Δώδεκα χρόνια. Τόσο κατάφερε να υπομείνει τους ξυλοδαρμούς,
τα βασανιστήρια κάθε είδους και τους βιασμούς από τον άνθρωπο που είχε υποσχεθεί
να την φροντίζει ως το τέλος: τον άντρα της. Η Μελέκ Ιπέκ τελικά δεν άντεξε το
τελευταίο μαρτύριο στο οποίο την υπέβαλλε ο σύζυγός της μπροστά στα παιδιά της και
αμύνθηκε. Ο Ραμαζάν Ιπέκ έπεσε νεκρός και η ίδια χτυπημένη και φορώντας
χειροπέδες κάλεσε την αστυνομία. Ένας νέος κύκλος «βίας» εναντίον της μόλις
είχε ξεκινήσει.
Αυτή τη φορά η Μελέκ Ιπέκ πρέπει να αντιμετωπίσει το σύστημα
δικαιοσύνης της Τουρκίας που θεωρεί την ίδια ένοχη για μια άγρια δολοφονία, ενώ
η Μελέκ το μόνο που έκανε ήταν να αμυνθεί για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια
κακοποίησης.
Δώδεκα χρόνια κόλαση
Η 31χρονη Μελέκ είχε παντρευτεί τον 36χρονο Ραμαζάν Ιπέκ
πριν από 12 χρόνια και τα πρώτα ανησυχητικά σημάδια φάνηκαν πολύ νωρίς, ενώ
σύντομα η ζωή της μετατράπηκε σε έναν Γολγοθά. Σχεδόν κάθε μέρα έπρεπε να
ανέχεται την σωματική και την ψυχολογική κακοποίηση από τον σύζυγο της. Όταν
ήρθαν στη ζωή τα δύο τους παιδιά τίποτα δεν άλλαξε. Η βία συνεχίστηκε και πλέον
αποδέκτες της έγιναν και τα παιδιά. Όλα αυτά τα χρόνια η Μελέκ έκανε αυτό που
ορίζει η συντηρητική κοινωνία της Τουρκίας: σιωπούσε και υπέμενε το ξύλο και τους
βιασμούς γιατί αυτό πρέπει να κάνει μια «σωστή γυναίκα» για να σώσει τον γάμο της
και την «τιμή» της οικογένειάς της.
Στις 8 Ιανουαρίου το σκηνικό επαναλήφθηκε για χιλιοστή φορά.
Ο Ραμαζάν Ιπέκ άρχισε να την ξυλοκοπεί άγρια μπροστά στα παιδιά τους και κάποια
στιγμή σήκωσε το κυνηγετικό του όπλο και με την κάνη την χτύπησε στο πρόσωπο
προκαλώντας της ένα βαθύ τραύμα, ενώ της είπε: «Κάνε την τελευταία σου προσευχή».
Το μαρτύριο μόλις είχε ξεκινήσει.
Ο Ραμαζάν την έδεσε με χειροπέδες στο μπάνιο και την άφησε
έτσι όλο το βράδυ. Αρκετές φορές κατά τη διάρκεια της νύχτας την «επισκέφτηκε»
και την βίασε. Το πρωί πριν φύγει από το σπίτι για να πάει να… προσευχηθεί, συνέχισε
τις απειλές κατά της Μελέκ και των παιδιών τους. Όταν επέστρεψε, η Μελέκ είχε καταφέρει
να πάρει στα χέρια της την καραμπίνα του, αν και ακόμα δεμένη, πάτησε την
σκανδάλη και τον σκότωσε.
Η Μελέκ Ιπέκ τηλεφώνησε η ίδια στην αστυνομία για να
ειδοποιήσει ότι μόλις είχε σκοτώσει τον άντρα της. Οι αρχές έσπευσαν στο
σημείο, όπου τη βρήκαν χτυπημένη και με χέρια δεμένα. Αντί να της προσφέρουν
ιατρική και ψυχολογική βοήθεια την συνέλαβαν οδηγώντας την σε ένα κελί στο
οποίο βρίσκεται από τις 9 του μήνα.
Η περιγραφή της Μελέκ
Ιπέκ
Η Μελέκ διηγήθηκε στην αστυνομία με λεπτομέρειες όλα όσα
συνέβησαν εκείνες τις τελευταίες ώρες των βασανιστηρίων της.
«Μου έδειξε το τουφέκι. Τον παρακαλούσα να μην μας σκοτώσει,
να πάψει πια. Όταν συνειδητοποίησα ότι επρόκειτο να πυροβολήσει στ’ αλήθεια,
πήγα μπροστά από τα παιδιά μου. Οι δύο κόρες μου έκλαιγαν αγκαλιασμένες.
