Σφαγή στο Μι Λάι: Καταστρέψτε ό,τι περπατά, σέρνεται ή φωνάζει


Ένα μνημείο ανθρώπινης κτηνωδίας για το οποίο ουσιαστικά δεν λογοδότησε κανείς. Ηλικιωμένοι, γυναίκες και παιδιά εκτελέστηκαν χωρίς οίκτο από τον... πολιτισμένο στρατό των ΗΠΑ 


«Πυραμίδα ο άνθρωπος. Στη βάση του το κτήνος, στην κορφή ο θεός. Χρέος μας η ανηφόρα» είχε πει ο Νίκος Καζαντζάκης και μια μέρα σαν σήμερα (16 Μαρτίου) το 1968 σε μια αγροτική περιοχή του Βιετνάμ το ανθρώπινο είδος πέρασε κάτω από τη βάση της πυραμίδας. Η «σφαγή στο Μι Λάι» όπως έγινε γνωστή είναι ένα ακόμα έγκλημα χωρίς τιμωρία.

Η αποστολή

Το 1968 ο πόλεμος στο Βιετνάμ μαινόταν και οι Αμερικάνοι είχαν πλέον συνειδητοποιήσει πως η «βόλτα» που σχεδίαζαν στη φτωχή ασιατική χώρα ήταν μια ουτοπία. O στρατός των ΗΠΑ δεχόταν καθημερινώς επιθέσεις και έχανε δεκάδες στρατιώτες. Αυτό είχε δημιουργήσει εκνευρισμό και σύγχυση στα υψηλά κλιμάκια και είχε οδηγήσει στα άκρα μεγάλο μέρος των οπλιτών που αναζητούσαν εκδίκηση για τους χαμένους τους συντρόφους.

Το απόγευμα της 15ης Μαρτίου 1968 ο υπολοχαγός Γουίλιαμ Κάλεϊ λαμβάνει σαφείς εντολές να προχωρήσει σε εκκαθάριση της περιοχής Σον Μι. Σύμφωνα με τις πληροφορίες των Αμερικάνων τα χωριά ήταν κρησφύγετο των Βιετκόνγκ και υπήρχαν κρυμμένα όπλα και εκρηκτικά. Στην ενημέρωση για την αποστολή, ο λοχαγός Έρνεστ Μεντίνα με μια διεστραμμένη λογική τονίζει πως μετά τις επτά το πρωί οι πολίτες θα έφευγαν για την αγορά έτσι όποιος είχε παραμείνει στον χωριό θεωρούνταν εχθρός. «Θα είναι είτε Βιετκόνγκ, είτε θα τους συμπαθούν» λέει.

Οι στρατιώτες τον ρωτούν αν αυτό σημαίνει ότι συμπεριλαμβάνονται και οι γυναίκες και τα παιδιά. Οι μάρτυρες αναφέρουν ότι ο Μεντίνα απάντησε ότι αποστολή τους ήταν να σκοτώσουν Βιετκόνγκ και κάθε ύποπτο είτε είναι γυναίκα, παιδί ή ζώο. Να κάψουν το χωριό και να μολύνουν τα ποτάμια. «Είναι όλοι Βιετκόνγκ, πηγαίνετε και βρείτε τους. Εχθρός είναι όποιος τρέχει μακριά μας, κρύβεται ή μοιάζει να είναι εχθρός. Καταστρέψτε ό,τι περπατά, σέρνεται ή φωνάζει» τόνισε.

Η σφαγή

Στις 7:30 το πρωί της 16ης Μαρτίου 1968 ελικόπτερα αποβιβάζουν περίπου 120 στρατιώτες σε ένα άνοιγμα. Στόχος ήταν τα μικρά χωριά στην περιοχή Σον Μι. Το Μι Λάι, το Τσο Λούι, το Μι Κε, το Ξο Λανγκ και το Του Κονγκ. Οι Αμερικάνοι δεν δέχθηκαν πυρά αλλά ήταν σίγουροι πως στις καλύβες κρύβονταν Βιετκόνγκ.

