Στις 20 Δεκεμβρίου 1786 οι πολίτες του Νέου Λονδίνου στο Κονέκτικατ των ΗΠΑ συγκεντρώθηκαν για να δουν ακόμα μια εκτέλεση θανατοποινίτη. Την εποχή εκείνη που το κράτος των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής είχε μόλις λίγα χρόνια ζωής, οι εκτελέσεις ήταν ένα δημόσιο θέαμα προς… τέρψιν και αποτροπιασμό του κοινού.
Την ημέρα εκείνη θα αποδίδονταν δικαιοσύνη για την δολοφονία
ενός εξάχρονου κοριτσιού, της Γιούνς Μπόλεϊς, η οποία ήταν κόρη ενός εξέχοντα
άντρα της πόλης. Το κορίτσι είχε δολοφονηθεί πέντε μήνες πριν και τώρα η
δολοφόνος της, η Χάνα Όκουις βάδιζε προς την αγχόνη. Η δολοφόνος ήταν μόλις 12 ετών και
μέχρι σήμερα παραμένει ο νεότερος θανατοποινίτης στην επίσημη ιστορία των ΗΠΑ.
Το έγκλημα
Το πρωί της 21ης Ιουλίου του 1786 η εξάχρονη Γιούνις Μπόλεϊς έφυγε από το σπίτι της στο Νέο Λονδίνο για να πάει στο σχολείο. Ωστόσο δεν έφτασε ποτέ εκεί. Λίγη ώρα μετά, περίπου στις 10 το πρωί, κάτοικοι της περιοχής εντόπισαν το πτώμα της μπρούμυτα δίπλα σε μια πέτρινη μάντρα στον δρόμο που οδηγούσε από το Νέο Λονδίνο στο Νόργουιτς. Πάνω της είχαν πέσει πέτρες από την μάντρα, ωστόσο το σπασμένο της κρανίο, το σπασμένο της χέρι και οι μελανιές σε χέρια και πρόσωπο υποδήλωναν την παρουσία κάποιου δράστη που πιθανότατα την είχε στραγγαλίσει.
Αμέσως άρχισε το κυνηγητό για να τον εντοπισμό του δολοφόνου. Πολύ σύντομα οι αρχές ανέκριναν την νεαρή Χάνα Όκουις, η οποία δήλωσε ότι εκείνη την ημέρα είδε τέσσερα αγόρια πολύ κοντά στον τόπο του εγκλήματος. Ωστόσο, δεν βρέθηκε κανένα φυσικό στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη αυτών των αγοριών. Τότε, οι αστυνομικοί οδήγησαν την Χάνα στο σπίτι της Γιούνις όπου είχε μεταφερθεί το πτώμα του κοριτσιού. Στο θέαμα του πτώματος, η Χάνα ξέσπασε σε κλάματα και ομολόγησε ότι αυτή είχε σκοτώσει το κορίτσι.
Η Χάνα Όκουις
Σύμφωνα με τα όσα γνωρίζουμε, η Χάνα ήταν ένα ορφανό κορίτσι
αγνώστου πατρός – κάποιοι ανέφεραν ότι ήταν λευκός, άλλοι Αφροαμερικανός και
άλλοι μιγάς – ενώ η μητέρα της ήταν μια ιθαγενής της φυλής Πεκότ. Τα αρχεία
ανέφεραν ότι είχε γεννηθεί τον Μάρτιο του 1774.
Η μητέρα της ήταν αλκοολική, ενώ η Χάνα είχε γεννηθεί με διανοητικά
προβλήματα πιθανόν εξαιτίας των καταχρήσεων της μητέρας της κατά τη διάρκεια της
εγκυμοσύνης. Η Χάνα είχε μεγαλώσει σε διάφορες ανάδοχες οικογένειες, ενώ πολλοί
την είχαν κατηγορήσει κατά καιρούς ως ψεύτρα και κλέφτρα. Είχε ήδη δικαστεί και
καταδικαστεί ακόμα μια φορά επειδή έδειρε ένα κορίτσι και της έκλεψε το κολιέ
και τα ρούχα της. Σύμφωνα με τις περιγραφές τα παιδιά της γειτονιάς την
φοβούνταν και δεν ήθελαν να παίζουν μαζί της.