Έσπρωξα το τουφέκι από τα χέρια του, στόχος μου ήταν να
διώξω τα παιδιά μου από το δωμάτιο. Εν τω μεταξύ, αυτός πυροβόλησε κιόλας, η
σφαίρα ευτυχώς βγήκε έξω από το παράθυρο. Ο άντρας μου μού έδειξε ξανά το
τουφέκι και τον παρακάλεσα να μην πυροβολήσει ξανά. Αυτή τη φορά κατεύθυνε με το
τουφέκι προς τα παιδιά μας. Με απείλησε ότι πρώτα θα με κάνει να δω τις κόρες
μου νεκρές κι ύστερα θα σκότωνε κι εμένα.
Φοβόμουν πολύ, έτρεμα. Με χτύπησε στο κεφάλι και στο πρόσωπο
με τη λαβή του όπλου. Με έσυρε από τα μαλλιά στο άλλο δωμάτιο και με χτύπησε με
τα πόδια του και τα χέρια του κι εκεί, καθώς ήμουν πεσμένη κάτω. Πήρε το
τηλέφωνο από την τσέπη μου και συνέχιζε να με βαράει στο πρόσωπο.
Μου είπε να κάνω ησυχία, αλλά εγώ ούρλιαζα μέχρι που με
έσφιξε τόσο πολύ στον λαιμό που υποθέτω ότι έχασα τις αισθήσεις μου. Κατάλαβα
πως με είχε βιάσει ενώ ήμουν αναίσθητη. Ο άντρας μου έκανε μπάνιο και καθάριζε
τους τοίχους από ίχνη αίματος σαν να μην είχε συμβεί τίποτα απολύτως. Ύστερα,
άρχισε πάλι τις απειλές, αυτή τη φορά με ένα μαχαίρι με ακουμπούσε κάτω από το
στήθος μου, μια κάτω από τον αριστερό μαστό, μια κάτω από τον δεξιό. Μου είπε
ότι αν με τρυπήσει σε αυτό το σημείο θα μου τρυπήσει την καρδιά, αλλά αν με
χτυπήσει λίγο πιο χαμηλά θα υποφέρω περισσότερο.
Διέταξε τα παιδιά να μην φύγουν από το δωμάτιο. Δεν μπορούσα να δω τα κορίτσια ή να ακούσω τις φωνές τους. Μου έλυσε τα χέρια και μου είπε να κάνω μπάνιο. Άφησε την πόρτα ανοιχτή για να με παρακολουθεί. Έκανα μπάνιο, τυλίχτηκα με την πετσέτα και πήγα στο υπνοδωμάτιο. Ένιωσα ανακουφισμένη, γιατί πίστεψα ότι είχε βαρεθεί και ότι δεν θα με σκότωνε αυτή τη φορά. Όμως έβγαλε πάλι τις χειροπέδες. Προσπάθησα να αντισταθώ, όμως δεν τα κατάφερα. Με έπιασε και μου έβαλε ξανά τις χειροπέδες πολύ σφιχτά με τα χέρια πίσω. Ήθελε να ξαπλώσω και να κοιμηθώ γυμνή.
Μου είπε ότι θα με σκοτώσει το πρωί που έχει φως, όχι μες
στο σκοτάδι της νύχτας. Μπορούσα να μυρίσω τον εμετό της κόρης μου από το δίπλα
δωμάτιο και να ακούσω τα κλάματά τους. Ο πατέρας τους τους φώναζε να
σταματήσουν για να μην τις σκοτώσει.
Του ζήτησα να αφαιρέσει τις χειροπέδες, αλλά το μόνο που
έκανε ήταν να μου τις βάλει με τα χέρια μπροστά. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ, γιατί
φοβόμουν και κρύωνα. Το πρωί αυτός έφυγε για την πρωινή προσευχή και μου είπε
να τον περιμένω γιατί όταν γύριζε θα τελείωνε την δουλειά που είχε αρχίσει. Η καραμπίνα
βρισκόταν ακουμπισμένη στον τοίχο. Με δυσκολία σύρθηκα και την πήρα. Κατάφερα
να το κρατήσω στα χέρια μου και τον περίμενα να γυρίσει με σκοπό να τον φοβίσω
και να τον κάνω να σταματήσει. Όταν η πόρτα του δωματίου άνοιξε απότομα, εγώ
στεκόμουν στην άκρη, τρόμαξα και το όπλο εκπυρσοκρότησε. Πρώτα, σκέφτηκα ότι
μόλις είχα σκοτωθεί μόνη μου. Ύστερα, τον είδα νεκρό, πεσμένο κάτω, να
αιμορραγεί.