Η ομάδα του Γουίλιαμ Κάλεϊ και αυτή του Στίβεν Μπρουκς προχώρησαν προς το Του Κονγκ ενώ αυτή των Λακρός και Μεδίνα είχε το ρόλο της οπισθοφυλακής.

Πλησιάζοντας στα σπίτια οι στρατιώτες πυροβόλησαν εργάτες που δούλευαν στους ορυζώνες.

Όταν οι χωρικοί τους είδαν να μπαίνουν στο χωριό δεν πανικοβλήθηκαν, ούτε έτρεξαν. Οι στρατιώτες τους συγκέντρωσαν σε ανοιχτούς χώρους και αυλές. Ο πολυβολητής Χάρι Στάνλεϊ κατέθεσε για την αρχή της σφαγής: «Ξεκίνησε χωρίς προειδοποίηση. Ένα στρατιώτης από την 1η ομάδα μαχαίρωσε με την ξιφολόγχη έναν χωρικό. Έναν άλλο τον έριξαν μέσα σε ένα πηγάδι και μετά πέταξαν μέσα μια χειροβομβίδα. Μπροστά σε έναν ναό που φλεγόταν βρίσκονταν γονατισμένα 15-20 άτομα. Κυρίως γυναίκες και παιδιά. Έκλαιγαν κα προσεύχονταν. Τους εκτέλεσαν με πυροβολισμούς στο κεφάλι».

Ο Κάλεϊ διέταξε να μεταφέρουν μια ομάδα 70-80 χωρικών σε ένα μεγάλο κανάλι άρδευσης. Τους έριξαν μέσα και τους πυροβόλησαν. Στις εκτελέσεις συμμετείχε και ο Κάλεϊ που έδινε συνέχεια εντολές. 

«Άλλαξα πολλές γεμιστήρες στο Μ16 μου. Οι γυναίκες φώναζαν "Όχι Βιετκόνγκ" και προσπαθούσαν να προστατεύσουν τα παιδιά τους. Πυροβολήσαμε ηλικιωμένους, άντρες και γυναίκες. Πολλοί είχαν στη αγκαλιά τους μωρά. Ακολούθησε εκκαθάριση στα σπίτια του χωριού και με τον Κάλεϊ δίπλα μου πυροβολήσαμε πολλούς χωρικούς» κατέθεσε ο στρατιώτης Πολ Μίντλο.


Η μαρτυρία του οπλίτη Ντένις Κόντι συγκλονίζει: «Πολλές γυναίκες είχαν πέσει πάνω στα παιδιά για να τα προστατέψουν. Τα παιδιά ήταν ζωντανά στην αρχή. Όταν όμως άρχισαν να κινούνται, ο Κάλεϊ τα πυροβολούσε».

Ο στρατιώτης Μάικλ Μπέρχαρντ θα καταθέσει: «Τους είδα να κάνουν πολύ άσχημα πράγματα. Έβαζαν φωτιά στις καλύβες, περίμεναν να βγει ο κόσμος και τους πυροβολούσαν. Έμπαιναν στα σπίτια και πυροβολούσαν όσους ήταν μέσα. Μάζευαν κόσμο μαζί και τον πυροβολούσαν. Καθώς περπατούσα έβλεπα πτώματα σε όλο το χωριό, παντού. Είδα να ρίχνουν με έναν εκτοξευτή χειροβομβίδων Μ79 σε μια ομάδα ανθρώπων αλλά οι περισσότερες εκτελέσεις έγιναν με πολυβόλα. Έριχναν σε γυναίκες και παιδιά χωρίς να κάνει διαφορά. Δεν αντιμετωπίσαμε καμία αντίσταση και δεν είχαμε καμία απώλεια. Ήταν σαν ένα οποιοδήποτε άλλο βιετναμέζικο χωριό. Ηλικιωμένοι, γυναίκες και παιδιά. Δεν θυμάμαι να είδα ούτε έναν άντρα σε ηλικία στράτευσης σε όλη την περιοχή, ζωντανό ή νεκρό».

