Ένα σοκαριστικό πείραμα στην Γερμανία με τις ευλογίες των αρχών που έδινε "δώρο" σε παιδόφιλους ανήλικα παιδιά, για να τα μεγαλώσουν!
Δυο μικρά παιδάκια συζητούν μέσα σε έναν συρμό του μετρό.
Λίγο πιο μπροστά ένας άντρας τα ακούει και χαμογελά πονηρά. «Αγαπάς τα παιδιά
λίγο περισσότερο απ’ όσο θα ήθελες;», λέει το μήνυμα στην αφίσα που μπορεί να
δει κάποιος στην τηλεόραση της Γερμανίας ή σε σταθμούς του μετρό του Βερολίνου.
Είναι η αφίσα ενός προγράμματος που μετρά ήδη 15 χρόνια ζωής στην Γερμανία με
σκοπό να προσφέρει στήριξη σε όσους παιδόφιλους νιώθουν σεξουαλική έλξη για μικρά
παιδιά, αλλά θέλουν να το σταματήσουν. Χιλιάδες άνθρωποι απ’ όλη την Γερμανία
έχουν επικοινωνήσει με την γραμμή βοήθειας του προγράμματος και πολλοί από αυτούς
έχουν λάβει συστηματική βοήθεια.
Ωστόσο, στην Γερμανία δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα. Υπήρχε
μια εποχή που με την στήριξη των επίσημων αρχών του Δυτικού Βερολίνου μικρά,
ανήλικα αγόρια δίνονταν για φροντίδα σε ανάδοχους άντρες, οι οποίοι ήταν
παιδόφιλοι. Επί 45 περίπου χρόνια πολλά παιδιά υπέφεραν στα χέρια αρρωστημένων
παιδόφιλων στο πλαίσιο ενός διεστραμμένου επιστημονικού πειράματος με τις ευλογίες
των αρχών.
Το «πείραμα Κέντλερ», όπως ονομάστηκε από τον εμπνευστή του,
έπαιρνε άστεγα παιδιά από το Δυτικό Βερολίνο και τα τοποθετούσε για να ζήσουν σε
σπίτια παιδόφιλων ανδρών, που ο Κέντλερ πίστευε ότι θα γίνονταν τρυφεροί
ανάδοχοι γονείς. Το πείραμα διήρκησε δεκαετίες, κατέστρεψε δεκάδες παιδιά, αλλά
κανείς ποτέ δεν τιμωρήθηκε.
Ο Κέντλερ και η
Γερμανία του ‘60
Ο Χέλμουτ Κέντλερ (κεντρική ΦΩΤΟ) τη δεκαετία του ’60 ήταν ήδη ένας από τους
πιο διακεκριμένους ψυχολόγους με ειδίκευση στην σεξολογία στο Δυτικό Βερολίνο. Ο
ίδιος υποστήριζε την «χειραφέτηση της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης» βασισμένος
στην αντίληψη ότι τα παιδιά είναι κι αυτά σεξουαλικά όντα που έχουν το δικαίωμα
να εκφράζουν την σεξουαλικότητά τους ανοιχτά.
Απελευθερώνοντάς τα από καταπιεστικούς ηθικούς περιορισμούς,
υποστήριζε ο Κέντλερ, τα παιδιά θα μπορέσουν να απελευθερώσουν την ενέργειά τους
κάτι που θα τα οδηγήσει σε πολιτική διαμαρτυρία και κατ’ επέκταση στον
πραγματικό εκδημοκρατισμό της γερμανικής κοινωνίας.
Ο Κέντλερ έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση της συγκεκριμένης
οπτικής γύρω από την παιδοφιλία με ορισμένους κύκλους ανθρώπων να μην την βλέπουν
πια ως ταμπού και ως κάτι απαγορευμένο, αλλά ως προοδευτικό. Ο Κέντλερ θεωρούνταν ως ένας οραματιστής
επιστήμονας και ένας από τους πιο εξέχοντες σεξολόγους, ενώ τα βιβλία του
κατέγραφαν πολλές πωλήσεις στη χώρα και ο ίδιος εμφανιζόταν συχνά σε
τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές.
Παράλληλα, ασκούσε έντονη παρασκηνιακή πίεση για την
αποποινικοποίηση των σεξουαλικών σχέσεων μεταξύ ενηλίκων και παιδιών στην
Δυτική Γερμανία, υποστηρίζοντας ότι τα
παιδιά στην πραγματικότητα δεν υποφέρουν από την ίδια την κακοποίηση, αλλά από
το γεγονός ότι βλέπουν τους κακοποιούς τους να οδηγούνται σε δίκη.