Πήρα αμέσως τηλέφωνο για να ενημερώσω την αστυνομία ότι είχα
μόλις πυροβολήσει τον άντρα μου. Η πόρτα χτύπησε, οι αστυνομικοί και το ασθενοφόρο
ήρθε. Ο αστυνομικός έβγαλε τις χειροπέδες μου και ντύθηκα. Έχω μετανιώσει που
αφαίρεσα μια ζωή, αλλά αν δεν το έκανα θα είχαν χαθεί τρεις: η δική μου και,
κυρίως, των δύο μου παιδιών».
Το παρελθόν του
Ραμαζάν
Η Μελέκ δεν ήταν η πρώτη γυναίκα που είχε υποφέρει στα χέρια
του Ραμαζάν Ιπέκ. Όπως αποκάλυψε η έρευνα, μια ακόμα γυναίκα που είχε σχέση με
αυτόν είχε βιώσει βιασμούς και βασανιστήρια στα χέρια του.
«Νέες πληροφορίες και έγγραφα προστέθηκαν στην υπόθεση. Αυτά
μας έδειξαν ότι η πελάτης μας δεν ήταν το μοναδικό θύμα. Αποδείχτηκε ότι υπήρχε
ακόμα μια γυναίκα που είχε υποβληθεί σε βία και βασανισμούς από τον Ραμαζάν
Ιπέκ. Η έρευνα διευρύνεται», ανέφερε μια από τους δικηγόρους της Μελέκ, η Μερβ
Οζέρ Ερ.
Από την πλευρά της, η Μελέκ μιλώντας στους αστυνομικούς
αποκάλυψε ακόμα περισσότερα στοιχεία για την εφιαλτική ζωή της με τον σύζυγό της.
Όπως είπε είχε προσπαθήσει πολλές φορές να τον καταγγείλει στις αρχές, ωστόσο
δεν υπήρξε κανένα αποτέλεσμα. Όταν γεννήθηκε η πρώτη τους κόρη, ο άντρας της την
απείλησε ότι αν πάει ξανά στην αστυνομία θα σκοτώσει την ίδια και το παιδί. Όπως
λέει, ο Ραμαζάν είχε μανία με τα όπλα και είχε πολλά στην κατοχή του κάτι που
την έκανε να φοβάται ακόμα πιο πολύ. Πριν από επτά μήνες την είχε απειλήσει
λέγοντάς της: «Θα σε σκοτώσω και θα σε δώσω στα σκυλιά ώστε να σε εξαφανίσουν
και να μην βρει ποτέ κανείς κανένα ίχνος σου».
Τουλάχιστον, δεν θα
με χτυπήσει κανείς εδώ σήμερα
Οι αστυνομικοί ακολουθώντας το… γράμμα του νόμου οδήγησαν
την Μελέκ στο κρατητήριο, όπου παραμένει ακόμα. Το σύστημα δικαιοσύνης της Τουρκίας
δεν αναγνωρίζει σε μια γυναίκα το ελαφρυντικό της νόμιμης άμυνας από τον σύζυγό
της, ενώ θεωρεί ότι δεν υφίσταται βιασμός και κακοποίηση εντός γάμου. Για τη
δικαιοσύνη, η Μελέκ είναι μια στυγνή δολοφόνος παρόλο που η ίδια η δικαιοσύνη
απέτυχε να προστατέψει τόσο την ίδια όσο και τις εκατοντάδες άλλες γυναίκες που
δολοφονήθηκαν από τους συζύγους τους στην Τουρκία μόνο τον τελευταίο χρόνο ή
κακοποιούνται συστηματικά από αυτούς.
Ο δικηγόρος της, Αχμέτ Οναράν, αναφέρει πως όταν τη ρώτησε πώς νιώθει στη φυλακή αυτή του
απάντησε ότι «Τουλάχιστον, δεν θα με χτυπήσει κανείς εδώ σήμερα».
Οι κόρες της 6 και 8 ετών ρώτησαν αν ο πατέρας τους θα
επιστρέψει κι όταν τους απάντησαν πως αυτό δεν θα συμβεί συμπλήρωσαν: «δεν θα
μας χτυπήσει κανείς ξανά».
Στο πλευρό της Μελέκ έχουν σταθεί από την πρώτη στιγμή πολλές οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ στο διαδίκτυο έχει ξεκινήσει μια εκστρατεία με αίτημα την γρήγορη απελευθέρωσή της και την αναγνώριση όλων των βασανιστηρίων που την οδήγησαν στην πράξη της. Μία διαδικτυακή καμπάνια συλλέγει υπογραφές για την απελευθέρωσή της και ήδη πάνω από 36.000 άνθρωποι έχουν υπογράψει.
