Η συγκλονιστική διάλεξη του Δημήτρη Λιαντίνη «Η Φιλοσοφική Θεώρηση του Θανάτου»
«Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Ετοίμασα τούτη την ώρα βήμα- βήμα ολόκληρη τη ζωή μου, που υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από όλα εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου» γράφει ο Δημήτρης Λιαντίνης στις πρώτες γραμμές της αποχαιρετιστήριας επιστολής του. Ένας χαρισματικός καθηγητής, ένας ξεχωριστός άνθρωπος, ένας σύγχρονος φιλόσοφος που έζησε «έρημος και ισχυρός». Ο Λιαντίνης αντιμετώπιζε τον θάνατο ως τον κυρίαρχο νόμο του σύμπαντος, την μεγάλη σταθερά και τον απόλυτο λόγο, για να μην χαραμίζουμε το «μεγάλο και παράξενο δώρο της ζωής».
Τον Μάρτιο του 1997 (περίπου 15 μήνες πριν φύγει με τον τρόπο που επέλεξε) ο Λιαντίνης έδωσε μια διάλεξη στη Σχολή Εφαρμογών Υγειονομικού του 401 Σ.Ν. Έκανε μια «Φιλοσοφική Θεώρηση του Θανάτου» (όπως ήταν ο τίτλος της διάλεξης) με κοινό στρατιωτικούς γιατρούς και φοιτητές και στη συνέχεια δέχθηκε ερωτήσεις.
Ακολουθεί το απομαγνητοφωνημένο κείμενο της διάλεξης του Δημήτρη Λιαντίνη που αποτελεί και ένα μνημείο του πνεύματος του.
Η διάλεξη του Δημήτρη
Λιαντίνη:
"Κύριε επιθεωρητά,
ο χώρος αυτός όπως έρχεται από τα αρχαία θέατρα λέγεται ορχήστρα. Όπως επάνω βλέπουμε το κοίλον, από τα αρχαία θέατρα πάντα, τις κερκίδες τα διαζώματα. Είμαστε δηλαδή σ’ ένα χώρο που έρχεται από την αρχαία Ελλάδα, τα αρχαία θέατρα, όπου διδάχθηκε η αττική τραγωδία. Και η αττική τραγωδία είναι το ευγενικότερο προϊόν που έσωσε να δημιουργήσει ο άνθρωπος στον πλανήτη, σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του. Ποτέ δεν ειπώθηκε κάτι περισσότερο αληθινό, περισσότερο εμπράγματο, περισσότερο ρεαλιστικό, περισσότερο ενάρετο και οδηγητικό και έμορφο από την αττική τραγωδία. Εάν δεν έχουμε αυτή την εικόνα για την αττική τραγωδία, κάποιοι φταίνε. Θα πω η παιδεία αμέσως και θα φορτωθώ την ευθύνη σα δάσκαλος.
Αυτή, την αττική τραγωδία, τη γέννησε η διαλεκτική σχέση των ελλήνων με το θάνατο. Είναι δηλαδή ένα γέννημα απ’ αυτό το αντιμέτρημα το πνευματικό που είχαν οι έλληνες με το φαινόμενο του θανάτου. Αυτό μπορεί να αποδειχθεί και γεωμετρικά με τον εξής απλό τρόπο. Για φέρτε λίγο στο μυαλό σας την αττική τραγωδία, τους τρεις μεγάλους τραγικούς μας ποιητές. Αυτοί οι ήρωες, αυτοί οι τύποι, αυτές οι υπέροχες νοητικές εποπτείες που έπλασαν, τα αγάλματα λόγου όπως λέμε στη λογοτεχνία, είναι όλοι άνθρωποι που στο τέλος πέφτουν. Ο Αγαμέμνων σφάζεται στα λουτρά. Η Κλυταιμνήστρα, τη σφάζει ο γιος της. Ο Αίγισθος, τον σκοτώνει ο Ορέστης. Ο Οιδίπους βγάζει τα μάτια του και ύστερα πεθαίνει στον Κολωνό. Η γυναίκα του και μητέρα του, η Ιοκάστη, απαγχονίζεται. Η κόρη τους, η Αντιγόνη, τη θάβουν ζωντανή. Οι γιοι του Οιδίποδα, ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης, σκοτώνουν ο ένας τον άλλον. Και στη συνέχεια αν δούμε την αττική τραγωδία θα δούμε ότι συνεχώς έχουμε ένα άγριο θέατρο σφαγής. Ο Αίας, ο υπέροχος αυτός στρατιώτης, αυτοκτονεί με το ξίφος του. Ο Ιππόλυτος, ηθικά ναυάγια, συντρίβεται κομμάτια στους βράχους, αυτό που θα λέγαμε σήμερα ένα τροχαίο άγριο. Η Μήδεια σφάζει τα παιδιά της κλπ. Να ‘τη η σχέση με το θάνατο που γεωμετρικά αποδεικνύεται.
Κι αν φύγουμε από την αρχαία τραγωδία και πάμε στην πιο ίσως υψηλή στιγμή της τέχνης της Ευρώπης, στην τραγωδία του Σαίξπηρ που είναι κατευθείαν το παιδί του Αισχύλου, θα ιδείτε πάλι εκεί ότι στο τέλος, καθώς κλείνει η σκηνή, γεμίζει η σκηνή με πτώματα. Φέρτε στο μυαλό σας το Μάκμπεθ, τον Οθέλο, τον Άμλετ, τη Δεσδαιμόνα, την Οφηλία κλπ. Δειγματοληπτικά, για να μην κάνω μια αναφορά πια στην παγκόσμια τέχνη, να πω πόσο αυτό το θέμα απασχόλησε τη μεγάλη τέχνη.
Αυτή λοιπόν η ορχήστρα, όπως την έλεγαν οι αρχαίοι έλληνες, από τους νεοέλληνες ονομάστηκε «το μαρμαρένιο αλώνι». Διότι έτσι είναι στα θέατρα. Ένα μαρμαρένιο αλώνι. Θα δείτε, αν πάτε στο θέατρο του Διονύσου, εδώ στα νότια της Ακρόπολης, ή σε όλα τα αρχαία θέατρα…
Και ξέρουμε ότι στα «Μαρμαρένια Αλώνια» εχόρεψε και πάλεψε ο Διγενής κι ο Χάρος. Για θυμηθείτε τους δύο αυτούς ωραίους στίχους από το δημοτικό μας τραγούδι:
«Και πήγαν και παλέψανε στα μαρμαρένια αλώνια.
Κι όθε χτυπάει ο Διγενής, το αίμα αυλάκι κάνει.
Κι όθε χτυπάει ο Χάροντας, το αίμα τράφο κάνει.»
Μ’ αυτή την έννοια λοιπόν, θα μπούμε στο θέμα μας.
Οι τέσσερις ενότητες
Προτού σας δώσω τις ενότητες, τις τέσσερις ενότητες, επάνω στις οποίες θα προβληματιστούμε και θα κάνουμε και συζήτηση και διάλογο στο τέλος, θέλω να κάνω δύο δηλώσεις προεξαγγελτικές που τις θεωρώ και αναγκαίες, για μια σωστή προσέγγιση, επιστημονική, ενός θέματος.
Η μία είναι ότι η μέθοδος που θα χρησιμοποιήσουμε για να επεξεργαστούμε το πρόβλημά μας, έρχεται καθαρά από τις μεθόδους των θετικών επιστημών. Απευθύνομαι σε γιατρούς, και ξέρετε τι σημαίνει μέθοδος θετικών επιστημών: Λαμπορατόριο! Εδώ δεν έχει παίξε γέλασε και έτσι και αλλιώς. Διότι αν το φάρμακο, δεν είναι φάρμακο, θα ‘ναι φαρμάκι. Θα είμαστε, δηλαδή, τόσο ακριβολόγοι σχετικά με τη μέθοδο, γιατί το θεωρώ πρώτης σπουδαιότητας, όχι μόνο για μια συζήτηση, για μια διάλεξη, για μια ομιλία, για μια διδασκαλία, αλλά και στις καθημερινές μας σχέσεις, τη μέθοδο που χρησιμοποιούμε για να ‘ρχόμαστε σε επικοινωνία με τους άλλους, είναι το πρωτεύον. Η μέθοδος! Κι αν έχουμε μια τέτοια διαφωνία κι ένα τέτοιο αλαλούμ, στις καθημερινές μας σχέσεις είναι ακριβώς γιατί δεν έχουμε μέθοδο. Το πιο δύσκολο πράγμα, έχουν να λένε οι ειδικοί, είναι ο διάλογος. Να κάνεις ένα διάλογο, είναι τρομερά δύσκολο πράγμα. Συνήθως όταν κάνουμε διάλογο, ακούμε ο καθένας τη δική του φωνή, δεν ακούμε τον άλλο, κάνουμε δηλαδή δύο παράλληλους μονολόγους.
Το ένα λοιπόν είναι αυτή η μέθοδος, η οποία θα λάβει στην ακραία μορφή και τον πειραματικό χαρακτήρα. Δηλαδή, έχω πίσω εδώ από την έδρα φέρει τα σύνεργα, τα υλικά μου, για να σας κάνω ένα πείραμα. Το οποίο θα κάνουμε στο τέλος και αν μας μείνει χρόνος. Παρακαλώ, αν μου διαφύγει, γιατί μπορεί να με πάρει ο ειρμός και ο συρμός και να το ξεχάσω, να μου το θυμίσετε. Θα αποδείξουμε με το πείραμα αυτό ότι: Εμένα που με βλέπετε αυτή τη στιγμή ζωντανό, όπως όλοι είμαστε ζωντανοί, ταυτοχρόνως είμαι και πεθαμένος. Είμαι νεκρός. Θεωρητικά μπορείς να το λες. Στην πράξη να το δεις! Είναι το πιο συγκλονιστικό πείραμα που έγινε στις φυσικές επιστήμες. Το περίφημο πείραμα του Σρέντιγκερ, που απέδειξε την αρχή της απροσδιοριστίας. Έχουμε τα υλικά και θα το κάνουμε. Τονίζω λοιπόν ότι θα είμαστε πολύ εμπράγματοι, πολύ ρεαλιστές και δε θα φύγουμε σε νεφελοκοκκυγίες, πραγματευόμενοι το πρόβλημα.
Το δεύτερο, που θέλω να τονίσω προτού μπούμε στο θέμα μας, είναι ο σκοπός. Για ποιο σκοπό θα ερευνήσουμε αυτό το πρόβλημα. Θέλω να πω από την αρχή, ότι δεν ήρθαμε εδώ για να ψυχοπλακωθούμε, να φορέσουμε πλερέζες, και τελειώνοντας αυτό το συμπόσιο, θα το πω πλατωνικά, να έχουμε την αίσθηση ότι βγαίνουμε από ένα νεκροταφείο. Όχι! Ένα μήνυμα κατάφασης και δύναμης και αισιοδοξίας θέλουμε να βγάλουμε, ερευνώντας αυτό το πρόβλημα. Κι αυτό, παρακαλώ, να το ‘χουμε υπόψη.
Τρίτη ενότητα. Θάνατος και έρωτας. Είναι σκόπιμη η σειρά. Δε λέω έρωτας και θάνατος. Και η τελευταία ενότητα, εξεχόντως ενδιαφέρουσα, το φάρμακο. Θα σας δώσω το φάρμακο που μας γιατρεύει από το φόβο του θανάτου. Στο δικό σας χώρο μπαίνω. Κάθε μέρα μάς υπηρετείτε όλη την ανθρωπότητα με τα φάρμακά σας, να σας δώσουμε κι εμείς ένα. Το φάρμακο.