Σε έναν χωματόδρομο έξω από το Ξο Λανγκ εκτέλεσαν μια ομάδα χωρικών. «Ήταν Νοτιοβιετναμέζοι (σύμμαχοι των Αμερικάνων). Περίπου είκοσι άτομα με γυναίκες και παιδιά. Περπατούσαν στον δρόμο. Ξαφνικά οι στρατιώτες τους έριχναν με τα πολυβόλα και τους εκτοξευτές χειροβομβίδων. Δεν μπορούσα να πιστέψω αυτό που έβλεπα», λέει ο οπλίτης Ρόναλντ Χέιμπιρλι.

Η 2η ομάδα διεξήγαγε επιχείρηση εκκαθάρισης στο Μι Λάι όπου εκτός από τους χωρικούς σκότωσαν και όλα τα ζώα. Περίπου 70 άμαχοι δολοφονήθηκαν. Η 3η ομάδα, που περίμενε έξω από τα χωριά, σκότωσε μια ομάδα περίπου 10 ατόμων με γυναίκες και παιδιά που προσπαθούσαν να ξεφύγουν. Στις 11:00 δόθηκε εντολή για παύση του πυρός ώστε οι στρατιώτες να φάνε. Ακολούθησε επίθεση στο χωριό Τσο Λούι όπου εκτελέστηκαν δεκάδες άτομα (τα στοιχεία αναφέρουν από 60 έως 155). Στη συνέχεια οι στρατιώτες έβαλαν φωτιά στις καλύβες των χωριών, και σκότωσαν όσα ζώα συνάντησαν. Υπήρξαν μάλιστα και αναφορές για βασανιστήρια και βιασμούς αμάχων που είχαν αιχμαλωτιστεί. Κατά τη διάρκεια της σφαγής κάποιοι έχουν την ανατριχιαστική ψυχραιμία να βγάζουν φωτογραφίες.

Η «αποστολή» ολοκληρώνεται και 504 άμαχοι (οι Αμερικάνοι μιλούν για 347 θύματα) σφαγιάζονται χωρίς κανέναν λόγο. Από τις δύο ομάδες των Αμερικανών στρατιωτών που μπήκαν στα χωριά τραυματίζεται μόλις ένας στο πόδι στην προσπάθεια του να καθαρίσει το όπλο του.

Ο ηρωικός πιλότος

Την ώρα της σφαγής πάνω από την περιοχή πετούσε με το ελικόπτερο του ο ανθυπασπιστής Χιού Τόμπσον. Βλέποντας χωρικούς να κείτονται μέσα στο κανάλι άρδευσης αποφάσισε να προσγειωθεί.

Ο πρώτος που συνάντησε ήταν ο οπλίτης Ντέιβιντ Μίτσελ. Τον ρώτησε τι μπορεί να κάνει για να βοηθήσει τους τραυματίες. «Θα τους βοηθήσω εγώ να γλιτώσουν από τη μιζέρια τους» του απάντησε. Στη συνέχεια βρήκε τον Κάλεϊ και τον ρώτησε τι συμβαίνει. «Απλά ακολουθούμε εντολές» του είπε. Στη συνέχεια ο Μίτσελ πυροβόλησε τους τραυματίες στο κανάλι. Ο Τόμσον κατέθεσε επίσης πως είδε τον λοχαγό Μεντίνα να σκοτώνει εν ψυχρώ μια γυναίκα.

Σε ένα άλλο σημείο ο πιλότος είδε μια ομάδα γυναικών και παιδιών να έχει κρυφτεί και στρατιώτες να τους πλησιάζουν. Προσγειώθηκε και είπε στον λοχία Στίβεν Μπρουκς να τον βοηθήσει να βγάλουν με ασφάλεια τα γυναικόπαιδα από το καταφύγιο τους. «Ο μόνος τρόπος να τους βγάλουμε έξω είναι με χειροβομβίδα» του απάντησε.