«Εάν δεν τον είχε σκοτώσει, θα ήταν νεκρή τώρα. Έχει υποστεί
σοβαρά βασανιστήρια», τόνισε ο πρόεδρος της Ένωσης Ισότητας Φύλων, Ιλιάς Αλί
Νταστάν για την υπόθεση της Μελέκ. «Δεν θα έπρεπε να δικάζεται, ούτε να
τιμωρείται, καθώς βρισκόταν σε αυτοάμυνα», συνέχισε.
Οι δικηγόροι της πέτυχαν η Μελέκ να οδηγηθεί στο νοσοκομείο:
«Έγιναν οι ιατρικοί έλεγχοι και μαγνητική τομογραφία και είναι καλύτερα τώρα,
αρχίζει να αναρρώνει. Τα παιδιά της είναι επίσης καλά. Τα φροντίζουν η γιαγιά,
ο παππούς και η θεία τους (από την πλευρά της μητέρας)», ανέφερε ο Οναράν.
Η μάστιγα των
γυναικοκτονιών
Η Μελέκ δεν είναι η μόνη γυναίκα στην Τουρκία που
αναγκάζεται να υπομείνει τόσα χρόνια βασανιστήρια από τον σύντροφό της. Είναι
μάλιστα από τις «τυχερές» καθώς κατάφερε να σώσει τη ζωή τη δική της και των
παιδιών της.
Εκατοντάδες είναι οι γυναίκες κάθε χρόνο που χάνουν τη ζωή τους
από τα χέρια των «αγαπημένων» τους στην Τουρκία. Πριν λίγους μήνες, η στυγερή δολοφονία
μιας άλλης γυναίκας στην Τουρκία, της Πιλάρ Γκιουλτεκίν, από τον πρώην σύντροφό
της είχε προκαλέσει νέο κύμα αντιδράσεων. Η Πιλάρ πέθανε επειδή δεν δέχτηκε να έχουν
ξανά σχέση με τον Κεμάλ Μετίν Αβτσί. Αυτός την σκότωσε, την έκαψε και την
τσιμέντωσε.
Διαβάστε ΕΔΩ: Το κορίτσι που πέθανε επειδή είπε όχι
Σύμφωνα με την ομοσπονδία των τουρκικών συλλόγων αρωγής
γυναικών, από τις αρχές του 2020 έως τον Οκτώβριο του ίδιου έτους,
δολοφονήθηκαν τουλάχιστον 312 γυναίκες. Το υπουργείο Εσωτερικών από την άλλη ανακοίνωσε
τον Νοέμβριο ότι κατά τους πρώτους 10 μήνες του χρόνου οι γυναικοκτονίες
μειώθηκαν κατά 27%. Σύμφωνα με τα στοιχεία του «We Will Stop Femicides
Platform», μιας οργάνωσης ανθρωπίνων δικαιωμάτων για τις γυναίκες, μόνο το 2019
δολοφονήθηκαν τουλάχιστον 474 γυναίκες. Παράλληλα, υπολογίζεται ότι το 2018,
440 γυναίκες έχασαν τη ζωή τους από τους συζύγους τους.
Οι δράστες ήταν σχεδόν πάντα νυν ή πρώην σύντροφοι, άντρες
της οικογένειάς τους σε εγκλήματα τιμής ή άντρες που ήθελαν σχέση μαζί τους σε
αντίθεση με την επιθυμία των γυναικών. Οι ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων της
Τουρκίας υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση προστατεύει περισσότερο τους άνδρες καθώς
οι ποινές που επισύρουν τέτοια εγκλήματα είναι «χάδι», γι’ αυτό και τα
εγκλήματα δεν σταματούν.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, οι γυναικοκτονίες αποτελούν παγκόσμια
μάστιγα. Υπολογίζεται κατά μέσον όρο ότι σε όλο τον κόσμο δολοφονούνται κάθε
μέρα 137 γυναίκες από τον σύντροφό τους ή από κάποιον συγγενή τους. Στην έκθεση
σημειώνεται ότι περισσότερα από 8 στα 10 θύματα ανθρωποκτονιών που διαπράχτηκαν
από συντρόφους ήταν γυναίκες. Όσον αφορά την Ευρώπη, οι γυναικοκτονίες που
καταγράφηκαν ανέρχονται στις 3.000, ενώ ο μεγαλύτερος αριθμός εντοπίζεται στην
Ασία (20.000) και στην Αφρική (19.000). Στην Ελλάδα το 2016 δολοφονήθηκαν από
σύντροφο ή συγγενικό πρόσωπο 13 γυναίκες, ενώ το 2017 δολοφονήθηκαν επτά. Το
2018 σημειώθηκαν ξανά 13 δολοφονίες, ενώ το 2019 «έκλεισε» με 12 φόνους.