Ο ορισμός του θανάτου
Τι είναι θάνατος, όλοι ξέρουμε. Εμπειρικά και θεωρητικά, έμμεσα και άμεσα. Δε θα επιχειρήσουμε να δώσουμε έναν ορισμό εδώ του θανάτου. Ορισμός είναι φοβερά δύσκολο πράγμα. Εκείνο που πέτυχε ο Σωκράτης, η μεγάλη η συνεισφορά του Σωκράτη στο ανθρώπινο γένος είναι ότι πέτυχε να ορίσει… μας έδειξε πώς ορίζουμε τις έννοιες. Δύσκολο πράγμα να ορίσεις μία έννοια. Ξέρουμε όμως τι είναι θάνατος.
Εκείνο που λέμε από την αρχή είναι ότι ο θάνατος είναι κυρίαρχος και στον πλανήτη, πλανητάρχης δεν είναι ο Ρήγκαν και ο Πάπας. Πλανητάρχης είναι ο θάνατος. Αλλά θα το δούμε πολύ περισσότερο και θα πούμε: Ο θάνατος είναι και ο μέγας συμπαντάρχης. Και στο σύμπαν. Είναι ο κυρίαρχος νόμος που κρατεί.
Πολύ γενικά. Γνωρίζουμε σήμερα από την αστροφυσική και την κοσμολογία ότι και οι αστέρες πεθαίνουν. Ο ήλιος μας, μετά από πέντε δισεκατομμύρια χρόνια θα πεθάνει. Και βέβαια πολύ περισσότερο, πολύ πιο νωρίς, θα έχουν πεθάνει οι πλανήτες, ε; Οι εγγύς και οι μακρότεροι. Έχετε ακούσει για ερυθρούς γίγαντες, έχετε ακούσει για υπερκαινοφανείς αστέρες, τα supernova κτλ . Έχετε ακούσει μια λέξη, που είναι πολύ της μόδας, «οι μελανές οπές», οι μαύρες τρύπες, black holes. Οι μελανές οπές είναι αστρικά πτώματα. Είναι αστέρες οι οποίοι έχουν καταρρεύσει, αφού έζησαν τη ζωή του, δέκα περίπου δισεκατομμύρια χρόνια, και πεθάνανε. Και γίναν αυτές οι πολύ πυκνές μάζες πια, που δεν τις περνά ούτε ο χρόνος. Μια μελανή οπή έχει μάζα ένα κυβικό εκατοστό δέκα εις την δεκάτη πέμπτη γραμμάριο. Δηλαδή δέκα εις την ενάτη τόνους. Δηλαδή ένα ζάρι ζυγίζει ένα δισεκατομμύριο τόνους.
Ο θάνατος λοιπόν είναι κυρίαρχος και μέσα στην ανόργανη ύλη να πει κανείς, μέσα σε όλο το σύμπαν, που βλέπουμε δηλαδή τη δύναμή του, το βεληνεκές και την έντασή του. Πώς λειτουργεί. Κάθε στιγμή γνωρίζουμε ότι γεννιούνται καινούριοι αστέρες. Στο νεφέλωμα του Ωρίωνα παραδείγματος χάρη, αυτή την ώρα γεννιούνται 10.000 αστέρες. 10.000 ή 10 εκατομμύρια, με επιφύλαξη, το λέω.
Ερχόμαστε στον πλανήτη μας. Κάντε μία στοχαστική σκέψη και σκεφθείτε αυτή τη στιγμή τι γίνεται απάνω στον πλανήτη μας. Τι σφαγή συντελείται. Ελάτε στις θάλασσες, στους ωκεανούς. Πόσα έμβια όντα, ψάρια και άλλες μορφές, πεθαίνουν, κατασπαράζονται, ξεσκίζονται, διαμελίζονται, μέσα σε φοβερούς πόνους και αγωνίες. Πηγαίνετε κάτω στην αφρικανική … στην Αφρική, στις σαβάνες, στο Μασάι Μάρα και στον ποταμό Σερεγκέτι και δέτε εκείνα τα σκυλιά της Τανζανίας αυτή τη στιγμή πώς ξεσκίζουν τα (γνου). Λιοντάρια πως κυνηγούν, κυναίλουροι πώς κυνηγούν γκαζέλες κλπ. Πηγαίνετε στην Ισπανία και κοιτάξτε πώς αετοί ορμούν στις λαγκαδιές και πέφτουν απάνω στα φίδια να τ’ αρπάξουν. Είναι δηλαδή ολόκληρος ο πλανήτης ένα σφαγείο. Κάθε στιγμή.
Φεύγουμε από κει και πηγαίνουμε στον άνθρωπο. Πόσοι πεθαίνουν αυτή τη στιγμή; Από τα πέντε δισεκατομμύρια που έχει σήμερα πληθυσμό ο πλανήτης. Αυτή τη στιγμή πόσοι άνθρωποι ψυχομαχούν, ξεψυχούν, πεθαίνουν, σε όλες τις πολιτείες, σε όλα… Αποδεικνύεται λοιπόν πολύ απλά ότι ο θάνατος είναι ένα φαινόμενο κυρίαρχο. Δεν το βλέπουμε έτσι διότι ξεκινώντας από το δικό μας εαυτό ο καθένας, πολύ εγκλωβισμένοι μέσα στο κέλυφός μας, βλέπουμε θάνατος με την ορισμένη εκείνη μορφή ότι πέθανε ο συγγενής μου, πέθανε ο φίλος μου, θα πεθάνω εγώ αύριο κτλ.
Αν το δούμε όμως ευρύτερα, μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, και το
γεωλογικό και το κοσμικό, θα δούμε πια ότι έχει μία … παίρνει μια άλλη διάσταση
και είναι ένα άλλο φαινόμενο και πρέπει έτσι να θεωρηθεί. Θέλω να πω πολύ απλά,
δηλαδή, αλλάζει ολόκληρη η οπτική μας.
H φιλοσοφία του θανάτου
Με την έννοια αυτή λέμε ότι ο θάνατος είναι το σημαντικότερο πρόβλημα της φιλοσοφίας.
Θα μιλήσω με ξένα στόματα. Δε θα σας πω δικές μου γνώμες και θέσεις. Ό,τι θα σας πω είναι από τα μεγάλα στόματα που έρχονται σαν κορυφογραμμές μέσα στην ιστορία.
Τι είναι φιλοσοφία; Θα μου πείτε φιλοσοφία είναι η οντολογία, είναι η ηθική, είναι η αισθητική, είναι η γνωσιολογία, είναι η μεταφυσική, όπως λένε οι ακαδημαϊκοί στα πανεπιστήμια. Όχι!
Όλα αυτά είναι από το περιθώριο. Ένα πράγμα είναι φιλοσοφία. Φιλοσοφία είναι ο στοχασμός του ανθρώπου απάνω στο φαινόμενο θάνατος. Όρισε έτσι τη φιλοσοφία, ένας από τους μέγιστους φιλοσόφους, ο Πλάτων. Στο διάλογό του «Φαίδων», δίνει έναν ορισμό και λέει «Φιλοσοφία εστί μελέτη θανάτου.»
Παράλογος ορισμός. Σουρεαλιστικός. Και δε διδάσκεται μ’ αυτή την οπτική φιλοσοφία, γι’ αυτό έχουμε και αυτή τη μακρινή σχέση. Είναι για κάποιους ειδικούς , λέει, προφέσορες κτλ τι είπε ο Καρτέσιος, τι είπε ο Λάιμπνιτς, τι είπε ο Μπεργκσόν, τι είπε… οι Ζήνωνες. Ο Κιτιέας και ο Ελεάτης.
Η φιλοσοφία είναι απλό πράγμα. Ο καθένας μας φιλοσοφεί. Φιλοσοφία σημαίνει ότι σκέπτομαι, στοχάζομαι, και προσπαθώ να βρω τον καλύτερο τρόπο, ένα γεωδαιτημένο που έχει πολλές συμβολές και συνιστώσες, για να ζήσω με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τη ζωή μου. Αυτά τα είκοσι, τριάντα, πενήντα, εβδομήντα χρόνια που μου οριστήκαν να ζήσω. Αυτό θα πει απλά φιλοσοφία. Και ξέρουμε πολλούς απλοϊκούς ανθρώπους που δεν έχουν και τίτλους και περγαμηνές, οι οποίοι φιλοσοφούν και ζουν μια πολύ ωραία ζωή. Λοιπόν. Σ’ αυτήν την οπτική, λέει ο Πλάτων, «Φιλοσοφία εστί μελέτη θανάτου».
Αλλά… Με μια διαφορά. Όταν λέει μελέτη θανάτου, εννοεί τη σχέση του καθένα μας με το δικό του θάνατο. Όχι πέθανε ο φίλος μου, πέθανε ο πατέρας μου, πέθανε ο συγγενής μου. Πηγαίνω στο νεκροταφείο, στην κηδεία, είμαι κατηφής κτλ. Όοχι αυτό. Εκεί, να ξέρετε, τις περισσότερες φορές, που πηγαίνουμε και μπορεί να πονάμε και να λυπόμαστε κτλ κατά βάθος χαιρόμαστε, λέει ο Φρόυντ με την βαθυ – ψυχολογία… διότι χωρίς να το ξέρουμε λέμε «Αυτός πέθανε, εγώ ζω!» Υποσυνείδητα και σκοτεινά. Μπορεί να μη δείχνουμε… Φεύγουμε με αισθήματα δηλαδή κατάφασης. Όχι αυτό.
Φιλοσοφία είναι μελέτη θανάτου κατά την έννοια ότι στοχάζομαι απάνω στο δικό μου θάνατο. Απάνω στο γεγονός ότι μια μέρα θα πεθάνω. Γιατί; Στη συνέχεια θα μας πει ο Πλάτων ότι, ακριβώς μετά τον ορισμό που δίνει, λέει:
«Οι ορθώς φιλοσοφούντες αποθνήσκειν μελετώσι.»
Όσοι φιλοσοφούν σωστά δεν κάνουν τίποτα άλλο παρά να μελετούν πώς θα πεθάνουν.
«Και το τεθνάναι αυτοίς ήκιστα φοβερόν.»
Αυτό μας ενδιαφέρει. Και όταν θα ‘ρθει η ώρα να πεθάνουν, λέει, δε φοβούνται το θάνατο, γιατί ήταν σωστή η πορεία τους και η σχέση τους, η πορεία τους σε όλη τους τη ζωή και η σχέση τους με το φαινόμενο του θανάτου.
Στη νεώτερη εποχή αυτό το πράγμα το έχουν πει πολλοί αλλά είναι η κλασική διατύπωση του Πλάτωνα που σας λέω. Ο Καμύ, ένας στοχαστής του αιώνα μας, πέθανε μεσόκοπος σε τροχαίο το 19… στη δεκαετία του πενήντα και βραβείο Νόμπελ, Γάλλος, αρχίζει ένα από τα σπουδαιότερα δοκίμιά του, το μύθο του Σισύφου, θα τον έχετε ακούσει, με μία φράση η οποία είναι τρομακτική. Στην πραγματικότητα, λέει, ένα μόνο φιλοσοφικό πρόβλημα υπάρχει:
«Η αυτοκτονία». Εδώ αυτός μας φέρνει τον ευρωπαϊκό μηδενισμό. Δεν το λέει τόσο… με τόση καθαρότητα και με τόση ηρεμία και με τόση στοχαστικότητα, όπως οι Έλληνες, ο Πλάτων.
Ο Φρόιντ όμως ξαναγυρίζει και επαναλαμβάνει το 1930. Ο μέγας αυτός Φρόιντ, ο Σιγιμούνδος, αυτός ο ερημίτης της Βιέννης, επαναλαμβάνει με το δικό του τρόπο, ψυχίατρος ήτανε, τον ίδιο ορισμό του Πλάτωνα αλλά μέσα από το λαμπορατόριο που τον βγάζει. Κοιτάξτε τι λέει.
