες ανήκαν.
Το άρθρο διαπιστώνει ότι το εισόδημα και η εκπαίδευση
άρχισαν να αποκλίνουν και να λειτουργούν ως δείκτες πρόβλεψης της ιδεολογίας
πριν από πολύ καιρό. Το 1955, τόσο οι πλουσιότεροι όσο και οι πιο μορφωμένοι
ψηφοφόροι έτειναν να υποστηρίζουν συντηρητικά κόμματα. Αντιθέτως, τόσο οι
φτωχότεροι πολίτες όσο και οι πολίτες περιορισμένης μόρφωσης συνήθως επέλεγαν
εργατικά και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα.
Η σχέση εκπαίδευσης-ιδεολογίας
Και σήμερα, οι πλούσιοι εξακολουθούν να τείνουν προς τα δεξιά. Αντιθέτως, η σχέση μεταξύ της μόρφωσης και της ιδεολογίας άρχισε να αντιστρέφεται ήδη από τη δεκαετία του 1960. Κάθε χρόνο, το 10% των ψηφοφόρων που έχουν συμπληρώσει περισσότερα χρόνια εκπαίδευσης τείνει προς τα πιο αριστερόστροφα κόμματα, ενώ το υπόλοιπο 90% ακολουθεί την αντίθετη κατεύθυνση. Μέχρι το 2000, η τάση αυτή διαρκούσε ήδη για τόσο καιρό, ώστε οι πιο μορφωμένοι ψηφοφόροι να είναι πλέον, συνολικά, πιο αριστεροί από τους λιγότερο μορφωμένους συμπολίτες τους. Και το χάσμα συνεχίζει να διευρύνεται διαρκώς έκτοτε.
Το εντυπωσιακό είναι πως η τάση αυτή εμφανίζεται εξαιρετικά
σταθερή. Επιταχυνόταν με την ίδια ταχύτητα εντός του 20ου και του 21ου αιώνα,
και εμφανίζεται σχεδόν σε όλες τις δυτικές δημοκρατίες που εξέτασε η έρευνα του
Πικετί. Αυτό σημαίνει ότι παρουσιάζεται τόσο στα δικομματικά συστήματα όσο και
στα συστήματα αναλογικής εκπροσώπησης, στο πλαίσιο των οποίων τα κόμματα των
«πράσινων» προσελκύουν πλέον μορφωμένους ψηφοφόρους, ενώ τα εθνικιστικά τους
λιγότερο μορφωμένους. Αυτό το εύρος και η κανονικότητα συνεπάγονται ότι η
ανάδυση δεξιών λαϊκιστών όπως ο Τραμπ, αλλά και κεντροαριστερών τεχνοκρατών,
όπως ο Τζάστιν Τριντό, μοιάζουν με ιστορική νομοτέλεια.
Παρά το γεγονός ότι οι συγγραφείς δεν προσδιορίζουν κάποια
αιτία για αυτή την τάση, η απλούστερη εξήγηση είναι πως αυτή προκύπτει εξαιτίας της
διεύρυνσης της πρόσβασης στην εκπαίδευση. Στη δεκαετία του 1950, λιγότερα από
το 10% των ατόμων με δικαίωμα ψήφου στις ΗΠΑ και την Ευρώπη ήταν απόφοιτοι
πανεπιστημίου. Όποιο κόμμα και αν στηριζόταν στην ψήφο τους, δεν θα είχε καμιά
ελπίδα να κερδίσει τις εκλογές.
Αντιθέτως, πάνω από το ένα τρίτο των σημερινών ενηλίκων στη Δύση είναι κάτοχοι πτυχίου, πράγμα που σημαίνει ότι είναι αρκετοί για να συμβάλουν στην ανάδειξη μιας νικηφόρας συμμαχίας. Και από τη στιγμή που ορισμένοι υποψήφιοι και κόμματα άρχισαν να στρέφονται στους μορφωμένους ψηφοφόρους, οι οποίοι συχνά προτιμούν να ζουν σε έναν κόσμο κοινωνικών ελευθεριών παρά να πληρώνουν λιγότερους φόρους, οι αντίπαλοί τους είχαν τη δυνατότητα να νικήσουν τις εκλογές με την αντίθετη πολιτική τοποθέτηση.