Η Γιούνις πέντε εβδομάδες πριν τον θάνατό της είχε
κατηγορήσει την Χάνα ότι είχε κλέψει φράουλες από ένα κτήμα. Σύμφωνα με την
ίδια την Χάνα το γεγονός αυτό την ώθησε να πάρει εκδίκηση από την Γιούνις
σχεδιάζοντας τον θάνατό της. Εκείνο το πρωινό του Ιουλίου περίμενε την εξάχρονη
που πήγαινε μόνη της στο σχολείο και την παρέσυρε στο δάσος καθώς της υποσχέθηκε
ένα δώρο. Εκεί την έδειρε άγρια και τελικά την στραγγάλισε τοποθετώντας στη
συνέχεια πέτρες πάνω στο σώμα της για να δώσει την εντύπωση ότι το κορίτσι
πέθανε από την κατάρρευση της μάντρας.
Η δίκη
Μετά την ομολογία της Χάνα, η δωδεκάχρονη γρήγορα οδηγήθηκε
σε δίκη για την δολοφονία της Μπόλεϊς. Παρά την φανερή διανοητική της ανικανότητα
και την μικρή της ηλικία η ομολογία και το ιστορικό της Χάνα οδήγησαν τον
δικαστή της υπόθεσης να την καταδικάσει σε θάνατο δια απαγχονισμού.
Σε αυτά τα πρώτα χρόνια της ιστορία των ΗΠΑ, το νομικό της σύστημα
ακολουθούσε ακόμα σε πολλά σημεία αυτό της «μητέρας» Βρετανίας σύμφωνα με το
οποίο ένα παιδί θα μπορούσε να τιμωρηθεί με θανατική ποινή σε αγχόνη ακόμα και
από την ηλικία των επτά ετών αν αποδεικνυόταν ότι είχε δράσει με «κακές
προθέσεις, εκδικητικότητα και πανουργία». Την ίδια στιγμή μετά την ηλικία των
δέκα ετών ένα παιδί θεωρούνταν ότι μπορούσε να δώσει την συγκατάθεσή του για ερωτικές πράξεις.
Έτσι, ο δικαστής έκρινε ότι η Χάνα πληρούσε αυτές τις προϋποθέσεις.
Μάλιστα, στα έγγραφα της εποχής έχει καταγραφεί ότι κατά την ανακοίνωση της ποινής
ο δικαστής απευθύνθηκε στην Χάνα λέγοντάς της:
«Η επίδειξη επιείκειας στην περίπτωσή σου εξαιτίας της ηλικίας
σου θα δημιουργούσε σύμφωνα με τους νόμους ένα επικίνδυνο δεδικασμένο που θα
έδινε την εντύπωση στους πολίτες ότι τα παιδιά μπορούν να διαπράττουν τόσο
αποτρόπαια εγκλήματα χωρίς να τιμωρούνται γι’ αυτά».
Φυσικά, το γεγονός ότι η Χάνα ήταν μισή τουλάχιστον ιθαγενής
την έθετε ακόμα πιο κοντά στην αγχόνη σε μια εποχή όπου οι ιθαγενείς είχαν
διπλάσιες πιθανότητες να καταδικαστούν σε θανατική ποινή σε σχέση με τους λευκούς
Αμερικανούς. Ταυτόχρονα, οι Αφροαμερικάνοι είχαν εννέα φορές περισσότερες
πιθανότητες να υποστούν το ίδιο.
Ωστόσο, φαίνεται ότι πολύ σημαντικό παράγοντα στην τελική καταδίκη της Χάνα έπαιξε και το γεγονός ότι δεν ήταν Χριστιανή. Όπως αναφέρεται στην πραγματικότητα δεν ήξερε καν την έννοια του Θεού, την οποία και έμαθε μετά την καταδίκη της. Ο αιδεσιμότατος Χένρι Τσάνινγκ που την επισκέφτηκε αρκετές φορές στην φυλακή πριν την εκτέλεσή της και διάβασε την τελευταία ευχή πριν την κρεμάσουν δήλωσε τότε ότι η άγνοιά της για τον Χριστό μετέτρεψε την Χάνα σε δολοφόνο. Και όπως υποστήριξε και ο ίδιος, γι’ αυτόν τον λόγο το κορίτσι θα έπρεπε να εκτελεστεί.