Έρχεται ένα περίφημο μότο από τη λατινική ιστορία θα πω. Οι Λατίνοι μας έχουν δώσει φοβερές προτάσεις γιατί ήταν πρακτικοί άνθρωποι, γι’ αυτό και κυβερνήσαν, ξέρετε, χίλια χρόνια τον κόσμο. Αυτοί ήταν πλανητάρχες. Είχαν κοντά σε άλλες προτάσεις την περίφημη εκείνη που την ξέρουμε ιδιαίτερα στο στρατό:
«Si vis
pacem para bellum»
Αν θέλεις να έχεις ειρήνη, να ετοιμάζεσαι για πόλεμο. Κι αυτό βέβαια είναι ο νόμος που έχει κυριαρχήσει μέσα στην ιστορία. Είτε συγκαλυμμένα είτε ασυγκάλυπτα, είτε φανερά είτε κρυφά, αυτό γίνεται και εκείνοι οι λαοί που έχουν αυτή την τακτική, είναι εκείνοι που σταθήκανε. Οι άλλοι καταποντιστήκανε. Να ‘σαι έτοιμος για πόλεμο, αν θέλεις να ‘χεις την ειρήνη.
Αυτό το μότο ο Φρόιντ, στην αλληλογραφία του, νομίζω, με τον Αϊνστάιν, επάνω σε ζητήματα ειρήνης και πολέμου, γέροντας πια, εβδομήντα τόσο χρονών, το άλλαξε. Και του ‘δωσε την ακόλουθη διατύπωση:
«Si vis vitam para mortem.»
Σημαίνει αυτό στα Λατινικά: Αν θέλεις ζωή, να ‘τοιμάζεσαι για θάνατο.
Δηλαδή. Θέλεις να ζήσεις με τον καλύτερο δυνατό τρόπο; Την πιο άρτια, την πιο χαρούμενη θα πούμε, ζωή; Την πιο έντιμη, την πιο ευτυχισμένη, γιατί θα πεθάνεις μια μέρα και θα τη χάσεις, να ‘τοιμάζεσαι, να ‘σαι έτοιμος κάθε στιγμή για θάνατο. Να προβληματίζεσαι, να αντλείς δηλαδή το νόημα, από την προβληματική σου με το θάνατο. Γιατί συμβαίνει αυτό; Γιατί, υψώνεται, δηλαδή, στο υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα του στοχασμού, το πρόβλημα του θανάτου. Είναι πολύ απλό κι αυτό το ξέρουμε, απλώς θα σας το υπενθυμίσω.
Η ζωή μας, η ζωή του καθενός, είναι μία ανοιχτή δυνατότητα. Όλα μπορούν να μας συμβούν. Να βγω έξω και να με σκοτώσει, να με κομματιάσει ένα αυτοκίνητο. Να σε φωνάξουν και να σου πουν «Καίγεται το σπίτι σου αυτή τη στιγμή.» Να παντρευτώ, να μην παντρευτώ, να γεννήσω παιδιά, να σπουδάσω, να μη σπουδάσω, να κάνω … να κερδίσω το λόττο. Να πάω να κάνω διακοπές στο Ακαπούλκο και στην Καζαμπλάνκα. Όλα μπορούν να μας συμβούν. Και να μη μας συμβούν. Η ζωή μας είναι μία δυνατότητα. Είναι ένα πλαίσιο δηλαδή, ένας στίβος από πιθανότητες. Ένα είναι βέβαιο. Αυτό δεν είναι πιθανό. Ούτε δυνατό. Είναι ασφαλές. Είναι απόλυτο. Εδώ θα σιωπήσει κάθε σχετικιστική φυσική. Ποιο; Το γεγονός ότι μια μέρα θα πεθάνω. Κι εγώ, κι εσύ, κι εσύ και όλοι μας. Από δω αντλεί το λόγο αυτός ο ορισμός που δίνει ο Πλάτων και λέει «Φιλοσοφία εστί μελέτη θανάτου».
Η λέξη τέλος
Τι θα πει θα πεθάνω; Θα σας το δώσω με μια ωραία λέξη, εκεί που έχει χαθεί το νόημα από τη γλώσσα μας, αυτή την πλούσια, την ασύγκριτη γλώσσα, την ελληνική, να δείτε πώς το είχαν μέσα στην ίδια τη γλώσσα τους συμπεριλάβει αυτό το νόημα του θανάτου οι έλληνες. Η λέξη ΤΕΛΟΣ. Μου επιτρέπετε να τη γράψω στον πίνακα.
Τέλος σημαίνει δύο πράγματα στην ελληνική γλώσσα. Το ένα είναι αυτό που λέμε κι εμείς που έχει φτάσει μέχρι σε μας. Τέλος, τέρμα. Παύλα. Τέλος σημαίνει το σκοπό. Κι εμείς που ‘χαμε μάθει τα παλιά γράμματα, μαθαίναμε στο συντακτικό «τελικές προτάσεις» και «τελικοί σύνδεσμοι». Τελικοί σύνδεσμοι να, όπως, ως. Τελικές προτάσεις, οι προτάσεις του σκοπού. Κάνω κάτι για να. Μελετάω για να πετύχω στις εξετάσεις. Εργάζομαι για να προοδεύσω. Προσέχω την υγεία μου για να μην αρρωστήσω. Το αποτέλεσμα.
Αυτές οι δύο διαφορετικές σημασίες συναντιούνται με τον εξής περίεργο και θαυμαστό τρόπο για τους έλληνες. Όλα όσα κάνουμε στη ζωή μας, όλη μας η ζωή σαν μία πορεία, σαν μία δυναμική, σαν μία δυνατότητα, σαν μία σάρκωση, σαν μία πραγμάτωση, αποβλέπουν στο τέλος. Στο θάνατό μας.
Ο θάνατός μας, το τέλος, θάνατος. είναι και ο σκοπός της ζωής μας. Όλα δηλαδή ό,τι κάνουμε είναι μία ανοιχτή δυνατότητα που θα προσδιοριστεί, θα αξιολογηθεί, θα δικαιωθεί, θα αποκατασταθεί από τη στιγμή του θανάτου μου, το πώς θα πεθάνω.
Τίποτα δεν μπορούμε να πούμε για τη ζωή μας εάν δε δούμε το τέλος μας. Και σας θυμίζω μια ωραία ιστορία απάνω σ’ αυτό, πάντα από την κλασική Ελλάδα, οι έλληνες τα ‘χουν πει όλα. Σε σπερματικούς λόγους. Τίποτα δεν είπε ο ευρωπαϊκός πολιτισμός. Απλώς αναπτύξανε αυτά που σαν σπερματικούς λόγους είπαν οι έλληνες.
Σας θυμίζω την ωραία εκείνη ιστορία που μας γράφει στο βιβλίο των ιστοριών του ο Ηρόδοτος. Η περίφημη εκείνη συνέντευξη τύπου. Press room λέμε σήμερα… Που έδωσε ένας μεγάλος έλληνας, και πόσο μεγάλος! Ο Σόλων ο Αθηναίος.
Σοφός. Στους εφτά σοφούς. Άλλο σοφός, άλλο φιλόσοφος στους αρχαίους έλληνες. Ένας μεγάλος ποιητής, ελεγοποιός και προπαντός ένας μεγάλος νομοθέτης. Ο Σόλων. Έφτιαξε τη δημοκρατία. Ένα πολίτευμα που το κυνηγάνε δυόμισι χιλιετίες οι άνθρωποι σαν τη «ράρα άβις», σαν το σπάνιο πτηνό, και δεν μπορούν να το πιάσουν. Αυτό το τέλειο πολίτευμα, που εφαρμόστηκε για δυόμισι μόνο γενεές στην αρχαία Αθήνα, μαζί με τον Κλεισθένη βέβαια…
Λοιπόν. Αυτός, λέει ο Ηρόδοτος, είχε πάει κάτω εκεί … αυτοί ξέρετε ταξιδεύανε Ανατολή, Αίγυπτο κτλ Είχε πάει εδώ στη Λυδία, στις Σάρδεις, και συναντήθηκε… η γνωστή ιστορία με τον Κροίσο. Ο βασιλιάς Κροίσος, κροίσος, σύμβολο του πλούτου. Του ‘δειξε λοιπόν τα μεγαλεία του.
Κοίτα του λέει τα κάστρα μου, κοίτα το στρατό μου, κοίτα τα καράβια μου, κοίτα τους κήπους μου. Κοίτα το λαό μου, την οργάνωση, την πόλη μου. Κοίτα τα διαμάντια μου, τις αποθήκες, κοίτα τις γυναίκες μου με τα σηρικά περιζώματα, τα μετάξια και τις πορφύρες. Ξέρεις κάναν άνθρωπο πιο ευτυχισμένο από μένα;
- Ξέρω, βασιλιά, του λέει ο Σόλων. Και αναφέρει… γνωστή ιστορία.
- Ποιον;
- Αυτόν…
- Τι ήταν αυτός;
- Ε, ένας απλός άνθρωπος ήταν, λέει, στην Αθήνα. Γέννησε ωραία παιδιά, τα μεγάλωσε. Ζούσε μέσα σε τιμή και υπόληψη. Έγινε κι ένας πόλεμος, λέει, στη χώρα του. Οι Μεγαρείς κήρυξαν… και πήγε στην πρώτη γραμμή…
Όπως ο Μαβίλης μας, εξήντα χρονών, Γαριβάλδης εθελοντής στο Δρίσκο, και έπεσε, σκοτώθηκε και του φτιάξαν και ένα ηρώο και ζει μέσα στην υπόληψη… η μνήμη του κτλ.
- Α, τότε είμαι δεύτερος, λέει.
- Α, όχι. Δεν είσαι δεύτερος. Είναι κι άλλος.
- Ποιος;
- Ο τάδε…
- Τι έκανε αυτός;
- Αυτό…
Τον κοίταξε. Περίεργα.
- Ε, τότε είμαι τρίτος.
- Δεν είσαι τρίτος. Ξέρω κι άλλον.
- Ποιον.
- Αυτόν…
- Μα τώρα, λέει, ζεύτηκε το άρμα σαν τα βόδια και θα μου πεις ότι ήταν πιο ευτυχισμένος… Άντε πάαινε από δω. Πάαινε από δω, του λέει, ανόητε άνθρωπε, που σε λένε και σοφό.
Εκείνη λοιπόν τη στιγμή απάντησε ο Σόλων και λέει:
- Βασιλιά, μηδένα προ του τέλους μακάριζε. Στάσου να ιδώ το τέλος σου, να ιδώ πώς θα πεθάνεις, κι από κείνη τη στιγμή θα κρίνω και τη ζωή σου και θα σου πω αν ήσουν ευτυχισμένος ή όχι.
Και βέβαια ξέρουμε πώς πέθανε ο Κροίσος. Όταν τον αιχμαλώτισε ο Κύρος με τους Μήδους και τον έβαλε πάνω στη φωτιά και φούντωσε η φωτιά σαράντα πήχες, ψήλωσε και άρχισε και φώναζε:
- Σόλων, Σόλων!
- Τι βατταρίζει, λέει, ο βάρβαρος, κατεβάστε τον.
Τότε τον θυμήθηκε τον Σόλωνα.
Μ’ αυτή την έννοια λέμε ότι «Φιλοσοφία εστί μελέτη θανάτου» κατά την έννοια ότι προβληματιζόμαστε συνεχώς, έχουμε μπροστά μας μέσα από το καλειδοσκόπιο του θανάτου, βλέπουμε τη ζωή μας για να την κάνουμε όσο γίνεται πιο σωστή.
Έρχομαι στο δεύτερο. Πολύ συνοπτικά, σας μιλάω σε μια γλώσσα, και να μου το συμπαθήσετε, σπασμένη, βίαιη και ανώμαλη. Δανείζομαι όσο μπορώ το ύφος δύο μεγάλων. Του Θουκυδίδη και του Τάκιτου. Σας μιλάω και με σχέσεις μαθηματικές κτλ Θα συζητήσουμε στο τέλος, παρακαλώ τις απορίες σας.
Ο φόβος του θανάτου
Έρχομαι στην έννοια του «Φόβος θανάτου».