Ο Τόμπσον μπήκε στο καταφύγιο και βρήκε περίπου 15 άτομα. Τα οδήγησε στο ελικόπτερο και τα φυγάδευσε σώζοντας τους τη ζωή.

Επιστρέφοντας πέταξε πάνω από το Μι Λάι όπου φλεγόταν και ήταν γεμάτο με σωρούς πτωμάτων. Προσγειώθηκε και πάλι. Το μέλος του πληρώματος, Γκλεν Αντρεότα άκουσε έναν ήχο από ένα λάκκο που είχαν ρίξει πτώματα. Μπήκε μέσα και βρήκε έναν 4χρονο κορίτσι που είχε γλιτώσει. Το πήραν μαζί τους και έφυγαν.

Ο Αντρεότα σκοτώθηκε περίπου έναν μήνα μετά και πήρε μετάλλιο μετά θάνατον. Ο Τόμπσον πέταξε το δικό του μετάλλιο όταν έμαθε πως η επίσημη αναφορά έγραφε πώς έσωσαν ένα κοριτσάκι στο Μι Λάι «ενώ δέχονταν πυρά από τον εχθρό».

Η συγκάλυψη

Επιστρέφοντας στη βάση ο Τόμπσον ανέφερε στους ανωτέρους του τα γεγονότα. Επικοινώνησαν με τον Μεντίνα και του έδωσαν την εντολή: «Κόψτε, σταματήστε το»

Άμεσα το Πεντάγωνο ξεκινά μια "επιχείρηση" συγκάλυψης της σφαγής. Οι επίσημες αναφορές μιλούν για «128 Βιετκόνγκ και 22 πολίτες που σκοτώθηκαν μετά από σκληρή μάχη». Ο διοικητής της περιοχής συγχαίρει την ομάδα για την «εξαιρετική της δουλειά» ενώ το επίσημο περιοδικό του στρατού γράφει: «Αμερικάνοι στρατιώτες σκότωσαν 128 κομμουνιστές μετά από μια αιματηρή μάχη που διήρκησε μια ολόκληρη μέρα. Για έναν περίπου χρόνο ο αμερικάνικος στρατός επέμενε πως η σφαγή στο Μι Λάι ήταν μια στρατιωτική νίκη που κατέληξε στο θάνατο 128 εχθρών.

Το έγκλημα αποκαλύπτεται μετά την επιμονή του δημοσιογράφου Σέιμουρ Χερς αλλά και τις επιστολές του 21χρονου στρατιώτη Τομ Γκλεν προς τη διοίκηση του στρατού αλλά και την κυβέρνηση. Τελικά ένα γράμμα του οπλίτη Ρον Ράιντεναορ, μέλους της ομάδας οπισθοφυλακής στο Μι Λάι, προς τον πρόεδρο Ρίτσαρντ Νίξον στο οποίο έδωσε σημασία μόνο ένας γερουσιαστής είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι. Το Πεντάγωνο αναθέτει στον 31χρονο τότε Κόλιν Πάουελ (αργότερα έγινε υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ) να διαλευκάνει την υπόθεση. Στην αναφορά του επιχείρησε να ξεπλύνει την ντροπή των αμερικάνικου στρατού. Ακόμα και σε μια συνέντευξη του το 2004 επιχείρησε να υπερασπιστεί το γεγονός ότι δεν προσπάθησε να φέρει την αλήθεια στο φως. «Πήγα στο Μι Λάι αφού είχαν συμβεί όλα. Στον πόλεμο συμβαίνουν κατά διαστήματα φρικτά πράγματα αλλά σίγουρα πρέπει να τα αποδοκιμάζουμε» τόνισε.