Πάντως, την ίδια στιγμή ο Τσάνινγκ προέτρεψε την Χάνα να αφιερώσει τις τελευταίες στιγμές στην μετάνοια ώστε ο Θεός να συγχωρέσει την ψυχή της. Η ίδια η Χάνα δεν φάνηκε αρχικά να έχει επίγνωση των πράξεών της αλλά και του τι σήμαινε η καταδίκη της σε θάνατο. Όμως καθώς η μέρα της εκτέλεσης πλησίαζε, η Χάνα άρχισε να επηρεάζεται σημαντικά. Την ημέρα της εκτέλεσης πάντως πήγε ως την αγχόνη σιωπηλή.
Ο αιδεσιμότατος Τσάνινγκ στο κήρυγμά του μετά την τελευταία προσευχή πριν την εκτέλεση της Χάνα εκφώνησε έναν "φλογερό" λόγο (ΦΩΤΟ) με τίτλο: «God Admonishing His People of Their Duty as Parents and Masters, which held Hannah up as an example of what could happen if parents did not raise their children to be dutiful and obedient» (Ο Θεός προειδοποιεί τους ανθρώπους για το καθήκον τους ως γονείς και δασκάλους και θέτει τη Χάνα ως παράδειγμα του τι θα μπορούσε να συμβεί αν οι γονείς δεν μεγαλώνουν τα παιδιά τους για να είναι ευσυνείδητα και υπάκουα).
Σ'αυτόν, προειδοποίησε τους γονείς να μην παραμελούν την θρησκευτική εκπαίδευση των παιδιών τους, για να μην έχουν ανάλογη κατάληξη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο αιδεσιμότατος πριν την εκτέλεση αμφισβήτησε μια ευρέως διαδομένη
προκατάληψη της εποχής: ότι το χρώμα του δέρματος καθόριζε την πνευματική
ικανότητα και τις προθέσεις του ατόμου.
«Μην σκέφτεστε ότι τα εγκλήματα αυτά εξαρτώνται από το δέρμα
του κρατούμενου και ότι το δικό μας είναι καθαρό από κηλίδες. Σίγουρα μια τόσο
ανελεύθερη ιδέα δεν μπορεί να βρει μέρος στις καρδιές των νέων μας. Να ξέρετε αδέρφια
μου ότι αυτό το φέρετρο (σημ. εννοεί το σώμα), άσχετα από το χρώμα του, περιέχει μια αθάνατη ψυχή,
ένα κόσμημα ανεκτίμητης αξίας».
Μάλιστα χαρακτήρισε την Χάνα ως «μια από την ένοχη φυλή μας,
την ανθρώπινη φυλή» και τόνισε στον κόσμο ότι δεν θα έπρεπε να εστιάσει στην
καταγωγή της δωδεκάχρονης.
Η Χάνα από την πλευρά της στα τελευταία της λόγια πριν
ανέβει στην αγχόνη θέλησε να ευχαριστήσει τον σερίφη για την καλοσύνη του. Αμέσως
μετά κρεμάστηκε. Ήταν 12 ετών και εννέα μηνών.
Από την στιγμή της ίδρυσης των ΗΠΑ υπολογίζεται ότι έχουν
εκτελεστεί με επίσημη καταδίκη από τα δικαστήρια της χώρας 364 ανήλικοι. Και οι
364 ήταν έγχρωμοι, Αφροαμερικάνοι ή ιθαγενείς, και κυρίως αγόρια.
Μόλις το 2005, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ με αφορμή την υπόθεση Roper V. Simmons αποφάσισε ότι δεν μπορεί να επιβληθεί η θανατική ποινή σε άτομο που είναι κάτω των 18 ετών. Ως τότε από τις 38 πολιτείες στις οποίες ίσχυε η θανατική ποινή οι 19 μπορούσαν να καταδικάσουν σε θάνατο νέους από την ηλικία των 16 ετών.