Όλοι φοβόμαστε το θάνατο. Και πόσο φοβόμαστε το θάνατο. Όταν λέω όλοι, εννοώ όλοι, ο κανόνας, έτσι; Υπάρχουν και εξαιρέσεις. Οι συντριπτικές πλειονοψηφίες των ανθρώπων μπροστά στο θάνατο τρέμουνε. Γι’ αυτό βλέπετε ογδόντα χρονών κι ενενήντα, και τρέχουν σ’ εσάς «Γιατρέ μου, σώσε με, γιατρέ μου, το φάρμακο, το τούτο, το κείνο.»
Φοβόμαστε το θάνατο. Γιατί; Γιατί φοβόμαστε το θάνατο;
Κατ’ αρχήν εδώ για να κάνουμε μία σωστή προσέγγιση στο πρόβλημα, πρέπει να κάνουμε μία διάκριση. Υπάρχουν δύο μορφές ή μάλλον από δύο οπτικές θα ιδούμε το θάνατο.
Η μία είναι το γεγονός της βιολογικής κατάλυσης. Της καταστροφής της μονάδας ενός είδους.
Γνωρίζετε, οι βιογεωλόγοι μας λένε ότι από τότε που αρχίζει ο φανεροζωικός μεγααιώνας, πριν 600 εκατομμύρια χρόνια, μέχρι σήμερα στον πλανήτη έχουν εμφανιστεί 100 έως 200 εκατομμύρια έμβια όντα, από τα οποία σήμερα ζει το 1%.
Τα 99% έχουν εξαφανιστεί αφού διέρρευσαν τον ορισμένο βιολογικό ή κοσμολογικό τους κύκλο που προσδιορίζεται σε 10 ή 15 εκατομμύρια χρόνια. Μετά εξαφανίζεται το είδος, έρχεται άλλο, έρχεται άλλο, μόνο οι βλάττες ζουν από το … από την εποχή του λιθανθρακοφόρου, πριν από 400 εκατομμύρια χρόνια. Οι βλάττες είναι οι κατσαρίδες.
Λοιπόν. Η μία μορφή θανάτου είναι η εξαφάνιση και η αποδόμηση της έμβιας ύλης, της βιομάζας, μάλιστα πάντοτε οι βιογεωλόγοι μας λένε ότι ο πλανήτης έχει αποδομήσει βιομάζα πολύ μεγαλύτερη από τη μάζα της ίδιας της γης. Που αυτό σημαίνει όχι μόνο τη δύναμη και το βεληνεκές του θανάτου αλλά και τη δύναμη του γίγνεσθαι, τον αντίθετο, το αντίθετο, τον έρωτα που είπαμε, όπως θα δούμε.
Αλλά μία σκέψη είναι, ένας λόγος είναι να πεις ότι η βιομάζα που έχει αποδομηθεί είναι πολύ μεγαλύτερη από τη μάζα της ίδιας της γης.
Η μία μορφή του θανάτου είναι αυτή που θα την τραβήξουμε όλοι, και θα πάμε, θα πεθάνουμε.
Η άλλη… υπάρχει μια δεύτερη διάσταση κι αυτή είναι η φοβερή. Και που μας ενδιαφέρει. Είναι ο νοητικός θάνατος, δηλαδή η γνώση ότι ξέρω ότι θα πεθάνω. Ο καθένας μας ξέρει ότι θα πεθάνει. Και ξέρει τι είναι αυτό το πράγμα.
Μπορεί να μην ξέρει τι θα συμβεί από τη στιγμή που πεθαίνει, αλλά ότι θα πεθάνει, ξέρει, το ξέρει αυτό το πράγμα. Αυτό είναι ένα γνώρισμα μόνο του ανθρώπου. Η οντολογική διαφορά του Dasein, όπως λέει ένας φιλόσοφος της εποχής μας, ο Μαρτίνος Χάιντεγκερ, εμείς οι άνθρωποι ξέρουμε ότι θα πεθάνουμε γιατί είμαστε σκεπτόμενα όντα. Διότι έχουμε αποκτήσει τη γνωστική συνείδηση. Έχουμε νόηση. Homo sapiens που λέμε, Homo sapiens sapiens recens κλπ
Τα άλλα έμβια όντα, τα πουλιά, έτσι, τα φίδια, τα ερπετά, τα δέντρα κλπ τα αρνάκια, οι λαγοί, πεθαίνουν, μόνο ο άνθρωπος ξέρει ότι πεθαίνει.
Αυτό το δεύτερο στοιχείο είναι το φοβερό που κάνει το θάνατο οδυνηρό φαινόμενο για τον άνθρωπο κατά την έννοια ότι εάν το πρώτο είναι ενέργεια ατμομηχανής, το άλλο είναι ενέργεια πυρηνική. Να ξέρω ότι θα πεθάνω και ξέρω τι σημαίνει αυτό.
Λοιπόν. Αυτό το δεύτερο είναι που μας δημιουργεί το φόβο του θανάτου το οποίον ήρθε, έχουμε ωραίες σημάνσεις από το παρελθόν, φιλοσοφικούς μύθους. Η πρώτη ένδειξη της είναι στην Παλαιά Διαθήκη, εκεί στο Γ΄ Γενέσεως. Γίνεται μία ωραία περιγραφή του φαινομένου. Λέει ότι όταν ο θεός έπλασε τους Πρωτόπλαστους, και τους είπε, τους έβαλε στον Παράδεισο, ανάμεσα στους τέσσερις ποταμούς, Φισών, Γεών, Τίγρης και Ευφράτης, λέει "από παντός ξύλου του εν τω παραδείσω βρώσει φαγή". (Απ' όλα θα φάτε). "Από δε του ξύλου έστι εν μέσω του Παραδείσου, του γινώσκειν αγαθόν και πονηρόν, ου φάγητε απ' αυτού ου δε μη άψεσθαι, ή δ’ αν ημέρα φάγητε απ’ αυτού, θανάτω αποθανείσθε".
Κούνησε το δάχτυλο έντρομα ο Δημιουργός και τους λέει:
"Την ημέρα που θα φάτε από το δέντρο της γνώσης, θα πεθάνετε!"
Εμείς ξέρουμε ότι έφαγαν, αλλά δεν πέθαναν. Αυτή είναι η εξωτερική όψη.
Τι θα πει "θανάτω αποθανείσθε"; Που είναι και η μόνη τιμωρία. Γιατί το άλλο, η έξωση του Παραδείσου είναι... η έξωση από τον Παράδεισο κτλ είναι απλοϊκά πράγματα, απόκτησε τη γνωστική συνείδηση ο άνθρωπος, τη γνώση δηλαδή, και αμέσως βγήκε έξω από τη φύση, απ' την οποία δεν έχει βγει κανένα άλλο έμβιο ον, μένει μέσα ακόμη, το σπουργιτάκι, ο λαγός, το πουλί κτλ... Ο άνθρωπος βγήκε έξω και έκανε τον κόσμο αντικείμενο και τον εξετάζει. Κι από δω αρχίζουν και τα βάσανά του πια, το "ακάνθας και τριβόλοις", {...}
Αλλά η τιμωρία η μεγάλη που τους απείλησε ο θεός είναι ότι "θα πεθάνετε". Η γνωστική μας συνείδηση λοιπόν είναι που μας κάνει να ξέρουμε το θάνατο και μας δημιουργεί αυτή την οδύνη κι αυτόν τον πόνο.
Αυτό αποδεικνύεται και γεωμετρικά, πάντα στην ίδια αυτή σήμανση από την Παλαιά Διαθήκη, στο Δ΄ Γενέσεως, και μην ακούτε αυτά που λένε ότι το δέντρο της γνώσης είναι σεξουαλική {...} κι όλες αυτές οι ανοησίες που λένε στις τριόδους. Το δέντρο της γνώσης αυτό είναι ότι ο άνθρωπος απόκτησε τη γνωστική συνείδηση. Ο εγκέφαλός του καθώς μεγάλωσε, να το πούμε με τη θεωρία της εξέλιξης, και έχουμε εδώ και νευροχειρουργούς, η κρανιακή κάψα από τα 250 κυβικά εκατοστά που ήταν ο homo habilis και ο homo erectus, του 2,9 εκατομμύρια χρόνια με τη φοβερή αυτή εξέλιξη, έγινε στα 1200 κυβικά εκατοστά και κάποτε έγινε η φοβερή εκείνη έκρηξη μέσα στο μυαλό του, ένα φωτόνιο συνείδησης διατύπωσε την πρώτη απορία. Ξέφυγε από τα ζώα κτλ.
Έτσι ερμηνεύει, απομυθοποιεί, ο μεγάλος Γερμανός φιλόσοφος, Ιμμάνουελ Καντ, το μύθο της ... αυτής... ότι ο όφις, λέει, είναι το πρώτο "γιατί".
Έγραψε μια εργασία στη μέση ηλικία του ο Καντ, με τίτλο "Μικρή". Υποθετική αρχή της ανθρώπινης ιστορίας. Πώς αρχίζει ο άνθρωπος και η ιστορία του.
Και λέει, ο όφις που μας λέει το Γ΄ Γενέσεως, είναι το πρώτο "γιατί". Η πρώτη απορία που είδε στον άνθρωπο.
Λοιπόν... Πώς αποδεικνύεται τώρα γεωμετρικά ότι την ημέρα που θα φάνε θα πεθάνουν; Αυτό μας το λέει αμέσως στο Δ΄ Γενέσεως που διηγείται την ιστορία του Κάιν και του Άβελ. Οι δύο γιοι του Αδάμ, ο ένας σκότωσε τον άλλον. Έτσι;
Δοκίμασαν κι οι Αμερικανοί να το κάνουν φιλμ. "Ανατολικά της Εδέμ". Βέβαια, ωχρά υποκατάστατα σ' αυτά τα μεγαλεία, το μόνο που έσωσε αυτό το φιλμ είναι εκείνος ο ωραίος Τζέιμς Ντιν, που πέθανε νέος. Γιατί πέθανε νέος στα 25 του χρόνια; Νέοι πεθαίνουν... "Νέος πεθαίνει ον τινα φιλεί θεός."
Στο Δ΄ Γενέσεως λοιπόν μας λέει ότι ο ένας σκότωσε τον άλλον. Ο ένας ήταν ποιμένας, ο άλλος ήταν γεωργός, φθόνησαν εκεί με τις θυσίες κτλ Σήκωσε το αξινάρι, του 'δωσε μία, τον σκότωσε.
Και τότε, λέει, τον σημάδεψε εδώ ο θεός, μ' ένα κεραυνό, να φαίνεται στο μέτωπό του ότι έχει σκοτώσει.
Έτσι βγήκε ο θάνατος στον κόσμο.
Αυτό δε σημαίνει ότι ο πρώτος άνθρωπος που πέθανε ήταν ο Άβελ. Ή ο πρώτος φονιάς ήταν ο Κάιν. Εκατομμύρια είχαν πεθάνει και είχαν σκοτώσει ως τότε. Αλλά τώρα που απόκτησε τη γνωστική συνείδηση, έμαθε τι είναι θάνατος!
Την ίδια σήμανση θα τη βρούμε, να μην το παραλείψουμε, να μη θυμόμαστε και τις ρίζες μας; να μην ξεχνάμε τις ρίζες μας! την ίδια σήμανση θα τη βρούμε στην υπέροχη εκείνη διήγηση από την ελληνική πια, την κλασική ελληνική τέχνη, με τον Οιδίποδα - ωχ - με τον Οιδίποδα και την όλη την τραγωδία που συνυφαίνεται γύρω του.
Ο Οιδίποδας, ο Οιδίπους. Στις Θήβες.
Δεν ήξερε. Όπως δεν ήξερε και ο Αδάμ και η Εύα. Και κάποτε έμαθε. Γι' αυτό συνουσιαζότανε με τη μάνα του. Όπως μία κατσίκα γεννάει ένα κατσικάκι αρσενικό, ένα τραγάκι, και τον επόμενο χρόνο θα συνουσιαστεί με τη μάνα του. Δεν υπάρχει αυτή η διάκριση, δεν υπάρχει γνώση.