Ατιμώρητοι

Με τον Τύπο να βομβαρδίζει με στοιχεία και αποκαλύψεις, η κυβέρνηση αναγκάζεται να κάνει πιο ενδελεχή έρευνα. Το Σεπτέμβριο το 1969 ο υπολοχαγός Κάλεϊ  και 25 ακόμα άτομα κατηγορούνται. Τον Νοέμβριο της ίδιας χρονιάς ο Σέιμουρ Χερς (πήρε Πούλιτζερ για το θέμα) αποκαλύπτει στοιχεία και φωτογραφίες από όσα έγιναν και το θέμα κάνει τον γύρο του κόσμου. Η δίκη αρχίζει στις 17 Νοεμβρίου 1970 και η απόφαση της 31ης Μαρτίου 1971 καταδίκασε μόνο τον υπολοχαγό Κάλεϊ. Ο ίδιος υποστήριξε ότι εκτελούσε διαταγές ανωτέρων του, γεγονός που αρνήθηκε ο διοικητής του, λοχαγός Έρνεστ Μεντίνα, ο οποίος αθωώθηκε. Ο Κάλεϊ καταδικάστηκε σε ισόβιο κάθειρξη το 1971, η οποία μετά από συνεχείς εφέσεις έφτασε να γίνει το 1973 κάθειρξη 10 ετών.

Τελικά ο Κάλεϊ θα παραμείνει σε κατ' οίκον περιορισμό στο διαμέρισμά του στο στρατόπεδο Φορτ Μπένιγκ της Τζόρτζια μόλις τρεισήμισι χρόνια και στη συνέχεια θα λάβει χάρη από τον πρόεδρο Νίξον. Σήμερα ζει στην Τζόρτζια των ΗΠΑ και είναι ιδιοκτήτης κοσμηματοπωλείου, ενώ, σύμφωνα με τους οικείους του, πάσχει από αϋπνίες εξαιτίας των τύψεων συνειδήσεως. Σε συνέντευξη του ο Κάλεϊ, που κατά τη διάρκεια της δίκης επαναλάμβανε πως έκανε το καθήκον του, εμφανίστηκε μετανιωμένος και δήλωσε:

«Δεν περνάει ούτε μία ημέρα που να μην αισθανθώ τύψεις για όσα έγιναν, τόσο για τους νεκρούς Βιετναμέζους και για τις οικογένειές τους όσο και για τους Αμερικανούς στρατιώτες που ενεπλάκησαν και τους γονείς τους, λυπάμαι βαθιά». Επιμένει  όμως ότι ακολουθούσε εντολές: «Αν με ρωτάτε γιατί δεν εξεγέρθηκα όταν μου έδωσαν εκείνες τις εντολές, σας λέω ότι ήμουν ένας υπολοχαγός που έπαιρνε διαταγές από τον διοικητή του και τις ακολούθησα. Βλακωδώς, όπως πιστεύω τώρα». Στα 77 του πλέον ζει στο Γκέινσβιλ της Φλόριντα.

Η αποκάλυψη της σφαγής στο Μι Λάι και τα γύρω χωριά γιγάντωσε το αντιπολεμικό κίνημα που ήδη ήταν ισχυρό στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Προκάλεσε μεγάλη κρίση στην κυβέρνηση του Λίντον Τζόνσον και εξάπλωσε το αντιαμερικανικό αίσθημα σε όλο τον πλανήτη. Ως έγκλημα όμως έμεινε ατιμώρητο. Οι φυσικοί αυτουργοί επιμένουν ότι εκτελούσαν εντολές και οι ηθικοί ότι δεν είχαν καμία εμπλοκή. Μια τέτοια κτηνωδία θα ήταν λογικό να απασχολήσει και το Διεθνές Δικαστήριο που έχει δείξει ευαισθησία σε παρόμοιες περιπτώσεις. Η δικαιοσύνη όμως είναι σαν το φίδι, δαγκώνει μόνο όσους δεν φορούν παπούτσια.