Ο Κέντλερ ήταν μέρος μιας γενικότερης νέας θεώρησης των
πραγμάτων που αναπτυσσόταν στην Γερμανία εκείνη την εποχή. Στα τέλη του ’60, οι
νέες γενιές που πλέον είχαν ενηλικιωθεί άρχιζαν να αμφισβητούν τις παλαιότερες και
όλες τις αξίες που τους είχαν μεταλαμπαδεύσει κατηγορώντας τες για τη στάση τους
απέναντι στο Τρίτο Ράιχ του Χίτλερ. Στην κοινωνία άρχισε να διαμορφώνεται η
ιδέα για την ουτοπία μιας ελεύθερης και αποδεσμευμένης κοινωνίας, η οποία
συνδυαζόταν με την σεξουαλική απελευθέρωση που τώρα ξεκινούσε.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο άρχισε ξαφνικά να γίνεται αποδεκτή η
ιδέα των σεξουαλικών σχέσεων με ανήλικους. Μάλιστα, κάποια χρόνια μετά, το
Πράσινο Κόμμα έφτασε στο σημείο να πρωτοστατήσει σε μια προσπάθεια για την
ακύρωση της Παραγράφου 176 του γερμανικού ποινικού κώδικα που ορίζει ως ποινικό
αδίκημα την σεξουαλική σχέση με παιδιά κάτω των 14 ετών. Βασική προϋπόθεση θα
ήταν το παιδί να έχει δώσει την «συγκατάθεσή» του για την πράξη.
Το πείραμα Κέντλερ
Μέσα σε αυτό το γενικότερο πλαίσιο, ο Κέντλερ στα τέλη του ’60
κατάφερε να πείσει την τοπική γερουσία του Βερολίνου ότι τα άστεγα παιδιά, τα οποία
εκείνη την εποχή ήταν χιλιάδες στους δρόμους της πρωτεύουσας, θα ήταν καλύτερο
να ζήσουν με παιδόφιλους άντρες. Ο Κέντλερ βάσισε τη λογική του στο γεγονός ότι
οι άντρες αυτοί θα αγαπούσαν σε βάθος τα παιδιά τους καθώς θα ανέπτυσσαν
παράλληλα και σεξουαλικές σχέσεις και θα τα φρόντιζαν με ακόμα μεγαλύτερη
προσοχή και τρυφερότητα. Όπως τόνιζε και τα παιδιά από την πλευρά τους θα
αγαπούσαν απόλυτα τους νέους τους –παιδόφιλους- γονείς.
Το 1969, όπως δείχνουν τα στοιχεία, ξεκινά κι επίσημα το
πείραμά του. Ο Κέντλερ επέλεγε παιδιά που δεν ζούσαν με τις οικογένειές τους,
είτε επειδή αυτές δεν υπήρχαν, είτε επειδή το είχαν σκάσει από το σπίτι λόγω
κακοποίησης. Τα παιδιά αυτά ζούσαν στους δρόμους του Βερολίνου και συχνά
παρασύρονταν στα ναρκωτικά και την πορνεία. Στη συνέχεια τα έδινε για αναδοχή
σε άντρες που ζούσαν μόνοι τους και ήταν παιδόφιλοι. Κάποιες φορές μάλιστα
είχαν επίσημη καταδίκη για παιδοφιλία στο ποινικό μητρώο τους.
Έτσι, όπως έλεγε, «τα παιδιά θα μάθαιναν να ζουν σωστές,
συνηθισμένες ζωές. Αυτοί οι άντρες θα κάνουν τόσα πολλά για να βοηθήσουν τα
αγόρια τους επειδή θα έχουν σεξουαλικές σχέσεις μαζί τους». Μάλιστα, οι παιδόφιλοι
αυτοί άντρες λάμβαναν μηνιαίως ένα επίδομα βοήθειας για την φροντίδα των
παιδιών.
Δεν έχει καταστεί ακόμα απόλυτα σαφές κατά πόσο η Γερουσία
του Δυτικού Βερολίνου έδωσε με ψηφοφορία το πράσινο φως για το πείραμα ή η
συμφωνία έγινε πίσω από τις κλειστές πόρτες. Αυτό που γίνεται πλέον σαφές όμως είναι
ότι οι υπηρεσίες παιδικής πρόνοιας του Βερολίνου και η Γερουσία έκαναν τα
στραβά μάτια στις αναδοχές ή ακόμα και τις ενέκριναν.