Λοιπόν... Αλλά σε μια στιγμή έμαθε. Γι' αυτό στον Οιδίποδα αποδίδουν το στοιχείο του πιο σοφού ανθρώπου. Η ιστορία με τη Σφίγγα. Την ξέρετε... Υπήρχε η Σφίγγα, αυτό το τέρας εκεί, η φύση είναι αυτή, η οποία όποιος περνούσε του 'βαζε ένα αίνιγμα:
"Πες μου: Δίπουν, τετράπουν, τρίπουν, ου φωνή, τι είναι αυτό;" Που έχει φωνή;
Και δεν μπορούσε να το λύσει κανείς! Κι όταν πέρασε ο Οιδίποδας, χοχ...
"Άνθρωπον λέγεις!" Αυτό το αίνιγμά σου, της λέει, που ζητάς, είναι ο άνθρωπος! Που περπατάει με τα τέσσερα παιδάκι, με τα τρία με τη μαγκουρίτσα γέρος, με τα δύο κτλ κι έχει φωνή κτλ.
Αυτό, πίσω απ' αυτή την απλή σήμανση, υπάρχει ένα τρομακτικό σημείο φιλοσοφικό. Εκείνη τη στιγμή γίνονται τα αποκαλυπτήρια του ανθρώπου. Μέσα στη φύση. Ξεχωρίζει ο άνθρωπος από τη φύση. Είναι το ανάλογο, δηλαδή, με το Γ΄ Γενέσεως.
Και μετά, δεν εγνώριζε, όπως ο Αδάμ και η Εύα, γνωρίζουν και ακολουθούν όλες αυτές οι τραγωδίες και όλα αυτά τα βάσανα που ξέρουμε, που έρχονται... Οι δύο γιοι που σκοτώνονται, κοιτάξτε, και σκανδαλιστικές ομοιότητες. Ο Ετεοκλής και ο Πολυνείκης σφάζονται, όπως ο Κάιν σκοτώνει τον Άβελ, κλπ.
Και έρχεται και ο έρωτας μαζί, ο έρωτας στην Παλαιά Διαθήκη έρχεται στην αρχή του Δ΄ Γενέσεως, αμέσως μετά τη γνώση, "Αδάμ δε έγνω Εύαν, τη γυναίκα αυτού, και συλλαβούσα έτεκεν τον Κάιν." Εδώ έρχεται ο έρωτας.
Αυτή η γνώση λοιπόν, γεννάει το φόβο του θανάτου.
Αλλά, πέρα απ' αυτό, όταν λέμε "Φόβος θανάτου", η αίσθηση ότι θα χάσουμε μια για πάντα αυτό τον κόσμο, και δε θα τον ξαναδούμε ποτέ, τον ήλιο, τη θάλασσα, δε θα ξαναπιώ κρασάκι, δε θα ξαναγευτώ το φιλί, το "παίξε με" που λέει το θηλυκό, δε θα ξανακούσω Μότσαρτ, δε θα ξαναπάω στην Επίδαυρο, δε θα ξαναδώ τα έργα μου... Αυτός πια, ο πόνος, η γνώση ότι θα στερηθώ μια για πάντα όλα αυτά τα πράγματα, γεννάει το φοβερό πόνο του θανάτου, που σημαίνει, αντιστρέφοντας την οπτική, ότι τον πόνο του θανάτου τον γεννάει η αγάπη που έχουμε για τη ζωή και δε θέλουμε με τίποτα να τη χάσουμε.
Θα κάνω δύο απλές μνείες μόνο. Από έναν ποιητή μας, το γίγαντα ποιητή που έχουμε, το Σολωμό μας. Που δεν τον γνωρίζουμε.
Ο Σολωμός γράφει κάπου ο Ελύτης, στα «Ανοιχτά Χαρτιά», ότι είναι ένας από τους πέντε ή δέκα μεγαλύτερους ποιητές όλων των αιώνων και όλων των λαών. Ακούτε πρόταση!
Λέει λοιπόν: «Δεν το ‘λπιζα να ‘ναι η ζωή μέγα καλό και πρώτο.»
Και κάπου αλλού λέει: «Γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα.»
Φυσάει αεράκι την ημέρα της Λαμπρής κι από κει κινημένο αργοφυσούσε τόσο γλυκό στο πρόσωπο το αέρι που λες και λέει μες στης καρδιάς τα φύλλα «Γλυκιά η ζωή κι ο θάνατος μαυρίλα.»
Και κάπου αλλού πάλι μας λέει: «Όποιος πεθάνει σήμερα, χίλιες φορές πεθαίνει.»
Οι Μεσολογγίτες την πιο ψηλή ώρα του μεγάλου σηκωμού. Το μεταφυσικό σημείο. Το Μεσολόγγι.
Αλλά… θα σας δώσω και μ’ έναν πιο συστηματικό τρόπο, μ’ έναν άλλον ποιητή, παγκόσμια πια αναγνωρισμένο, μιλάω για το μεγάλο Γκαίτε, που τον είπαν «ο Ολύμπιος» στην Ευρώπη, θα σας δώσω να δείτε τι σπουδαίο πράγμα είναι η ζωή. Αυτή είναι που την αγαπάμε και τρέμουμε και δεν μπορούμε να την αποχωριστούμε και τρέμουμε μπροστά στο θάνατο.
Έχει γράψει νέος ο Γκαίτε, χωρίς όρια καλλιτέχνη, το 1908 συναντήθηκε για πέντε λεπτά με το Βοναπάρτη στην Ερφούρτη, ο Βοναπάρτης στα μεγάλα του, και εκείνη τη στιγμή, που συναντηθήκαν για πέντε λεπτά ο Γκαίτε και ο Βοναπάρτης, και θα γράψει μετά από 80 χρόνια ο Νίτσε αυτή είναι η πιο υψηλή στιγμή, η κορυφή, το Έβερεστ του πολιτισμού της Ευρώπης. Διότι συναντηθήκαν τα δύο ακραία μεγέθη. Ο άνθρωπος της πράξης, ο homo activus, ο Βοναπάρτης, και ο άνθρωπος της θεωρίας, επιστήμονας καλλιτέχνης, ο homo (κονγκλεκατίβους), ο Γκαίτε. Έχει γράψει λοιπόν μια συλλογή με ερωτικές ελεγείες τις οποίες λέει ……… , οι Ρωμαϊκές Ελεγείες.
Σαν απόηχος αχνός έρχεται αυτό που λένε σήμερα οι αυτές μας .. λατίνοι εραστές. (γελάκι) … Λατίνοι εραστές. Είναι άλλο πράγμα όμως.
Εκεί λοιπόν μας κάνει την εξής υπόθεση. Μας λέει: Ένα συντομότατο ποίημα, οκτώ γραμμές είναι. Λέει ένας άντρας νέος και δυνατός, είναι σφοδρότατα ερωτευμένος με μία γυναίκα. Υπέροχη γυναίκα. Είναι πεντάμορφη διότι βασικά είναι έξυπνη. Κάτι δηλαδή θα λέγαμε ανάμεσα στο περισσότερο όμορφη από τη Μπαλατσινού να πούμε αν της αναγνωρίσουμε μία ευφυία και πολύ λιγότερο όμορφη από τη θεά Ήρα, η οποία ήταν βέβαια πολύ πιο όμορφη από την Αφροδίτη. Μην κοιτάτε που της πήρε το μήλο, ήτανε σικέ ο διαγωνισμός, το ξέρετε.
Μας περιγράφει μια ερωτική συνάντηση της Ήρας με το Δία ο Όμηρος, και ισοπεδώνεται ο Όλυμπος (γελάκι) σε μία κάποια από τις … μες στις ραψωδίες.
Λοιπόν, περιμένει αυτήν τη γυναίκα. Έχει ένα στέντις άιλ, ένα ραντεβού «τελευταίο φως» που λέμε στη γλώσσα τη στρατιωτική, με το τελευταίο φως, «περί λύχνον αφάς» όταν ανάβουν τα λυχνάρια. Θα ‘ρθει στην κάμαρά του. Αυτό το υπέροχο πλάσμα. Την περιμένει κι έχει μια αδημονία. Έχει μια αγωνία. Σε σημείο που δεν μπορεί να κρατηθεί με τίποτα. Πότε να τελειώσει ο χρόνος, να έρθει η ορισμένη στιγμή.
Αυτό είναι το αίσθημα της ένδειας της ερωτικής που το είπε ο Πλάτων «ο έρωτας είναι γιος της Πενίας». Στο Συμπόσιο μας λέει ότι ο έρωτας είναι γιος του Πόρου και της Πενίας, ο δαίμονας αυτός, ο έρωτας. Η Πενία είναι αυτή η ορμή, αυτό το βασανιστικό σωματικά και ψυχικά και πνευματικά που μας σπρώχνει στο άλλο φύλο.
Την περιμένει λοιπόν είναι τόση η αδημονία του, που σε μια στιγμή χωρίς να το καταλάβει έχει ανάψει τις λαμπάδες, έχει ανάψει τα κεριά, μέσα στο αυτό… και κοιτάζει και ο ήλιος είναι ψηλά ακόμη. Οπότε τρέχει στο παράθυρο σαν να θέλει να τον αρπάξει «Βασίλεψε, λοιπόν!»
Εκείνη τη στιγμή λοιπόν, σ’ αυτήν την κατάσταση που είναι, λέει:
"Αλέξανδρος του Φιλίππου και ο Γάιος Ιούλιος Καίσαρ θα μου δίνανε τη μισή τους δόξα και το μισό τους βασίλειο εάν γινότανε τρόπος να τους ανασύρω από κει που είναι, από την πηγάδα της ατελεύτητης ανυπαρξίας τους, από το Μεγάλο Τίποτα, να τους φέρω εδώ μπροστά, και να ζωντανέψουν σαν κι εμένα, και να βρεθούν που θα βρεθούν στην κατάσταση που … να τους ανταλλάξω με τον εαυτό μου, και να ζήσουν αυτοί αυτή τη νύχτα που θα ζήσω εγώ απόψε. Ε, δεν έχω καμία αμφιβολία, λέει, ότι αν γινόταν αυτό το πράγμα, θα μου δίναν τη μισή τους δόξα και το μισό τους βασίλειο."
Η ελεγεία φαίνεται ερωτική σε πρώτη ανάγνωση, και πράγματι είναι, αλλά πίσω σε μια δεύτερη ανάγνωση, σε ένα άλλο επίπεδο, περιγράφεται πόσο σπουδαίο πράγμα είναι η ζωή. Αλέξανδρος ήταν αυτός. Και Καίσαρ. Αιώνιες μορφές, οδηγητικές στην ιστορία. Σε σύγκριση με μένα, τον απλό άνθρωπο όμως, αυτοί είναι νεκροί, εγώ είμαι ζωντανός. Γι’ αυτό θα μου δίνανε το μισό τους βασίλειο και τη μισή τους δόξα.
Αυτός είναι ο λόγος που μας κάνει και φοβόμαστε το θάνατο. Η αγάπη μας για τη ζωή.
Για όλες αυτές τις χαρές. Κι όταν έρχεται η στιγμή που πεθαίνουμε, ουσιαστικά σημαίνει αυτό ότι πληρώνουμε τη συναλλαγματική. Για το δώρο που σου ‘δωσε η ζωή. Τα απλά πράγματα. Δε ζητάμε μεγαλεία. Αρκεί να έχουμε μάτια να τα βλέπουμε. Κι αυτά τα απλά πράγματα είναι τόσο μεγάλο το τίμημα που θα ‘λεγε κανείς ότι πρέπει να πληρώσεις δισεκατομμύρια τη στιγμή που πεθαίνεις και να πληρώσεις το δώρο της ζωής, το τίμημα, τα οποία όμως δισεκατομμύρια δεν έχεις και πρέπει να τα βρεις. Γι’ αυτό είναι τόσο σκληρός ο θάνατος.