Τεράστιος είναι ο αριθμός όσων γυναικών κακοποιούνται καθημερινά από συζύγους,
γονείς ή συντρόφους.
Μέχρι τις 25 Νοεμβρίου 2020, δώδεκα γυναίκες στην Ελλάδα
δολοφονήθηκαν από τους συντρόφους τους:
Στις 28/11/2019 η 31χρονη Κλειώ, ΑΜΕΑ, ξυλοκοπήθηκε μέχρι
θανάτου από τον 40χρονο φίλο της μέσα στο σπίτι τους στον Κατσαμπά Ηρακλείου
Κρήτης.
Στις 22/12/2019 η 33χρονη Αδαμαντία δολοφονήθηκε από τον
54χρονο σύζυγό της, ο οποίος την πυροβόλησε με την κυνηγετική καραμπίνα του
μέσα στο σπίτι τους, όπου βρίσκονταν και το 4χρονο παιδί τους, στη Νέα
Αλικαρνασσό Κρήτης.
Στις 23/01/2020 μια 50χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τον
48χρονο σύζυγό της, ο οποίος την πυροβόλησε με την κυνηγετική καραμπίνα του κι
αυτοκτόνησε με το ίδιο όπλο μέσα στο σπίτι τους στην Μακρακώμη Φθιώτιδας.
Στις 29/01/2020 η 32χρονη Evin Ekrem Ali δολοφονήθηκε από
τον 45χρονο σύζυγό της, ο οποίος της κατάφερε πολλαπλές μαχαιριές στο κέντρο
υποδοχής προσφύγων στο Λαύριο, όπου ζούσαν με τα 4 παιδιά τους ηλικίας 5, 7, 11
και 13 ετών. Κουρδικής καταγωγής από την Rojava της Συρίας.
Στις 03/03/2020 μια 44χρονη γυναίκα πέθανε από ασφυξία ενώ
αντιστέκονταν κατά τη διάρκεια του ομαδικού βιασμού της από 2 άντρες ηλικίας 47
και 50 ετών. Η γυναίκα βρέθηκε νεκρή ημίγυμνη σε ένα χαντάκι δίπλα σε δρόμο στη
Βέροια.
Στις 18/03/2020 δυο 35χρονες γυναίκες δολοφονήθηκαν από τον
35χρονο αστυνομικό της Τροχαίας Β.Π. ο οποίος τις πυροβόλησε με το υπηρεσιακό
του όπλο στο πάρκινγκ ενός σουπερμάρκετ στην Κάτω Κηφισιά. Η μία ήταν η εν
διαστάσει σύζυγός του, με την οποία είχαν 2 παιδιά ηλικίας 5 και 8 ετών, και η
άλλη ήταν μια φίλη της
Στις 18/08/2020 μια 52χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τον
60χρονο σύζυγό της, ο οποίος την πυροβόλησε με την κυνηγετική καραμπίνα του
μέσα στο σπίτι τους στην Παναγία Καλαμπάκας, όπου ζούσαν με τα 3 παιδιά τους.
Στις 10/10/2020, η 43χρονη Σβετλάνα-Φωτεινή και ο 43χρονος
Έλληνας σύντροφός της Ι.Ζ. δολοφονήθηκαν με απανωτά χτυπήματα από τον πρώην
σύντροφό της, σε εξοχικό σπίτι έξω από το Λουτράκι.
Στις 26/10/2020 μια 37χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τον
53χρονο σύζυγό της μέσα στο σπίτι τους στην Καλλιθέα, όπου ζούσαν με τις 2
κόρες τους.
Στις 22/11/2020 μια 44χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τον
44χρονο σύζυγό της, ο οποίος την πυροβόλησε με την κυνηγετική καραμπίνα του
μέσα στο σπίτι τους στον Πύργο Διρού Μάνης, όπου ζούσαν με τα 2 παιδιά τους.
Ακόμα, μια γυναίκα έχασε τη ζωή της από το όπλο του
αστυνομικού-συζύγου της, αλλά αυτό καταγράφηκε ως ατύχημα.
*Η κεντρική φωτογραφία τραβήχθηκε λιγο μετά την έλευση της αστυνομίας στο σπίτι