Ο Κέντλερ, ο οποίος πέθανε το 2008, άφησε πίσω του αρχεία
από το πείραμά του, το οποίο περιγράφει ως «επιτυχία», αν και παραδέχεται πως «είναι
ξεκάθαρο σε όλους που εμπλεκόμαστε στο πρόγραμμα ότι η τοποθέτηση ανηλίκων με
παιδόφιλους είναι ενάντια στον νόμο». Ωστόσο, σε μια από τις αναφορές του υπερηφανεύεται
για το πώς «κατάφερα να κερδίσω την στήριξη των υπεύθυνων τοπικών υπαλλήλων των
αρχών».
Το πείραμα συνεχίστηκε αθόρυβα για δεκαετίες και ίσως δεν θα
το μάθαινε κανείς, αν δύο από τα παιδιά- θύματα που πλέον είχαν ενηλικιωθεί-
δεν έσπαζαν την σιωπή τους πριν από λίγα χρόνια.
Ο Μάρκο και ο Σβεν
Ο Μάρκο, σήμερα στα 40 του, ήταν ένα από τα θύματα του
πειράματος Κέντλερ. Όταν ήταν μόλις εννέα ετών στάλθηκε να ζήσει με έναν
παιδόφιλο άντρα, τον Φριτζ Χ., ο οποίος τον κακοποιούσε για πολλά χρόνια. «Οι
ζωές μας καταστράφηκαν», λέει σήμερα ο Μάρκο, τον οποίο βίαζε και χτυπούσε καθημερινά
για δέκα χρόνια ο Φριτζ Χ.
«Δεν μπορείς πραγματικά να το ξεπεράσεις ποτέ», λέει από την
άλλη ο Σβεν ένα άλλο παιδί – ενήλικος άντρας πια- που έζησε επίσης με τον Φριτζ
Χ., ο οποίος την εποχή που γινόταν
ανάδοχος είχε ήδη καταδίκες για παιδοφιλία.
Η βία και η κακοποίηση που έζησαν ο Μάρκο και ο Σβεν για
πολλά χρόνια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας τους είναι κάτι που τους έχει
σημαδέψει βαθιά μέχρι σήμερα και οι δύο δεν μπορούν να εργαστούν λόγω των ψυχολογικών
τους προβλημάτων.
Οι αποκαλύψεις
Η μαρτυρία τους οδήγησε σε μια σειρά μεγάλων αποκαλύψεων και
μια έρευνα από το Πανεπιστήμιο Χίλντεσχαϊμ για να βρεθεί η αλήθεια. Οι ερευνητές
αναζητούν πληροφορίες σε αρχεία και διεξάγουν συνεντεύξεις, ώστε να
αποκαλυφθούν όλα τα δεδομένα γύρω από αυτό το πείραμα. Η έρευνα έχει ήδη
αποκαλύψει ότι το πείραμα συνεχιζόταν για τουλάχιστον 30 χρόνια, ενώ είχε
δημιουργηθεί ένα δίκτυο που απλωνόταν σε εκπαιδευτικά ιδρύματα, την κρατική
υπηρεσία πρόνοιας για τους νέους και τη Γερουσία του Βερολίνου, στους κόλπους
του οποίου η παιδοφιλία ήταν «αποδεκτή και υποστηριζόμενη».
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι πολλοί από τους ανάδοχους
πατέρες ήταν διακεκριμένοι ακαδημαϊκοί. Κάνουν λόγο για ένα δίκτυο που
περιλάμβανε υψηλόβαθμα μέλη του Ινστιτούτου Max Planck, του Ελεύθερου
Πανεπιστημίου του Βερολίνου και του διαβόητου Σχολείου Όντενβαλντ στην Έσση,
που βρέθηκε στο επίκεντρο ενός τεράστιου σκανδάλου παιδοφιλίας πριν από αρκετά
χρόνια με αποτέλεσμα να κλείσει.
Παράλληλα, στους ερευνητές του Χίλντεσχαϊμ δόθηκε πρόσβαση
στα αρχεία που ονομάζονταν «Ανάδοχος γονέας Φριτζ Χ.» και αφορούσαν τον άντρα
με τον οποίον είχαν ζήσει ο Μάρκο και Σβεν. Όπως αποδείχτηκε, ο Φριτζ Χ. είχε
γίνει ανάδοχος για οχτώ ακόμα αγόρια και εφήβους από το 1973 ως και το 2003,
παιδιά που είχαν δοθεί σε αυτόν από την κρατική υπηρεσία πρόνοιας για τους
νέους στο Βερολίνο, παρόλο που ήταν γνωστός παιδόφιλος. Ο Φριτζ Χ. ουσιαστικά
έζησε μια ζωή κακοποιώντας ανήλικα παιδιά με τις «ευλογίες» των αρχών, ένα
έγκλημα για το οποίο ο ίδιος τουλάχιστον δεν τιμωρήθηκε ποτέ καθώς έφυγε από τη
ζωή το 2005.