Λοιπόν. Τώρα… Σχετικά με το φόβο του θανάτου, υπάρχουν και άλλα πολλά πράγματα, μας έχει η ιστορία, η παράδοση, πολιτισμοί, φαινόμενα πολιτισμικά, θρησκείες κλπ μας έχει φορτώσει και με πολλούς φόβους. Δεν τα θίγω αυτά τα πράγματα, γιατί είναι έξω από την περιοχή μας… Θα σας πω όμως μόνο ένα πράγμα για να ‘ρθούμε στο τελευταίο σημείο, στο φάρμακο. Τις πιο ωραίες σκέψεις απάνω στο ότι πρέπει να αντιμετωπίζουμε το θάνατο σαν ένα φυσικό φαινόμενο όπως όλα τα άλλα και καθώς προβληματιζόμαστε την ώρα που φτάνουμε να πεθαίνουμε να μην τον φοβόμαστε, μας τις έχει δώσει ένας μεγάλος έλληνας φιλόσοφος, που δυστυχώς μία σκοπιμότητα τον κράτησε αφανή. Το αρχοντιλίκι και το ιερατείο της εποχής. Είναι ο Επίκουρος. Έζησε από το 340 ως το 270 π.Χ. κι έφτιαξε και σχολή όπως ξέρετε, οι Επικούρειοι, έτσι; Όπως λένε οι ιστορικοί, οι φιλοσοφικές σχολές της παρακμής όπως λένε.
Τι ωραία πράγματα μας είπε! Ουσιαστικά μας έδωσε την αιώνια οδηγία να ζήσουμε ο καθένας μία χαρούμενη, μία ευτυχισμένη ζωή. Η οποία είναι στο χέρι μας, λέει. Μπορούμε να τη ζήσουμε.
Αυτή είναι όλη η φιλοσοφία, ο επικουρισμός που λένε, αλλά είναι παραχαραγμένος και αλλοιωμένος. Δεν είναι αυτά που είπαν ότι είπε ο Επίκουρος. Άλλα είπε. Σχετικά με το θάνατο λοιπόν, μας λέει ότι δεν πρέπει να φοβόμαστε το θάνατο. Μία φοβερή πρόταση που λέει στην τρίτη επιστολή προς Μενοικέα. Σ’ ένα μαθητή του, εκεί θα βρείτε την ακόλουθη πρόταση:
«Το φρικωδέστατο των κακών ο θάνατος, ουδέν προς ημάς.»
Δε μας αγγίζει. Μη φοβάσαι! Γιατί;
«Επειδήπερ όταν μεν ημείς ώμεν, ο θάνατος ου παρέστιν. Όταν δε ο θάνατος παρή, ημείς ουκ εσμέν.»
Σημαίνει αυτό: Δε μας φοβίζει ο θάνατος γιατί όταν εμείς εδώ και ζούμε, ο θάνατος είναι μακριά. Ανύπαρκτος. Και όταν έρθει ο θάνατος, εμείς έχουμε φύγει.
Επομένως καμία αγωνία, κανένα φόβο, και ζήστε τη ζωή σας χωρίς αυτό το άγχος του θανάτου.
Τα τέσσερα φάρμακα
Μας έδωσε αυτός, ο Επίκουρος, και το αναφέρω, γιατί έχει ειδική, ειδική σχέση με τους γιατρούς, την περίφημον τετραφάρμακον. Τέσσερα φάρμακα. Πανάκεια της ζωής. Φάρμακο, με έννοια ιατρική. Του Ιπποκράτη.
Ποια είναι αυτά τα τέσσερα φάρμακα;
Πρώτον: «Θεός άφοβον» Μην τον φοβόσαστε τον θεό. Δεν είναι κανένα μορμολύκειον, κανένας μπαμπούλας. Τώρα εδώ πρέπει να … αναφέρει κανείς τι σημαίνει θεός για τον Επίκουρο. Απλώς φτάνω στο αποτέλεσμα. «Άφοβον ο θεός».
Δεύτερον: «Θάνατος αναίσθητον» Όταν θα πεθάνω εγώ, δηλαδή, θάνατος καμία αίσθηση, καμία … ένας αιώνιος ωραίος ύπνος, εκείνο που το είπε ο … Σοφοκλής μας, σε ένα χορικό στις τραγωδίες του, τον αιένυπνον, αιέν = αεί, πάντα, αιένυπνον, αιώνιος ύπνος. Θάνατος λοιπόν αναίσθητον.
Τρίτον: «Και το αγαθόν εύκτητον» Μπορείς να την αποκτήσεις τη χαρά. Εύκολο πράγμα. «Και το κακόν ευεκκαρτέρητον». Και κακόν, οι συμφορές, τα δεινά που μας χτυπάνε, κι αυτά μπορούμε να τα καρτερέσουμε αν έχουμε αυτή την ορισμένη εφόπλιση, αυτή τη φιλοσοφική δίαιτα. Τη σωστή φιλοσοφική στάση.
Σταματάω εδώ σχετικά με το πρόβλημα «Φόβος του θανάτου», γιατί έρχομαι στο φάρμακο. Να τελειώσω και να μπούμε αμέσως στις ερωτήσεις μας.
Σε τελική ανάλυση δεν υπάρχει παρηγοριά απέναντι στον καημό του θανάτου. Κι αυτό μας το είπαν βεβαίως οι έλληνες σε μια αιώνια γλώσσα. Γι’ αυτό οι έλληνες είναι ένας λαός βαθύτατα πεσιμιστικός. Μην κοιτάτε που η παιδεία έχει παραχαράξει την κλασική Ελλάδα και δε διδάσκονται σωστά οι έλληνες. Ο πεσιμισμός των ελλήνων έφτασε στα άκρα. Άνοιξε βυθούς, είδε το απόλυτο σκοτάδι. Αλλά δεν έμεινε εκεί κάτω να γίνει μηδενιστικός. Από κει βρήκαν τη δύναμη οι έλληνες και σηκωθήκαν και το κλάμα τους το κάναν τραγούδι. Γι’ αυτό φτιάξανε την τέχνη, αυτή τη μοναδική, αιώνια οδηγητική. Αυτός ο πόνος γέννησε το κιονόκρανο, το δωρικό κίονα, και το άγαλμα το πλατωνικό φιλοσόφημα, την ωδή του Πινδάρου, την ελεγεία, του ομηρικού ποιητή, τη ραψωδία του Ομήρου. Γι’ αυτό φτιάξανε αυτή την αιώνια τέχνη… Ξέρετε, δύο λέξεις είναι παγκόσμια σήμερα πολιτογραφημένες σε όλα τα … τις χώρες του ΟΗΕ, η λέξη μουσική, μουζίκ, και η λέξη τεάτρ, θέατρο. Αυτές οι λέξεις είναι ελληνικές και ακριβώς περιγράφουν στη βαθύτερη ουσία της την ελληνική τέχνη. Μουσική είναι από τις Μούσες. Το περίφημον «Άνδρα μοι ένεπεν μούσα». Και το θέατρο είναι, το θέατρο του Διονύσου εκεί στα νότια της Ακρόπολης, που παίχτηκε η τραγωδία.
Αυτός ο καημός και η γνώση που δε δεχτήκανε οι έλληνες να παρηγορηθούν με ψεύτικες παραμυθίες για τη μετά θάνατο ζωή, τους γέννησε το μεγάλο πόνο και έφτιαξαν την τραγωδία, βασικά διαλεκτική σχέση, ξαναγυρίζω, και όλη αυτή τη μοναδική τέχνη και τους έκανε και ρεαλιστές και δεν έφτιαξαν μόνο σαν οδηγία την τέχνη, έφτιαξαν και την επιστήμη, δεν έχουμε καιρό, να ιδούμε ότι την επιστήμη, τη μέθοδο της επιστήμης τη δημιούργησαν μόνο οι έλληνες. Είναι ημιμαθής και πνευματικά νεόπλουτος αυτός που νομίζει ότι επιστήμη έφτιαξαν οι Ακάδιοι και οι Σουμέριοι και οι Αιγύπτιοι. Είναι ένα μεγάλο αυτόνομο κεφάλαιο αυτό. Την επιστήμη, τη μέθοδο δηλαδή της επιστήμης.
Και έφτιαξαν και την πολιτική τέχνη, τη δημοκρατία δηλαδή.
Ο πόνος αυτός από τη διαλεκτική τους με το θάνατο είναι που δημιούργησε αυτά τα μεγαλεία, γι’ αυτό είναι μοναδικός και αιώνια έτσι; κατευθυντήριος και οδηγητικός ο ελληνικός πολιτισμός.
Έρχομαι κατ’ ευθείαν στο φάρμακο. Θα κάνω μία κατάθεση σε παγκόσμια πρώτη. Και αν ήμουνα γιατρός, θα ζητούσα να με προτείνετε για βραβείο νόμπελ ιατρικής. 57.35 Θα εισηγηθώ το φάρμακο.
Ποιο είναι το φάρμακο εκείνο που θα μας απαλλάξει από το φόβο του θανάτου;
Είναι πολύ απλό. Ξέρετε γιατί φοβόμαστε το θάνατο; Διότι αγαπάμε τη ζωή, θα μου πείτε.
Και ξέρετε γιατί αγαπάμε τη ζωή; Διότι είμαστε πολύ δεμένοι με τη ζωή. Ο καθένας από μας δηλαδή ζωή βλέπει σαν μία μοναδική αξία, είναι δεμένος, σε μια τελική ανάλυση δηλαδή μιλάμε για έναν ηθικό εγωισμό. Ο εγωισμός μας είναι αυτή η αιτία που μας κάνει και φοβόμαστε το θάνατο. Δεν είναι σαφές αυτό που σας λέω σε πρώτη οπτική, διότι τον εγωισμό πρέπει να τον δούμε διαφορετικά. Να τον δούμε σαν μία μετεξελιγμένη κατάσταση στον ηθικό χώρο, στην ιστορία, στον πολιτισμό, στην ανθρώπινη ζωή, μια μετεξελιγμένη κατάσταση αυτού του φαινομένου που στη φύση το λέμε «ορμήν προς διατήρηση του είδους».
Όταν λέμε ότι αυτός είναι ένας πανίσχυρος νόμος όπως ξέρετε, η ορμή προς διατήρηση του είδους, να σωθεί όσο γίνεται έχει μεριμνήσει η φύση γι’ αυτό, το κάθε είδος, η κάθε μονάδα του είδους, ο κάθε άνθρωπος, το κάθε πουλί, ο κάθε λαγός, να ζήσει όσο γίνεται περισσότερο χρόνο. Είναι μέριμνα της φύσης. Νόμος φυσικός. Η αρχή προς διατήρηση του είδους σε συνδυασμό βέβαια με την αρχή προς διαιώνισην, να πολλαπλασιαστεί το είδος.
Αυτό το πράγμα τι σημαίνει για σας τους γιατρούς; Απλώς όταν πέσει ένα σανίδι στο μάτι μου, κλείνει αυτόματα. Είναι άμυνα της φύσης να σωθεί. Το αίσθημα του πόνου, γνωρίζετε φιλοσοφικά εσείς ότι είναι ένα μήνυμα. Όταν αισθανθώ πόνο στο χέρι, με ειδοποιεί η φύση, ο οργανισμός, εδώ έχεις πρόβλημα. Πρόσεχε να το αποκαταστήσεις γιατί αυτό το πρόβλημα μπορεί να γίνει οξύτερο και να σε διαλύσει και να σε αφανίσει ολόκληρον. Ειδοποιεί. Από δω θα ξεκινήσουμε, ορμή προς διατήρηση του είδους σε φυσικό επίπεδο σημαίνει εγωισμός. Το κάθε είδος να σωθεί όσο γίνεται περισσότερο.
Όταν δούμε σωστά τη μετεξελεκτική πορεία και πάμε πια στα ηθικά φαινόμενα και λέμε πια εγωισμός με την έννοια που το περιγράφουμε, σημαίνει ότι αγαπάμε τόσο πολύ τον εαυτούλη μας που δεν μπορούμε να τον συλλάβουμε αποκομμένο από τη φύση. Γιατί θάνατος σημαίνει ουσιαστικά αποκοπή από τη φύση. Όταν πεθαίνω σημαίνει «θάνατος αναίσθητον», στερούμαι όλα αυτά που λέμε, χάνω κάθε επαφή με τη φύση κλπ
Επομένως το φάρμακο που θα μας γιατρέψει από τον πόνο του θανάτου μια για πάντα, κι αυτό θα επιτευχθεί με τη δια βίου φιλοσοφική δίαιτα, γι’ αυτό λέει ο Πλάτων «Και το τεθνάναι αυτοίς ήκιστα φοβερόν», μάλιστα ο Πλάτων φτάνει και πιο πέρα και λέει όταν η σωστή αυτή … η συμπεριφορά μας, όχι μόνο δε φοβόμαστε το θάνατο, αλλά φτάνουμε κάπου να γίνουμε και ερασιθάνατοι. Να αγαπήσουμε το θάνατο.
Λοιπόν. Όσο περισσότερο μπορέσουμε και αποσβέσουμε αυτόν τον εγωισμό και φτάσουμε στο σημείο που ο καθένας σαν μονάδα θα δει ότι είμαι κι εγώ, μία… ένα όν, ένα πλάσμα, ένα στοιχείο όπως όλα τα άλλα της φύσης. Όπως ένα κυπαρίσσι, όπως μία πέτρα… Όπως μία κρήνη, μία πηγή, ένα όρος. Ο Υμηττός δεν υπήρχε πριν από 7 εκατομμύρια χρόνια. Γεννήθηκε. Και δε θα υπάρχει μετά από 10 εκατομμύρια χρόνια. Θα έχει διαλυθεί. Τα Ιμαλάια, ξέρετε, γίνανε χθες, στην ηλικία της γης. Στην εποχή των τρίτων νεοαλπικών ορογενέσεων, που λένε, πριν από 23 εκατομμύρια χρόνια; Τι είναι αυτό; Δύο λεπτά, εάν καθώς γνωρίζουμε ότι η γη έχει ηλικία τέσσερα δισεκατομμύρια εξακόσια εκατομμύρια χρόνια. Λοιπόν...
Εάν μπορέσουμε να αποστασιοποιηθούμε από τον εαυτό μας και να μην έχουμε αυτό το δεσμό και να δούμε τον εαυτό μας ο καθένας σαν ένα κομμάτι της φύσης, τότε θα φτάσουμε στο σημείο και δε θα φοβόμαστε το θάνατο. Κι είναι το μόνο φάρμακο.
Πολύ σύντομα, σε πέντε λεπτά, θα ‘ρθούμε σ’ αυτό το έρωτας και θάνατος, και θα ‘ρθούμε στις ερωτήσεις παρακαλώ.
Όταν λέμε θάνατος, στη Φιλοσοφία εννοούμε το μηδέν. Όπως το λέει η Οντολογία.
Όταν λέμε έρωτας, στη φιλοσοφία εννοούμε το είναι.
Αυτοί είναι οι δύο πόλοι μέσα στους οποίους διαδραματίζεται το δράμα της ζωής. Αυτό που λέμε φύσις. Φύεσθαι. Γέννηση, δημιουργία. Είναι ακριβώς η διαλεκτική συνάντηση του έρωτα και του θανάτου. Του μηδενός και του είναι. Πεθαίνει ο παππούς, γεννιέται το εγγόνι. Έτσι; Μια τέτοια διαδοχή.
Και κάποτε που είχαμε κάνει ένα ωραίο μάθημα εδώ και μιλήσαμε για στρατό και δημοκρατία, φέραμε το παράδειγμα του λαγού με το τσακάλι, και είπαμε κυνηγάει το τσακάλι το λαγό, και του ξέφυγε ο λαγός. Και λέμε αχ, το καημένο σώθηκε. Αμ, δε σώθηκε. Σώθηκε ο λαγός αλλά θα πεθάνει το τσακάλι από την πείνα. Σ’ αυτό το φοβερό στιγμιότυπο δηλαδή, τη δραματική στιγμή της φύσης, θα ζήσει το ένα για να πεθάνει το άλλο. Σώθηκε ο λαγός, θα πεθάνει το τσακάλι από την πείνα. Άρπαξε το λαγό και τον ξέσκισε, πέθανε ο λαγός για να ζήσει το τσακάλι.
Αυτό δείχνει πόσο κοντά είναι ο έρωτας και ο θάνατος και ότι ο θεμέλιος λίθος, λίθος εις κεφαλήν γωνίας της ζωής μας, είναι ο θάνατος. Αλίμονό μας αν φύγει ο θάνατος από μέσα μας.
Λέτε απλά ένα πτώμα που το βλέπετε στο νεκροτομείο, δεν πεθαίνει. Γιατί;
Γιατί έχει φύγει ο θάνατος από μέσα του. Εγώ θα πεθάνω, που είμαι ζωντανός. Θα γίνω πτώμα. Το πτώμα δεν πεθαίνει. Έχει φύγει ο θάνατος (γελάει) απάνω στον οποίο οικοδομείται η ζωή.
Είναι εκείνοι οι συλλογισμοί οι παράλογοι, που δεν είμαστε πολύ εξοικειωμένοι, κάτι ανάλογο σαν αυτό που λέει έχουμε το ακουστικό στ’ αυτί μας και η απόσταση από το ακουστικό ως το αυτί μας είναι άπειρη. Έτη φωτός. Μιλάμε με τον αδερφό μας στην Αμερική, και η απόσταση αυτή είναι μηδενική σε σχέση με την απόσταση ακουστικό κι αυτί. Διότι αυτή την απόσταση δεν τη σκέπτομαι ποτέ. Τον αδερφό μου όμως που μιλάω στην Αμερική, τον σκέφτομαι και τον έχω κοντά. Κάτι τέτοια δηλαδή από μια τέτοια οπτική προσεγγίζουμε το φαινόμενο.
Τι έρωτας, τι θάνατος
Ο έρωτας. Ο έρωτας. Εκείνο που θα πρέπει να πούμε ο έρωτας είναι ένα φαινόμενο κι αυτό άπειρο, δεν έχει οριστεί ακόμη, δεν έχει βρεθεί ο υπερποιητής, όλοι οι ποιητές ασχολούνται με τον έρωτα από τον Όμηρος ως τον Πάστερνακ, ως τον Καβάφη μας, αλλά κανείς δεν μπόρεσε να ορίσει τον έρωτα.
Ο έρωτας. Εκείνο που χρειάζεται να ξέρουμε είναι ότι είναι συνάρτηση του θανάτου. Μία έντονη δηλαδή ερωτική κατάσταση, μια βαθιά ερωτική βίωση, ποτέ δε θα τη ζήσουμε στη φυσική της διάσταση αληθινή, κλωνίζουσα δηλαδή εάν δε συνοδεύεται από το φαινόμενο του θανάτου.
Γι’ αυτό όλοι οι μεγάλοι ποιητές που μας περιέγραψαν μεγάλους έρωτες, τους οδηγούν στην καταστροφή.
Γι’ αυτό το αρχέτυπο πάνω σε όλα αυτά ξέρετε είναι η περίφημη τραγωδία του Σαίξπηρ Ρωμαίος και Ιουλιέτα. Αλλά εάν κάνετε, εάν ρίξετε μια ματιά μέσα στην παγκόσμια λογοτεχνία, θα δείτε ότι κανένας μεγάλος ποιητής δεν έφτιαξε, δε δημιούργησε, πανίσχυρη τέτοια ερωτική σχέση, που να μην την οδηγήσει σε καταστροφή.
Τι ωραία που μας το λέει πάλι ο Σολωμός μας;
«Τι έρωτας, τι θάνατος, δεν έχεις να διαλέξεις.»
Στίχος δημοτικός είναι αυτός. Ο Σολωμός λέει:
«Μόλις είναι έτσι δυνατός ο έρωτας κι ο χάρος.»
Τα πιο δυνατά πράγματα είναι ο έρωτας κι ο χάρος. Και πάμε στο αρχέτυπο, στο μεγάλο Ηράκλειτο, να μου επιτρέψετε μια προσωπική εξομολόγηση, ο Ηράκλειτος ο Εφέσιος, για μένα είναι το μεγαλύτερο πνεύμα που γεννήθηκε στον πλανήτη, απ’ τους αρχαίους έλληνες. Τι έχει πει αυτός ο άνθρωπος; Εκατό προτασούλες έχουν σωθεί, όλες οι σύγχρονες θεωρίες, όλη η κβαντομηχανική, όλη η σχετικιστική φυσική, όλα, όλα είναι, όλα τά ‘κλεισε σ’ αυτές… ο μελαγχολικός και ο κλαίων. Σε όλη του τη ζωή έκλαιγε και εκπατήσας εν τοις όροις χάθηκε στα βουνά και πήγε και πέθανε. Διητάτο πόας σιτούμενος και βοτάνας. Έτρωγε χορτάρια και βοτάνια και πέθανε. Αγανάκτησε και με τους ανθρώπους, έγινε οχλολοίδορος κτλ.
Λέει λοιπόν σε ένα φραγκμέντο του:
Άιδης και Διόνυσος εν και ωυτό.
Ο Άδης, ο θάνατος, και ο Διόνυσος, ο έρωτας, είναι το ίδιο πράγμα.
Θα το περιγράψω μόνο, την εικόνα έρωτας θάνατος, μας την έδωσε ο Εμπεδοκλής βέβαια, όπως ξέρετε, ένας επίσης πολύ στιβαρός προσωκρατικός φιλόσοφος, ο Εμπεδοκλής από τον Ακράγαντα, μας έδωσε την έννοια με τη φιλότητα και το νείκος, η φιλότης, ο έρωτας, το νείκος, φιλονικία, έρις, διάλυση, καταστροφή, απάνω σ’ αυτές τις δύο δυνάμεις, συντελείται όλο το δράμα του σύμπαντος.
Η ορμή προς θάνατο
Και θα ‘ρθω στη σύγχρονη εποχή, αυτό πρέπει να το σχολιάσουμε, εκείνο που μας είπε πια ο Φρόιντ σε μία από τις γεροντικές μελέτες του, αυτές τις σπουδαίες μελέτες, που έχει τίτλο «Μικρή μελέτη» του Φρόιντ.
Φρόιντ, αξιότιμοι στρατιωτικοί γιατροί, δεν έχουμε, δε γνωρίζουμε. Δεν έχουμε πάρει ιδέα από Φρόιντ, εάν δεν έχουμε υπόψη τις τελευταίες τέσσερις πολιτισμικές μελέτες του. "Ο πολιτισμός σαν πηγή δυστυχίας", "Το μέλλον μιας αυταπάτης", "Το πέραν της αρχής της ηδονής", και "Ο άντρας Μωυσής και η μονοθεϊστική θρησκεία".
Στο βιβλίο του, στη μελέτη του, στην πραγματεία του, Πέραν της αρχής της ηδονής, {…..} αυτός είναι ο τίτλος στο Άγιο Πρωτότυπο, μας λέει ότι:
Η λίμπιντο, η ηδονή, είναι το πιο ισχυρό. Γι’ αυτό μίλησαν για πανσεξουαλισμό, τα ξέρουμε όλα. Φρόιντ. Τα ξέρουμε αυτά.