Αν και λόγω της περιορισμένης πρόσβασης που έχουν ως τώρα οι
ερευνητές του Χίλντεσχαϊμ , δεν είναι ακόμα γνωστό πόσοι παιδόφιλοι άντρες
συμμετείχαν στο πείραμα και πόσα παιδιά έπεσαν θύματα αυτής της αρρωστημένης
κατάστασης. Μέχρι στιγμής έχει επιβεβαιωθεί η συμμετοχή τριών παιδόφιλων.
«Τα στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί ως τώρα δείχνουν ότι σε
αυτά τα σπίτια «φροντίδας» στην πραγματικότητα ζούσαν μόνοι τους άντρες, συχνά
ισχυροί και με μεγάλη επιρροή από τον ακαδημαϊκό χώρο, ερευνητικούς οργανισμούς
και άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα», αναφέρουν οι ερευνητές.
Μελετητές από το Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν που δημοσίευσαν
μια πρώτη σχετική έρευνα για το θέμα το 2016 είχαν αποκαλύψει ότι πολλά από τα
θύματα αντιμετωπίζουν ως σήμερα ψυχολογικά προβλήματα, ενώ τουλάχιστον δύο
έχουν καταφύγει στην παρανομία. Οι ερευνητές του Γκέτινγκεν ωστόσο είχαν τότε
δηλώσει ότι οι αρχές της πόλης δεν ήταν καθόλου συνεργάσιμες. Πολλές φορές τους
εμπόδιζαν την πρόσβαση σε κρίσιμα αρχεία, λέγοντας ότι δεν έχουν ταξινομηθεί ή
έχουν χαθεί ή έχουν σφραγιστεί για λόγους προστασίας προσωπικών δεδομένων. Οι ερευνητές
είχαν κατηγορήσει τότε την Γερουσία του Βερολίνου ότι δεν έδειξε να
ενδιαφέρεται για την αποκάλυψη της αλήθειας.
Σήμερα, με την νέα μελέτη του Πανεπιστημίου Χίλντεσχαϊμ οι
αρχές της πόλης και οι πολιτικοί φαίνεται να δείχνουν λίγο περισσότερο
ενδιαφέρον. Η Γερουσιαστής του Βερολίνου Sandra Scheeres αποκάλεσε τα ευρήματα
της μελέτης «σοκαριστικά και τρομακτικά», ενώ οι αρχές της πόλης λένε ότι δεν
έχουν ιδέα ποιος συμφώνησε γι’ αυτό το πείραμα. Έκτοτε έχουν δημιουργήσει μια
γραμμή επικοινωνίας για τα θύματα αυτού του πειράματος.
Ωστόσο, ο Μάρκο και ο Σβεν, λένε πως ίσως να είναι λίγο αργά
πια γι’ αυτούς. Ο άντρας που τους κακοποιούσε είναι νεκρός, ο Κέντλερ που
ξεκίνησε το πείραμα είναι επίσης νεκρός, και οι υπόλοιποι κρύβονται πίσω από τις
θέσεις τους. Μόνη τους ελπίδα για δικαιοσύνη είναι να ελεγχθεί ο τότε
επικεφαλής της κοινωνικής υπηρεσίας για τους νέους, ο οποίος είναι ακόμα
ζωντανός. Ως τώρα όμως δεν έχει ξεκινήσει καν έρευνα εναντίον του.
«Δεν ήθελαν κανένας να ονομαστεί. Και πέτυχαν τον σκοπό τους.
Υπερασπίστηκαν το σύστημα», λέει ο Μάρκο.
Στην πράξη, λόγω των ετών που έχουν περάσει, τα εγκλήματα
έχουν παραγραφεί για τους περισσότερους συμμετέχοντες, ακόμα και γι’ αυτούς που
είναι ακόμα ζωντανοί. Η Γερουσία του Βερολίνου υποστηρίζει ότι παρά την
παραγραφή θα κυνηγήσει την καταδίκη των όποιων υπευθύνων ωστόσο μέχρι και
σήμερα τίποτα δεν έχει γίνει στην πράξη.