Ήρθε όμως ο Φρόιντ στα γερατειά και είπε υπάρχει μία αρχή, ένας νόμος μέσα στη φύση, που αυτός είναι ο αρχετυπικός. Ο πρωταρχικός, ο πιο ισχυρός. Πιο ισχυρός και από τη λίμπιντο. Από τη γέννηση δηλαδή, από τη δημιουργία, από το είναι, από τον έρωτα. Ποιος είναι αυτός ο νόμος;
Θα σας τον γράψω. Στο Άγιο Πρωτότυπο είναι λέει η τόντεστριμπ, η ορμή προς θάνατο. Ορμή προς θάνατον. Και λίμπιντο. Είναι η φιλότης και το νείκος.
Λίμπιντο. Λίμπιντο δεν είναι μόνο η ερωτική ευωχία και ευχαρίστηση, λίμπιντο είναι όταν διψάς πολύ και πίνεις νερό, είναι μεγάλη ευχαρίστηση. Όταν νυστάζεις… «Todestriebs»
Όταν νυστάζουμε πολύ, δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευχαρίστηση, είναι λίμπιντο αυτό, γι’ αυτό ακριβώς, ξέρετε, στη φοβερή «εζόφτ σίνα», ο Στάλιν, '36 – '38, που ξεπάτωσε πέντε εκατομμύρια κι έφαγε όλους τους μεγάλους μπολσεβίκους, τους συντρόφους του Λένιν, το μαρτύριο το τελικό που τους έβαζε, κι εκεί πια καταθέτανε όπλα και όλοι υπογράφανε οι μεγάλοι εκείνοι, ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ, ο Μπουχάριν, ο Τσονικίτσιν κλπ υπέγραφαν ότι είναι συνεργάτες του Χίτλερ, συνεργάτες της Γκεστάπο κλπ προδότες του μπολσεβικισμού της Ρωσίας, τους έβαζε στην αϋπνία. Δεν τους άφηνε να κοιμηθούν. Δύο, τρεις, τέσσερις μέρες, ήταν τόση η ορμή να κοιμηθούνε, που πια προκειμένου να κοιμηθούν πέντε λεπτά, να μην τους ξυπνήσουνε, λέγανε «φέρτε μου να σας υπογράψω ό,τι θέλετε». Κι έκανε τις εικονικές δίκες που ξέρουμε.
Η λίμπιντο είναι μια πολύ ευρεία έννοια λοιπόν. Υπάρχει κάτι πιο ισχυρό απ’ αυτό, το λέει ο Φρόιντ, η ορμή προς θάνατο. Μια δύναμη που μας σπρώχνει τον κάθε ένα, το κάθε είδος, την κάθε μονάδα του είδους, όλα τα είδη, και τον άνθρωπο, τον σπρώχνει να πεθάνει.
Η πιο κλασική έτσι, μακρινή, περιγραφή αυτού του φαινομένου, αυτής της πανίσχυρης ορμής, είναι ο ύπνος. Όταν ζητάμε στον ύπνο να πάμε, στον ύπνο είμαστε σε μια κατάσταση σχεδόν θανάτου, αν δεν έχουμε όνειρα κτλ Γι’ αυτό και οι έλληνες λέγανε «τους δύο αδελφούς, ύπνον και θάνατον» που μας περιγράφει ο Όμηρος στην Ιλιάδα κλπ. Λοιπόν...
Αυτή η ορμή εκφράζεται με δύο τρόπους, λέει ο Φρόιντ. Η ορμή προς θάνατον. Ή ζητάει να με αφανίσει, στρέφεται προς τα μέσα μου δηλαδή, και με εξοντώνει, κλασικές περιπτώσεις είναι οι αυτοκτονίες εδώ, ή στρέφεται προς τα έξω, διότι υπάρχουν δυνάμεις αντίστασης, όταν ζητάει να με καταστρέψει, στρέφεται προς τα έξω και τότε γίνεται αυτό το φαινόμενο που το λέμε {η αγκρισιβιτέτ}, η επιθετικότητα.
Απάνω σ’ αυτό το σημείο, ο Φρόιντ ερμήνευσε όλη την ιστορία με ένα τρόπο που κανένας φιλόσοφος δεν την έπιασε. Αν αφαιρέσουμε τον Πλάτωνα κάπου και το Νίτσε, ερμήνευσε το βαρύ ποινικό μητρώο της Ιστορίας. Γιατί γίνεται ο πόλεμος;
Από τότε που άρχισε ο άνθρωπος, οργανώθηκε, δεν μπορεί να αποφύγει ένα πράγμα, τον πόλεμο. Είναι η πιο ακραία μορφή της σύγκρουσης. Που όμως η πιο γλυκιά μορφή, η πιο απαλή, είναι η χειροδικία. Μαλώνω, γροθιές μου δίνει του δίνω, αλλά η πιο ακραία μορφή είναι ο πόλεμος. Γιατί υπάρχει ο πόλεμος;
Κι ενώ τόσοι σοφοί, φιλόσοφοι, κοινωνιολόγοι, πολιτικοί, επιστήμονες, οικονομολόγοι, αγωνίζονται να βρούνε ένα σύνταγμα, που να οργανωθούνε έτσι οι ανθρώπινες σχέσεις, ώστε να λείψει αυτό το κακό, αυτό το δεινό. Και δεν τα καταφέρανε. Από τον Πλάτωνα ως τον Καντ. Έως το Κεφάλαιο του Μαρξ και έως…
Γιατί;
Γιατί κανείς δε σκέφτηκε ότι υπάρχει μία ρίζα μέσα στην ανθρώπινη φύση που είναι καθαρά φυσική και δεν μπορεί να την νικήσει τίποτε. Η ορμή προς θάνατον, που όταν στρέφεται προς τα έξω γίνεται επιθετικότητα. Αυτός είναι ο Φρόιντ. Είμαι στη διάθεσή σας...».
Η ζωή μετά θάνατον
Με την ολοκλήρωση της διάλεξης ο Δημήτρης Λιαντίνης δέχθηκε ερωτήσεις από το κοινό. Μια από αυτές ήταν αν τελικά υπάρχει ζωή μετά θάνατον και ποιες είναι οι θέσεις τις φιλοσοφίας πάνω στο θέμα. «Ωχ. Τώρα θέτετε ένα ερώτημα πολύ ευαίσθητο, άρα πολύ σοβαρό και πολύ μεγάλο. Γι' αυτό θα έπρεπε ενδεχομένως να γίνει ολόκληρη διάλεξη. Λέμε όμως πολύ απλά: Βεβαίως υπάρχει ζωή μετά θάνατον. Αλλά ποια ζωή;
Οι Έλληνας μας είπαν ότι ο άνθρωπος καθώς πεθαίνει εξαφανίζεται, χάνεται. Ο Όμηρος παραδείγματος χάρη μας λέει στη ραψωδία Ζ' της Ιλιάδας. Θυμάμαι πρόχειρα σε μια στιχομυθία ανάμεσα σε δύο ήρωες, τον Αντίλογο τον γιό του Νέστορα και τον Γλαύκο έναν Τρώα, που συναντιούνται και βρίσκονται αδελφοποιητοί. Λέει τον περίφημο στίχο «οἵη περ φύλλων γενεὴ τοίη δὲ καὶ ἀνδρῶν». Εμείς οι άνθρωποι δηλαδή είμαστε όμοιοι με τις γενιές των φύλλων. Βλέπεις ένα φύλλο στο δέντρο, μεγαλώνει πρασινίζει, λάμπει, λαμποκοπάει. Έρχεται το Φθινόπωρο μαραγκιάζει, συρρικνώνεται, πέφτει, το παίρνει η βροχή και η λάσπη. εξαφανίζεται. Τέτοιοι είμαστε κι εμείς οι άνθρωποι, σαν τις γενιές των φύλλων. Καμία παρηγοριά φιλοσοφικά. Το ίδιο πράγμα θα μας πει ο Πίνδαρος στον περίφημο 8ο Πυθιόνικο, αν θυμάμαι καλά, που λέει εκείνους τους δύο φοβερούς στίχους. Επάμεροι, εφήμεροι είμαστε. Εφήμεροι πρόσκαιροι.
Τί δέ τις; τί δ᾽ οὔ τις; σκιᾶς ὄναρ ἄνθρωπος.
Τι είμαστε, τι δεν είμαστε; Είμαστε στον βαθμό που δεν είμαστε. Αύριο δεν θα 'μαστε. Όνειρο σκιάς είναι ο άνθρωπος. Ούτε καν όνειρο, ούτε καν σκιά. Όνειρο σκιάς.
Θα 'ήθελα όμως να σας πω ότι υπάρχει μία ζωή μετά θάνατον, η ακόλουθη: Εκείνο που μένει όταν θα πεθάνουμε είναι η καλή μνήμη που αφήνουμε στους ανθρώπους. Είναι αυτό που το λέμε διαφορετικά στη Φιλοσοφία "ενδοκοσμική αθανασία". Δηλαδή τι σημαίνει αυτό; Υπάρχουν άνθρωπου που πέθαναν και τους ξέρουμε, τους μνημονεύουμε, τους μελετάμε, τους θαυμάζουμε. Χιλιάδες άνθρωποι που προσέφερα, ευεργέτησαν τον άνθρωπο. Από εδώ ξεκινάει ένα λόγιο του λαού μας που δεν το έχουμε φιλοσοφήσει πολύ. Λέει: Τον πλούτον εμίσησαν πολλοί, την δόξαν ουδείς. Η μνήμη που μένει. Αυτό το παράδειγμα αρχετυπικά μας το έδωσαν οι Έλληνες με την περίφημη ραψωδία της Οδύσσειας την Κ', την Κυκλώπεια. Τι μας λέει αυτή η ραψωδία; Ο Οδυσσέας με τους συντρόφους βρίσκεται στα στενά. Τον αρπάζει ένας κύκλωπας, τον κλείνει μέσα σε μια σπηλιά και αρχίζει μετά εκεί το μεγάλο μακελειό. Τη μια βραδιά τρώει δύο, την άλλη άλλους δύο, την άλλη άλλους δύο. Κοιτάει και ο Οδυσσέας τρέμοντας. Που το βρήκα τούτο το τέρας; Οπότε τον βλέπει ο κύκλωπας και του λέει: Εσύ μ' αρέσεις, το μάτι σου είναι τσακίρικο, παίζει. Πώς σε λένε, θα σε φάω τελευταίο. Λέει ο Οδυσσέας: Το όνομα μου είναι κανείς, όχι κάποιος, κανείς. Με φωνάζουνε κανέναν.
Δεν έχει όνομα, είναι ανυπόστατος. Όταν περνά τη φοβερή περιπέτεια όμως και επιβάλλεται και νικάει και διασώζεται. Κυριαρχεί και εξοντώνει τον με αυτό τον τρόπο που εξόντωσε τον Κύκλωπα και βγαίνει έξω με τα κριάρια και μπαίνει στο πλοίο λέει θα του μιλήσω. Ο κύκλωπας είναι επάνω και παραγουλιάζεται σαν τα χταπόδια. Χτυπιέται τυφλός και φωνάζει στους βράχους. Πάμε βασιλιά του λένε να φύγουμε θα πετάξει καμία πέτρα και θα μας βουλιάζει. Όχι δεν τον κρατάει κανείς τότε τον Οδυσσέα και τους φωνάζει: Έι κύκλπωπα άτσαλε και χάχα αν σε ρωτήσουν ποτέ ποιος σου έδωσε αυτή την άγρια τυφλομάρα να πεις ο Οδυσσέας ο γιός του Λαέρτη, ο καστροκαταλύτης. Κοιτάξτε ξεκινάει σαν ο κανείς, ανυπόστατος. Μπαίνει στην περιπέτεια την φοβερή, αυτή είναι η περιπέτεια της ζωής για τον καθένα μας, και αφού τη νικάει και δημιουργεί παίρνει όνομα. Γίνεται επώνυμος. Δεν είναι τυχαίο που ο Όμηρος θέλει μια μεγαλύτερη φιλοσοφική ανάλυση. Με αυτή την έννοια λέμε ότι μένει η καλή μας μνήμη».